Η οικονομική κρίση που πλήττει την ευρωζώνη «δεν προέρχεται από την Ελλάδα, ενώ πιθανή έξοδός της, δεν θα λύσει το πρόβλημα, αλλά θα δημιουργήσει πολύ μεγαλύτερο, καθώς και άλλες ευρωπαϊκές χώρες θα ακολουθήσουν με απρόβλεπτες συνέπειες».
Αυτό υποστηρίζει ο επικεφαλής οικονομολόγος της ANZ, μιας από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας, Τομ Κένι, σε συνέντευξή του στο δίκτυο SBS.
Ο κ. Κένι διατείνεται ότι «ακόμα και αν οδηγηθεί εκεί η κατάσταση, τότε η έξοδος θα πρέπει να γίνει ελεγχόμενα, προγραμματισμένα και οργανωμένα, ώστε να είναι προετοιμασμένο το ευρωπαϊκό αλλά και το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα να απορροφήσουν τις συνέπειες με τις μικρότερες δυνατές απώλειες». Σε αντίθετη περίπτωση, οι απώλειες θα είναι «τραγικές», ενώ «θα κληθούν οι κεντρικές τράπεζες σε παγκόσμιο επίπεδο να στηρίξουν το διεθνές χρηματοπιστωτικό οικοδόμημα».
Εντούτοις, διευκρινίζει ότι πιθανή έξοδος της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση «θα είναι επωφελής για τη χώρα, στο βαθμό που η ελληνική οικονομία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στον τουρισμό, στην οποία περίπτωση το υποτιμημένο εθνικό νόμισμα θα καταστήσει τη χώρα εξαιρετικά ελκυστικό τουριστικό προορισμό και επενδυτικό παράδεισο».
Σε ερώτηση της δημοσιογράφου εάν για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί υπεύθυνη είναι η Ελλάδα, ο κορυφαίος οικονομολόγος απαντά ότι «αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα καταλογίζονται όλα τα δεινά που συμβαίνουν σε παγκόσμιο επίπεδο, από τη μια άκρη του πλανήτη ως την άλλη. Στην πραγματικότητα, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εξίσου υπεύθυνη, που έλαβε μια τόση σημαντική και εξόχως δεσμευτική, οικονομικής φύσεως, απόφαση με πολιτικά κριτήρια».
Αφετέρου, σχολιάζει την σχεδόν αποκλειστική επίρριψη ευθυνών από τα διεθνή μέσα στην Ελλάδα για τις απώλειες στα διεθνή χρηματιστήρια, εξηγώντας και πάλι ότι «οι απώλειες οφείλονται εν μέρει μόνο στην πολιτική αστάθεια και αβεβαιότητα που επικρατεί στην Ελλάδα. Η πτώση του αυστραλιανού δολαρίου και των αγορών γενικότερα οφείλεται κατά κύριο λόγο στην οικονομία της Ασίας και ιδιαίτερα της Κίνας, καθώς οι ενδείξεις τους τελευταίους μήνες δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές».
Εν κατακλείδι, στην ερώτηση της δημοσιογράφου, πότε προβλέπει πιθανή έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, ο κ. Kenny απαντά ότι «σύμφωνα με την πάγια θέση του για έξοδο από το ευρώ μόνο ελεγχόμενα και προγραμματισμένα, στην περίπτωση που οδηγηθεί εκεί τελικά κατάσταση, θα απαιτηθούν διεργασίες τουλάχιστον 12 μηνών μεταξύ των κυβερνήσεων».
Εξάλλου, σε ραδιοφωνική εκπομπή του δικτύου ABC News φιλοξενείται συνέντευξη του «έγκριτου Βρετανού οικονομολόγου Sav Savouri, επικεφαλής εταιρείας hedge funds με έδρα στο Λονδίνο», ο οποίος τονίζει ότι «κανείς δεν μπορεί να εκδιώξει την Ελλάδα από την ευρωζώνη. Οι ίδιοι οι Έλληνες θα αποφασίσουν εάν επιθυμούν να παραμείνουν ή όχι».
Σχολιάζοντας τις δηλώσεις της επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ σχετικά με αποπομπή από το ενιαίο νόμισμα σε περίπτωση μη τήρησης των συμφωνιών που απορρέουν από τις δανειακές συμβάσεις, υποστηρίζει ότι «αυτές ακριβώς θα έπρεπε να είναι οι δηλώσεις της, στο πλαίσιο της παρακινδυνευμένης πολιτικής που ακολουθείται, σαν παιχνίδι πόκερ, προκειμένου να πιέσει τους Έλληνες πολίτες να λάβουν την τελική απόφαση».
Υπογραμμίζει ότι «η Ελλάδα διαθέτει σημαντική διαπραγματευτική ισχύ, δεδομένου ότι η έξοδός της από το ευρώ αντίκειται στα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων μερών, του ΔΝΤ, της ΕΕ, της Γερμανίας και της Γαλλίας». Θεωρεί, εντούτοις, ότι «ορθώς επιβλήθηκαν οι συγκεκριμένες περικοπές δαπανών του προϋπολογισμού στο πλαίσιο των μέτρων λιτότητας στους Έλληνες, καθώς ήταν απαραίτητο να σταλεί το μήνυμα ότι το να δαπανούν πέραν των οικονομικών δυνατοτήτων τους έχει συνέπειες». Θεωρεί, ωστόσο, ότι η αυστηρή πολιτική λιτότητας στην Ευρώπη θα «μετριαστεί ιδίως μετά την εκλογή του κ. Ολάντ» στη Γαλλία και συμβουλεύει τους Έλληνες «να κάνουν υπομονή».
Σε ερώτηση εάν η Ελλάδα είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για την οικονομική κρίση, απαντά αναφερόμενος στην περίπτωση της Νέας Υόρκης, ότι «όταν το 1975 χρεοκόπησε, κανείς δεν σκέφτηκε να την εκδιώξει από τη ζώνη του δολαρίου. Εφαρμόστηκαν πολιτικές λιτότητας και ανάπτυξης και επτά χρόνια μετά κατάφερε να αναδειχθεί σε παράδειγμα χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης». Προσθέτει ότι στην περίπτωση της ευρωζώνης, «η ΕΕ και πιο συγκεκριμένα η Γερμανία και η Γαλλία είναι συνυπεύθυνες με την Ελλάδα», δεδομένου ότι «πίεσαν χώρες όπως την Ελλάδα και την Ιρλανδία να ενταχθούν σε μια νομισματική ένωση χωρίς να πληρούν, σε καμία περίπτωση, τα οικονομικά κριτήρια. Επρόκειτο για μια πολιτική απόφαση με οδυνηρές συνέπειες». Εξάλλου, «φυσικό και αναμενόμενο ήταν να ξοδεύουν και να δανείζονται, εφόσον ήταν τόσο χαμηλά τα επιτόκια. Ποιος δε θα έκανε το ίδιο;».
Ταυτόχρονα, προσθέτει ότι ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη «μπορεί να οδηγήσει τη χώρα ακόμα και σε στρατιωτικό πραξικόπημα, εάν επικρατήσουν συνθήκες υποτίμησης του εθνικού νομίσματος, σημαντικής επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, κυριαρχίας της μαύρης αγοράς, μεταναστευτικού κύματος των νέων ανθρώπων προς την Ευρώπη και την Αυστραλία και γενικής κατάρρευσης του κοινωνικού ιστού».
Καταλήγει τονίζοντας ότι το «ευρώ αποτελεί ισχυρό νόμισμα, ισχυρότερο του αμερικανικού δολαρίου» και ότι η «διαφαινόμενη κατακόρυφη άνοδος του αυστραλιανού δολαρίου με σημαντικές απώλειες για την αυστραλιανή οικονομία, θα προέλθει από τις εξελίξεις στις αγορές τις Ασίας και ειδικότερα της Κίνας, η οποία αναμένεται σύντομα να κόψει τον ομφάλιο λώρο με το αμερικανικό δολάριο και να αναδειχθεί σε ισχυρή οικονομική δύναμη». Υπογραμμίζει δε ότι η αυστραλιανή οικονομία «δεν επηρεάζεται στο ελάχιστο από τις πολιτικές και οικονομικές αναταράξεις στην Ευρώπη».
Σε άρθρο της εφημερίδας «The Australian» καταγράφονται τα τρία επικρατέστερα σενάρια για την επαύριον των εκλογών στις 17 Μαρτίου. Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο «η συντονισμένη προσπάθεια ευρωπαίων εταίρων και δανειστών να πείσουν το εκλογικό σώμα ότι οι θέσεις των ‘αντιμνημονιακών κομμάτων’ είναι παραπλανητικές και ότι δεν υπάρχει δυνατότητα απόρριψης της λιτότητας και ταυτόχρονης παραμονής στην ευρωζώνη θα τελεσφορήσει και θα αναδειχθούν στην εξουσία τα παραδοσιακά κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Θα συνεχίσουν το πρόγραμμα λιτότητας, θα καθησυχασθεί η ΕΕ ότι αποσοβήθηκε η κρίση και τότε ίσως δοθεί έγκριση για μετριασμό της αυστηρής λιτότητας». Οι πιθανότητες για αυτό το σενάριο είναι 25% σύμφωνα με τον αρθρογράφο.
Σύμφωνα με το δεύτερο σενάριο, το οποίο έχει πιθανότητες 20%, «νικητές της εκλογικής αναμέτρησης αναδεικνύονται τα ‘αντιμνημονιακά’ κόμματα, η Ευρώπη υπαναχωρεί των αυστηρών τοποθετήσεων και θέσεων και η χώρα παραμένει στην ευρωζώνη».
Το τρίτο σενάριο, στο οποίο δίνονται από τον αρθρογράφο και οι μεγαλύτερες πιθανότητες να ισχύσει με ποσοστό 55%, προβλέπει «επικράτηση των ‘αντιμνημονιακών’ κομμάτων, διακοπή του προγράμματος λιτότητας, συνακόλουθα διακοπή του δανεισμού της χώρας και χρεωκοπία, με άμεση συνέπεια την έξοδο της χώρας από τη νομισματική ένωση».