Η κουβέντα ήταν ήρεμη. Τουλάχιστον έτσι έμοιαζε. Ηταν από αυτές τις απολαυστικές διαμάχες που δεν ξεγλιστρούν στην ευκολία της έντασης, αλλά κρύβουν υπέροχα τα πάθη πίσω από τη γλυκομίλητη ειρωνεία. Ο αστικός μύθος ξεκινά κάπου στα σύνορα Εξαρχείων και Κολωνακίου. Ενα πρωινό, λίγα χρόνια πριν. Κίνηση, καυσαέριο, μηχανάκια πάνω στις διαβάσεις, σκόρπιες βρισιές, κόρνες, η γνωστή Αθήνα μπροστά από τους κιτρινισμένους τοίχους των παλαιών πολυκατοικιών της Σόλωνος.
«Πάγκαλε», είπε με την οικειότητα των τηλεθεατών προς τους διάσημους ένας νεαρός περαστικός προς τον Θεόδωρο Πάγκαλο, «μπορείς να περιμένεις μισό λεπτό; Θέλω να φέρω γιαούρτι για να σε γιαουρτώσω». Σε επιφανειακά ήρεμο κλίμα, ο αντριπρόεδρος της κυβέρνησης απάντησε: «Α, συγγνώμη δεν μπορώ να περιμένω. Έχω ραντεβού με τη μητέρα σου, με περιμένει». Όλα αυτά χωρίς να ανεβεί ούτε μία οκτάβα η ένταση της φωνής του, χωρίς μορφασμούς και περιττά κοκκινίσματα. Ενας φλεγματικός Βρετανός θα ήταν περήφανος για τις δόσεις συγκρατημένης οργής που δεν διοχετεύθηκαν. Μια τυπική ημέρα στη ζωή του Θεόδωρου Πάγκαλου ξεκινούσε.
Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΜΗ ΜΑΧΗΣ
Στις 17 Αυγούστου 2012, ο Θεόδωρος Πάγκαλος θα γίνει 75 ετών. Αυτά τα γενέθλιά του θα είναι διαφορετικά. Για πρώτη φορά από το 1981 δεν θα είναι μέλος του Κοινοβουλίου. Η επιλογή της αποχώρησης ήταν δική του. Δεν εξήγησε τους λόγους – ίσως η ηλικία, ίσως η κρίση, ίσως η κούραση, ίσως οι κραδασμοί των ατέρμονων συγκρούσεων. Ισως, όπως εξηγούν οξυδερκείς αναλυτές, οι ασυγκίνητοι αριθμοί: με όποιον τρόπο και να υπολογίζονταν, τα νούμερα δεν έβγαιναν. Αν ήταν υποψήφιος, δεν θα εκλεγόταν στο Υπόλοιπο Αττικής, όπως συμβαίνει από 1981 ως σήμερα.
«ΜΑΖΙ ΤΑ ΦΑΓΑΜΕ»
Ένα από τα πράγματα που γνωρίζουν καλά οι έξυπνοι άνθρωποι είναι να επιλέγουν τις μάχες τους. Nα αποφεύγουν μια εκ των προτέρων χαμένη αναμέτρηση. Ο Θεόδωρος Πάγκαλος είναι πολλά πράγματα και σίγουρα μεταξύ αυτών είναι και ευφυής. Διάλεξε τη νέα ζωή του.
Δεν είναι μόνο έξυπνος. Είναι και οξύθυμος, και επιθετικός, και υπερβολικός, και αυθόρμητος, και μπερδεμένος σχετικά με τις απόλυτες αλήθειες. Κάπως έτσι αποφάσισε να επιχειρήσει να τεκμηριώσει σε ένα βιβλίο το «μαζί τα φάγαμε». Θα είναι μια κλασική προβοκατόρικη κίνηση η οποία ταιριάζει στο προφίλ ενός τύπου που λειτουργεί με το θυμικό και αγαλλιάζει από την οσμή των συγκρούσεων. Πάντα παρορμητικά κατά τα φαινόμενα. Στην ουσία επιλεκτικά.
Η διήγηση ανήκει στον ίδιο. «Οταν ήμουν στο πανεπιστήμιο, στη Νομική, μάλωνα με έναν πολύ καλό φίλο μου πλέον, τον Χρήστο Φύσσα, ο οποίος άνηκε στη δεξιά παράταξη της ΕΚΟΦ. Εγώ τότε ήμουν κομμουνιστής. Μου έλεγε διαρκώς πως στη Σοβιετική Ενωση υπάρχουν στρατόπεδα συγκέντρωσης και πολιτικοί κρατούμενοι. Του απάντησα “είσαι πράκτορας της CIA” και του έριξα δύο δυνατές μπουνιές. Του έσπασα τα γυαλιά και τη μούρη. Ηξερα, όμως, ότι έλεγε αλήθεια. Αλλά ήταν μια αλήθεια που δεν έπρεπε να λέγεται. Τέτοια ολοκληρωτική σκέψη είχα τότε».
ΜΙΑ ΨΥΧΕΔΕΛΙΚΗ ΔΙΝΗ
Η σκέψη του άλλαζε όσο περνούσε ο καιρός. Ο εγγονός και συνονόματος του στρατηγού και πρώην δικτάτορα (το διάστημα 1925-1926), ο γιος του αυστηρού αντιπτεράρχου της Πολεμικής Αεροπορίας Γεωργίου Πάγκαλου, ο δικηγόρος, οικονομολόγος, καθηγητής στη Σορβόννη, ο παλιός Λαμπράκης, ο υπαρξιστής που έζησε από κοντά τον Μάη του ’68 («τότε γεννήθηκε η πρώτη μου κόρη και ακόμη έχω τύψεις, άλλαζε ο κόσμος μου σαν ψυχεδελική δίνη και δεν της έδωσα ποτέ χρόνο»), ο πρώην κομμουνιστής που μοιάζει να έχει αλλάξει πολλές απόψεις. Αν κάτι έμεινε απαράλλακτο, αυτό είναι ο τρόπος με τον οποίο αυτές εκφέρονται.
Πρόχειρη σταχυολόγηση. Οι καθηγητές; «Είναι αξύριστοι, βαριεστημένοι και άπλυτοι». Η Γερμανία; «Είναι ένας γίγαντας με πήλινα πόδια και μυαλό μικρού παιδιού». Ο Οτσαλάν, που συνδέθηκε με μια από τις χειρότερες στιγμές της καριέρας του, είναι «ένας άνθρωπος που δεν τον κάλεσε κανείς. Ενας Αρης Βελουχιώτης, ένας Τσε Γκεβάρα πεθαίνει στη μάχη, δεν την κοπανάει από ’δώ κι από ’κει ζητώντας άσυλο». Ο Αβραμόπουλος είναι «ο κύριος Τίποτα». Το ΚΚΕ «θέλει τη βία». Ο Αλέξης Τσίπρας «είναι ένας τσόγλανος». Η Νέα Δημοκρατία «δεν είναι και τόσο δημοκρατική». Οι δημόσιοι υπάλληλοι, «τεμπέληδες». Και άλλα πολλά και βιτριολικά. Προφανώς ο κόσμος χωρίζεται σε δύο κατηγορίες: σε ανθρώπους που δεν αντέχουν να τους μισούν και σε ανθρώπους που δεν αντέχουν να μην ασχολούνται μαζί τους. Ο Πάγκαλος επέλεγε το δεύτερο. Με βουλιμία και μαεστρία.
ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ
Του καταλογίζουν πολλά. Οτι πήρε το δαχτυλίδι της διαδοχής από τον Ανδρέα Παπανδρέου το 1994 όταν έγινε υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων, αλλά το έχασε σε μια μάχη με τον «Κύριο Τίποτα». Οτι αμέσως μετά επιτέθηκε κατά του Ανδρέα. Οτι 20 χρόνια μετά υιοθέτησε συμπεριφορές ανάλογες με εκείνη του Ανδρέα, όταν το 2010 υποστήριξε τις πολιτικές φιλοδοξίες της συζύγου του Χριστίνας Χριστοφάκη η οποία έθεσε υποψηφιότητα για τον Δήμο Σαρωνικού. Ολα αυτά τα αντιπαρέρχεται.
Αν κοιτάξει κάποιος προσεκτικά την ιστορία του οξύθυμου Πάγκαλου, θα καταλάβει ότι οι μάχες μπορεί να είναι σφοδρές, σχεδόν κινηματογραφικές, αλλά πάντα επιλεκτικές. Αλλά οι απολαύσεις των συγκρούσεων, όσο περνούν τα χρόνια, μοιάζουν να χάνουν τη μαγεία τους. Χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα, όταν, στην αρχή του περασμένου Νοεμβρίου, η Ελλάδα βρισκόταν μεταξύ δημοψηφίσματος και πλήρους κατάρρευσης. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης απουσίαζε σε ένα ταξίδι στην Κίνα, μακριά από την ενοχλητική πραγματικότητα. Το ταξίδι ήταν προγραμματισμένο, αλλά θα μπορούσε να αναβληθεί. Αν ήθελε.
Το 2001 σχολίαζε πως ο Γιώργος Παπανδρέου «δεν μοιάζει να έχει τα προσόντα για να γίνει Πρωθυπουργός». Δέκα χρόνια μετά υπήρξε ένας από τους πιο στενούς, σταθερούς συνεργάτες του. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, με τον οποίο έχουν συγκρουστεί δημοσίως για αμφιλεγόμενο χειρισμό υποθέσεων στο υπουργείο Πολιτισμού, ήταν ένα πρόσωπο με το οποίο ουδέποτε υπήρξε συνάφεια – αλλά για χρόνια συμβίωναν με μια αμοιβαία προσπάθεια ανακωχής. Εχουν βρεθεί και κοντά, αλλά, όπως θυμάται ο ίδιος, αυτό συνέβη μόνο κυριολεκτικά και όχι ιδεολογικά: «Σε μια Κεντρική Επιτροπή του ΠαΣοΚ είχαν προβλέψει να καθήσουμε με τη Μιλένα Αποστολάκη στη μέση. Εμείς το απολαύσαμε, δεν ξέρω για αυτή» έλεγε γελώντας. Στην πραγματικότητα το μίσος μεταξύ τους ξεχείλιζε, ακόμη και αν σπανίως εκφραζόταν. Κάποιοι λένε ότι ο Πάγκαλος θα απολαύσει όσο λίγοι μια ήττα του Βενιζέλου την επόμενη Κυριακή.
ΤΑ «ΑΗΔΕΣΤΑΤΑ ΦΑΣΤ-ΦΟΥΝΤ»
Αν κάτι διαθέτουν σε αφθονία οι πληθωρικοί άνθρωποι – εκτός από τα κιλά – είναι και η έλλειψη συμπλεγμάτων. Ο Θεόδωρος Πάγκαλος δεν έχει κανένα πρόβλημα να μιλάει για τα κιλά του. Ολα ξεκίνησαν το 1982 στο υπουργείο Εμπορίου, το πρώτο που του εμπιστεύτηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Εκεί, «στο κτηνώδες, μεταξικής έμπνευσης κτιρίο της πλατείας Κάνιγγος, πάχαινα περίπου μισό κιλό την εβδομάδα. Η νεανική ευλυγισία μου χάθηκε οριστικά. Πήγαινα στο υπουργείο στις 8.00 το πρωί και έφευγα το βράδυ, στις 10.00, καταναλώνοντας διαρκώς σάντουιτς και κάθε είδους αηδέστατα φαστ-φουντ, τα οποία πότιζα με κόκα κόλες και μπίρες».
Λίγο προτού η ευλυγισία του χαθεί, πρόλαβε να έρθει στα χέρια με έναν από τους Έλληνες τους οποίους σίγουρα είχε ως στερεότυπο στο μυαλό του τότε που μίλησε για τη μαζική ενοχή τού «μαζί τα φάγαμε». Ο ίδιος διηγείται παραστατικά: «Ενα πρωί επιθεωρούσα έναν χώρο στο ισόγειο του υπουργείου και είδα κάποιον να μπαίνει στο κτίριο με τα τέσσερα. Τον άρπαξα από τα μαλλιά και τον ακινητοποίησα. Μου είπε πως ήταν τμηματάρχης που το είχε σκάσει. Κάλεσα όλο το υπουργείο και κρατώντας τον από τα μαλλιά, γονατιστό στα τέσσερα, εξεφώνησα ένα λογύδριο. Τους είπα πόσο μεγάλος πρέπει να είναι ο εξευτελισμός κάποιου που το σκάει από τη δουλειά του με αυτόν τον ποταπό τρόπο».
ΟΙ LOSERS ΤΗΣ ΖΩΗΣ
Σύμφωνα με δικά του λόγια πάλι, υπάρχουν «άνθρωποι παγιδευμένοι στη μοίρα – ή κάποιες φορές και στις επιλογές τους – που τελικά χάνουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο το παιχνίδι. Losers γιατί το έφερε έτσι η τύχη, losers γιατί έτσι το έφεραν οι επιλογές τους. Χαμένοι…». Αυτή είναι η περιγραφή των διηγημάτων «Οι χαμένοι», ενός βιβλίου με δικά του αφηγήματα. Κάθε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις είναι συμπτωματική.
«ΔΕΝ ΜΑΣ Γ… ΠΡΩΙΝΙΑΤΙΚΑ»
Η προσωπική του ζωή είναι εξίσου πληθωρική. Εχει κάνει τρεις γάμους και έχει πέντε παιδιά. Μια κόρη που είναι 43 ετών, έναν γιο που είναι 24, δυο δίδυμα αγόρια 11 ετών και μία κόρη οκτώ ετών. «Νομίζω πως έχω σταματήσει πια. Δεν μπορώ να το προσυπογράψω βέβαια…» είπε πρόσφατα με αυτό το υπομειδίαμα συνενοχής των ανθρώπων που κάνουν πλάκα μιλώντας σοβαρά. Με ένα τέτοιο υπομειδίαμα, λίγα χρόνια πριν, απαντούσε μπροστά στις κάμερες έξω από το περιστύλιο της Βουλής «δεν μας γ… πρωινιάτικα» σε έναν κοινοβουλευτικό συντάκτη που του ζήτησε μια δήλωση τη λάθος στιγμή.
Ολα αυτά, όμως, είναι παρελθόν. Πριν από λίγες ημέρες ο Θεόδωρος Πάγκαλος ρωτήθηκε τι θα κάνει στις ημέρες του μακριά από την ενεργό πολιτική. Η απάντηση κυμαινόταν μεταξύ προειδοποίησης και απειλής: «Από εδώ και πέρα θα λέω ό,τι μου καπνίσει και για όποιον μου καπνίσει». Τόσο καιρό, άλλωστε, αυτολογοκρινόταν, ήταν φανερό.