Η είδηση έκανε τον γύρο του κόσμου. Η αυστραλιανή δισεκατομμυριούχος, Τζίνα Ράινχαρτ, 19η πιο ισχυρή γυναίκα στον κόσμο κατά το «Forbes», έγινε η μεγαλύτερη μέτοχος του κολοσσού των μίντια στη χώρα της, της Fairfax Media. Επενδύοντας 161 εκατ. ευρώ αύξησε τη συμμετοχή της από 5% σε 15% προκαλώντας ρίγη ανησυχίας καθώς η κίνησή της ερμηνεύτηκε ως προσπάθεια ενίσχυσης της επιρροής της στους πολιτικούς κύκλους της Αυστραλίας προς όφελος των συμφερόντων της βιομηχανίας εξόρυξης μετάλλων.

Η 58χρονη κληρονόμος των ορυχείων Hancock Prospecting και κόρη του μακαρίτη μεγιστάνα Λαγκ Χάνκοκ, αντιτίθεται στην πολιτική της κυβέρνησης των Εργατικών έναντι της βιομηχανίας εξόρυξης μετάλλων, στην οποία έχει επιβάλει επιπλέον φόρους για περιβαλλοντικούς λόγους. Αυτή η εξέλιξη δυσκολεύει την επιχειρηματίας, η οποία φιλοδοξεί να καταστεί ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο την επόμενη χρονιά. Τον περασμένο Ιούνιο η Citigroup εκτίμησε ότι η Ράινχαρτ θα μπορούσε ξεπεράσει τον πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο, τον Κάρλος Σλιμ, με περιουσία 74 δισ. δολάρια και τον Μπιλ Γκέιτς με περιουσία 56 δισ. δολάρια, καθότι είναι η ίδια ιδιοκτήτρια των επιχειρήσεών της.

Άλλωστε, η περιουσία της -αξίας 18 δισ. δολαρίων- έχει πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια (το 2007 ήταν 1 δισ. δολάρια) με την άνθηση των ορυχείων στην Αυστραλία, αλλά και χάρη στην επιχειρηματικότητά της. Έτσι το 2010 αναδείχθηκε πλουσιότερη γυναίκα και το 2011 πλουσιότερος άνθρωπος της Αυστραλίας.

ΣΤΟ ΤΙΜΟΝΙ ΑΠΟ ΤΟ 1992

 Επικεφαλής της εταιρείας της από το 1992 μετά τον θάνατο του πατέρα της, έχει καταφέρει να εντοπίσει νέα κοιτάσματα μετάλλων και να τα μετατρέψει σε παραγωγικές μονάδες. Το 2013 η παραγωγή της αναμένεται να αυξηθεί κατά εκατοντάδες εκατομμύρια τόνους, χάρη στην έναρξη εξόρυξης νέων μονάδων.

Εξάλλου, είχε γρήγορα εισέλθει στον κόσμο των ορυχείων. Η μοναχοκόρη του μεγιστάνα των ορυχείων άρχισε να δουλεύει πλάι στον πατέρα της λίγο μετά το ξεκίνημά της των σπουδών της στο Τμήμα Οικονομικών του Πανεπιστημίου Σίδνεϊ.

Τότε παντρεύτηκε τον πρώτο της σύζυγο, τον Βρετανό Γκρεγκ Χέιγουαρντ, τον οποίο γνώρισε ως έφηβη και με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Δύο χρόνια μετά τον χωρισμό τους, η Ράινχαρτ παντρεύεται για δεύτερη φορά τον αρκετά μεγαλύτερό της Αμερικανό δικηγόρο, Φρανκ Ράινχαρτ -ο οποίος πέθανε οκτώ χρόνια αργότερα- με τον οποίο απέκτησε άλλα δύο παιδιά.

ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΣΑ

Πολλοί πιστεύουν ότι η κρυψίνους Ράινχαρτ επιδιώκει να κυριαρχήσει σταδιακά και στα μίντια. Αλλωστε η είσοδός της στη Fairfax -η οποία έχει βρεθεί στο επενδυτικό στόχαστρο μεγάλων βρετανών εκδοτών και διαθέτει εφημερίδες όπως «The Sydney Morning Herald», «The Australian Financial Review», «The Age» οι οποίες ξεχωρίζουν για την ανεξαρτησία τους- είχε ξαφνιάσει τον επιχειρηματικό κόσμο της Αυστραλίας το 2010. Την ίδια χρονιά εισήλθε και στην ιδιωτική τηλεόραση, εξαγοράζοντας 10% της Ten Network Holding.

Παρ’ ότι η επαγγελματική της ζωή στέφεται από επιτυχίες, στην προσωπική της ζωή αντιμετωπίζει δυσκολίες. Η δικαστική διαμάχη που ξεκίνησε κατά της μητριάς της Ρόουζ Πόρτιους το 1992, γύρω από τις συνθήκες θανάτου του πατέρα της και την τύχη της οικογενειακής περιουσίας, κράτησε 14 χρόνια.

ΠΑΛΙ ΣΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

Στα δικαστήρια βρίσκεται και πάλι, αυτή τη φορά αντιμέτωπη με τρία από τα τέσσερα παιδιά της για την τύχη της εταιρείας διαχείρισης Hope Margaret Hancock, την οποία ίδρυσε ο πατέρας της και κατέχει μέρος της οικογενειακής περιουσίας. Τα παιδιά της Ράινχαρτ ως δικαιούχοι ζητούν να απομακρυνθεί η μητέρα τους από τη θέση της επιτρόπου. Η υπόθεση φέρνει την οικογένεια συνεχώς στο προσκήνιο της επικαιρότητας στην Αυστραλία.

Την Τετάρτη (μία ημέρα πριν από τα γενέθλιά της) η Ράινχαρτ, στο πλευρό της οποίας βρίσκεται μόνο η 25χρονη κόρη της Τζίνια, προσήλθε στο δικαστήριο με 20 δικηγόρους. Λίγες ημέρες νωρίτερα είχε απειλήσει ότι θα αποσύρει το ασφαλιστήριο συμβόλαιο για την προστασία των τριών μεγαλύτερων παιδιών της, του Τζον Λάνγκλεϊ (Χέιγουαρντ) Χάνκοκ, της Μπιάνκα Χόουπ Χέιγουαρντ και της Χόουπ Ράινχαρτ Γουέκερ, που την κατηγορούν για «σοβαρό παράπτωμα» στη διαχείριση του τραστ.