Σφοδρή επίθεση κατά των πολιτικών, ακόμη και Εργατικών, εξαπέλυσε ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Λίνζι Τάνερ, ισχυριζόμενος ότι αγνοούν το εθνικό συμφέρον και σπαταλούν το δημόσιο χρήμα προορισμένο για έργα υποδομής, με βασικό κριτήριο το πολιτικό και όχι οικονομικό συμφέρον.
Με σχόλιά επικριτικά για τις κυβερνήσεις Ραντ, Γκίλαρντ, αλλά και Χάουαρντ, τόνισε ότι το «πολιτικό άρμεγμα των κυβερνητικών δαπανών έχει επιδεινωθεί επικίνδυνα την τελευταία δεκαετία».

Τις δηλώσεις αυτές έκανε o πρώην υπουργός Οικονομικών στο Infrastructure Forum που έγινε την περασμένη Τετάρτη στη Μελβούρνη, τονίζοντας, μεταξύ άλλων ότι «το δημόσιο χρήμα, προορισμένο για μεγάλα έργα υποδομής, μοιράζεται στις πολιτείες με το σκεπτικό να μείνουν όλοι ευχαριστημένοι, που σημαίνει για πολιτικό όφελος και όχι για την επίτευξη του μεγαλύτερου δυνατού οικονομικού κέρδους για τη χώρα.

Αν έχεις το τελευταίο κατά νου, θα πρέπει να πεις ότι «τα μεγάλα έργα υποδομής θα γίνουν στο Κουίνσλαντ και τη Δυτική Αυστραλία».
Πράγμα δύσκολο γιατί έχει επικρατήσει η αντίληψη και η προσδοκία πλέον ότι η σάλτσα θα πρέπει να απλωθεί παντού, ανεξάρτητα αντικειμενικής αξίας, διαφορετικά θα υποστείς το πολιτικό κόστος. Φυσικά, αυτό δεν είναι ένα καινούριο φρούτο. Απλώς, τελευταία έχει πάρει μεγαλύτερες και επικίνδυνες διαστάσεις».

ΒΑΘΥΤΕΡΑ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ

Βάζοντας βαθύτερα το μαχαίρι, ο κ. Τάνερ θα πει ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει επανειλημμένα αγνοήσει προτάσεις του συμβουλευτικού της οργάνου (Infrastructure Australia), δίνοντας το πράσινο φως σε έργα για τα οποία είχε επισημάνει την προσοχή.

Συγκεκριμένα, υπογράμμισε την αναφορά του Γενικού Ελεγκτή Αυστραλίας που ανακάλυψε ότι το 2010 είχαν διατεθεί $2.2 δις. από τα χρήματα των φορολογουμένων σε οκτώ έργα για τα οποία το συμβουλευτικό όργανο είχε αποφανθεί ότι δεν είναι οικονομικά βιώσιμα ή ότι η υλοποίησή τους είναι πρόωρη.

Αξίζει, σ’ αυτό το σημείο να αναφερθεί ότι τα σχόλια του κ. Τάνερ έγιναν την επομένη της αποκάλυψης ότι οκτώ υπουργοί του Εργατικού Κόμματος, μεταξύ των οποίων ο Άνθονι Αλμπανίζ και η Τζένη Μακλίν, έλαβαν πάνω από $8.2εκατ. για έργα στις έδρες τους, χωρίς αυτό να γίνει γνωστό διά της κανονικής οδού.
Είπαμε, όμως, ότι το φαινόμενο δεν είναι καινούριο. Απλά τώρα έχει βγει εκτός ορίων και τα όργανά του έχουν αποθρασυνθεί.
Ο γενικός ελεγκτής, Ίαν Μακφί, αναφέρθηκε σε 33 περιπτώσεις σύμφωνα με τις οποίες σημειώθηκαν παρόμοια περιστατικά τα τελευταία 27 χρόνια.
Το συμβουλευτικό όργανο παράκουσε και η σημερινή πρωθυπουργός, Τζούλια Γκίλαρντ, όταν προεκλογικά υποσχέθηκε να χρηματοδοτήσει τη δημιουργία σιδηροδρομικής γραμμής μεταξύ Epping-Parammatta, στο Σίδνεϊ, ύψους $2.1 δις. που κατά τις εκτιμήσεις του Infrastructure Australia δεν βρισκόταν στην κορυφή των αναγκαίων έργων υποδομής της Πολιτείας.

ΟΛΟΙ ΝΑ ΠΑΡΟΥΝ

Ο κ. Τάνερ θα πει ότι «δυστυχώς οι αρχές με τις οποίες λειτουργούν οι σημερινοί πολιτικοί, βασίζονται στα «τζάμπα γεύματα», στη βάση όλοι να είναι ευχαριστημένοι και όχι να αποβλέπουν στη πραγματική λύση των προβλημάτων. Ο ίδιος θα πει ότι για την ασθένεια των έργων υποδομής ευθύνονται και οι πολίτες οι οποίοι έχουν μάθει να ζούνε με όλο και περισσότερες ανέσεις, αντιστέκονται σφοδρά σε νέες επιβαρύνσεις ή επιπλέον φόρους προκειμένου να γίνουν μεγάλα έργα. Επομένως και η θέση της κυβέρνησης γίνεται πιο δύσκολη. Πρέπει δηλαδή να σπάσει κάτι εντελώς, να μη δουλεύει καθόλου, για να αποφασίσουμε να το διορθώσουμε.

«Γεγονός είναι ότι η πίεση στην κυβέρνηση για πολιτικό όφελος σε βάρος του γενικού καλού είναι όλο και σφοδρότερη» κατέληξε ο κ. Τάνερ.