Η επίθεση είναι η καλύτερη άμυνα και η Μπάρτσα το απέδειξε μην αφήνοντας περιθώρια παρερμηνείας.
ΤΟ ίδιο κάνουμε και εμείς ως λαός, με τη διαφορά ότι δεν το κάνουμε ομαδικά (όπως η Μπαρτσελόνα) και δεν διαθέτουμε παιχταράδες όπως είναι ο Μέσι, ο Ινιέστα και ο Τσάβι.
ΣΥΝΗΘΩΣ, αγανακτούμε και «βγαίνουμε από τα ρούχα μας» όταν κατά βάθος αντιλαμβανόμαστε, ότι αυτοί που μας ασκούν κριτική έχουν δίκιο.
ΓΙΑ άλλη μια φορά, σύσσωμη η μιντιακή διανόηση της χώρας (και όχι μόνο) «βγήκε από τα ρούχα της», με τα όσα δήλωσε η διευθύντρια του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.
ΚΑΙ τι είπε παρακαλώ η κυρία Χριστίνα, που στάθηκε αφορμή να φέρει τον ελληνικό λαό στα πρόθυρα νευρικής κρίσης;
ΜΑ κάτι λιγότερα απ’ ό,τι λέμε όλοι μεταξύ μας εδώ και χρόνια τώρα. Ότι τα δανεικά τελείωσαν και ήλθε η ώρα να ζήσουμε με όσα (οι ίδιοι) κερδίζουμε.
«ΗΛΘΕ η ώρα να πληρώσουμε» είπε η σιδηρά κυρία των ΔυΝαΤών και εννοούσε, βέβαια, τους φόρους μας και όχι για τα λάθη των προγόνων μας, τουλάχιστον προς το παρόν.
ΔΕΧΟΜΑΙ, έως ένα βαθμό, ότι ο τρόπος με τον οποίο μίλησε ήταν σκληρός (και χυδαίος) για τον «ευαίσθητο» ελληνικό λαό, που ενώ «δεν ανέχεται μύγα στο σπαθί του» όταν θίγεται η αξιοπρέπειά του, κάνει κωλοτούμπες και εκλιπαρεί για δανεικά.
ΔΕΧΟΜΑΙ, επίσης, ότι η Λαγκάρντ και οι όμοιοί της είναι οι τελευταίοι που δικαιούνται να ηθικολογούν και να δηλώνουν ότι ξενυχτούν (από αγωνία) για τα παιδάκια του Νίγηρα, τη στιγμή που δουλειά τους είναι να επιβάλουν τις «αρχές» και τους (δαρβινικούς) κανόνες του καπιταλισμού.
ΟΛΑ αυτά είναι σωστά και έχουν τη θέση τους σε μια συζήτηση για το τι ποιοι είναι και τι επιδιώκουν οι εμπλεκόμενοι στην ελληνική κρίση.
ΠΙΟ σωστό και επίκαιρο, όμως, είναι ότι η πατρίδα μας, μετά από τρία χρόνια της πιο βαθιάς μεταπολεμικής κρίσης που έχει βιώσει, συνεχίζει να ακολουθεί (περήφανα!) το δρόμο που την έφερε έως εδώ.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ να παραμένει, χάρη στις προσπάθειες του «ηρωικού» λαού της, ένας από τους καλύτερα οργανωμένους (και πιο αποτελεσματικούς) φορολογικούς παραδείσους του πλανήτη!
ΑΛΛΑ, αν τα όσα είπε η ασπρομάλλα κυρία του ΔΝΤ, είναι χυδαία και απαράδεκτα, τότε πέστε μου (σας παρακαλώ) πώς μπορεί να χαρακτηρίσει ένας άνθρωπος που δεν έχει πάρει ακόμα διαζύγιο από την κοινή λογική, τη συμπεριφορά των Ελλήνων φορολογουμένων…
ΚΑΙ για να μη λέμε κουβέντες, να πώς διαμορφώθηκε η κατάσταση στο φορολογικό τοπίο πέρυσι καταμεσής της κρίσης, που έχει φέρει τα πάνω κάτω.
ΤΑ στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα (πριν λίγες) μέρες, επιβεβαιώνουν ότι ο λαός δεν λέει να εγκαταλείψει με τίποτα τα κεκτημένα του στον τομέα της φοροδιαφυγής.
ΚΑΙ για να πάρετε μια γεύση, να πώς έχουν: οι ιδιοκτήτες κουρείων και κομμωτηρίων δήλωσαν πέρυσι (κατά μέσο όρο) 5.500 ευρώ, δηλαδή τα έσοδά τους δεν υπέρβαιναν τα 450 ευρώ το μήνα!
ΜΠΑΡ, καφετέριες και κέντρα διασκέδασης, δήλωσαν, κατά μέσο όρο πάντα, 6.500 ευρώ το χρόνο, δηλαδή κάτι παραπάνω από 500 ευρώ το μήνα!
ΟΣΟ για τους υδραυλικούς (που στην Αυστραλία δηλώνουν περισσότερα από τους γιατρούς και δικηγόρους!) δήλωσαν κάτι παραπάνω από 10.000 ευρώ, δηλαδή μετά βίας 900 ευρώ το μήνα!
ΚΑΙ τα πιο πάνω είναι η κορυφή του παγόβουνου, αφού στα περισσότερα πρατήρια βενζίνης χρειάζεται να μαλώσεις για να πάρεις απόδειξη, ενώ οι «ευσυνείδητοι» επαγγελματίες κάθε ειδικότητας, διαπραγματεύονται άλλες τιμές με απόδειξη και άλλες χωρίς!
ΤΑ φακελάκια στα νοσοκομεία συνεχίζουν να «δίνουν και να παίρνουν» και τα… γρηγορόσημα σε πολλές δημόσιες υπηρεσίες μεσουρανούν!
ΜΕ λίγες κουβέντες, ο «περήφανος» ελληνικός λαός δεν λέει να εγκαταλείψει με τίποτα το εθνικό σπορ στο οποίο κρατά τα σκήπτρα στην Ευρώπη, εδώ και δύο ολόκληρους αιώνες.
ΜΕ λίγες κουβέντες, αγαπητοί αναγνώστες, η φοροδιαφυγή συνεχίζει να οργιάζει και οι μηχανισμοί για την αντιμετώπισή της έχουν σχεδόν καταρρεύσει, όπως έχει καταρρεύσει ολόκληρη η χώρα.
ΣΤΗΝ ολική οργανωτική κατάρρευση (και ηθική χρεοκοπία) οφείλονται και τα οριζόντια μέτρα που πήρε κάτω από την πίεση της τρόικας και η κυβέρνηση του… Γεωργίου Β’.
ΑΥΤΟ που, στην ουσία, έκανε ήταν να περικόψει μισθούς και συντάξεις. Δηλαδή, να κρατήσει τα χρήματα που είχε στη «τσέπη» της.
ΜΕ άλλα λόγια, έκανε το πιο εύκολο που μπορούσε να κάνει, αφού δεν είχε τη στοιχειώδη δυνατότητα να κάνει το αυτονόητο: να φορολογήσει τους έχοντες και κατέχοντες και να εισπράξει τους απλήρωτους φόρους.
ΓΙΑΤΙ ενώ το πρώτο, όπως είπαμε, ήταν εύκολο, το δεύτερο απατούσε πολιτική βούληση και, προπαντός, οργανωμένο (και λειτουργικό) κράτος.
ΚΑΙ τέτοιο κράτος, όχι μόνο δεν υπήρχε, αλλά ούτε και τούτη τη στιγμή της οδυνηρής κατάρρευσης, δεν γίνεται καμιά προσπάθεια να υπάρξει μελλοντικά.
ΟΠΩΣ έχουμε ξαναγράψει, αυτή την εποχή ζει το σύνδρομο του βατράχου, ο οποίος συνηθίζει τη σταδιακή αύξηση της θερμοκρασίας του νερού μέσα στην κατσαρόλα που βρίσκεται, μέχρι που βράζει μαζί με το νερό, αντί να πηδήξει έξω όσο ακόμα είναι καιρός.
ΝΑ (ξανα)τονίσω, ότι η κακοδαιμονία της πατρίδας πηγάζει κατευθείαν από τους τάφους των… ένδοξων προγόνων μας.
Η αυτοκριτική, ένα από τα πιο σημαντικά «εργαλεία», να διορθωθούν τα κακώς κείμενα, ήταν (για εμάς) και παραμένει άγνωστη.
ΟΠΩΣ είχε γράψει πριν 30 και πλέον έτη ο Νίκος Δήμου στο προφητικό βιβλίο του «Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας», όταν κοιταζόμαστε στον καθρέφτη βλέπουμε πάντα τον Μέγα Αλέξανδρο και ποτέ τον Καραγκιόζη!
ΓΙ’ ΑΥΤΟ και προσπαθούμε (πάντα) να φορτώσουμε τις κακοτυχίες μας στους ξένους, που μας καταδιώκουν γιατί μας φθονούν επειδή έχουμε λαμπρούς προγόνους και είμαστε… ωραία παιδιά.
ΓΙΑ όλα τα στραβά ευθύνονται κάποια «άλλοι» και ποτέ εμείς οι ίδιοι. Αυτό μας οδήγησε στο να αντικαταστήσουμε την κοινή λογική με τη συνωμοσιολογία και να ψάχνουμε (μόνιμα) για εχθρούς.
ΑΡΝΟΥΜΑΣΤΕ πεισματικά να κάνουμε την πιο απλή (και αυτονόητη) ερώτηση: γιατί οι «ξένοι» μας κυνηγούν και θέλουν το κακό μας; Τι επιδιώκουν και, ακόμα περισσότερο, τι θα κερδίσουν;
ΕΚΤΟΣ και αν δεχθούμε ότι ασχολούνται μαζί μας γιατί δεν έχουν άλλη δουλειά να κάνουν ή για να «σπάνε πλάκα».
ΕΙΜΑΣΤΕ, δηλαδή, για την παγκόσμια κοινότητα κάτι σαν τους Ιρλανδούς και τους Πόντιους των ανεκδότων που τους «πειράζουν» όλοι.
ΓΙΑ να διαπιστώσετε πόσο τραγικά αστείοι (και μόνοι) είμαστε, βάλτε σε μια στιγμή τον εαυτό σας στη θέση κάποιου Ευρωπαίου πολίτη.
ΓΙΝΕΤΕ για μια στιγμή υπήκοοι του δωρικού Σόιμπλε και δείτε με καθαρό μάτι τα όσα είπαμε και πράξαμε τα τρία τελευταία χρόνια, για να μην πάμε σε παλαιότερα δάνεια και χρεοκοπίες που άρχισαν με το «καλημέρα» της σύστασης του ελληνικού έθνους και, συγκεκριμένα, την 25η Μαρτίου του 1821, γύρω στις 10.30 το πρωί!
ΑΠΟ το «λεφτά υπάρχουν» του Παπανδρέου του Γ’, περάσαμε εν μια νυκτί στο «δεν υπάρχει σάλιο» του Λοβέρδου.
ΣΤΗ συνέχεια και μέσα σε λίγες εβδομάδες, ζητήσαμε τη στήριξη των εταίρων μας για να βρούμε λεφτά από τις «αγορές», τονίζοντας κάθε τόσο ότι… «δεν ζητάμε λεφτά»!
Η ζητιανιά άρχισε, χωρίς ντροπή και περισυλλογή, αμέσως μετά, ενώ όταν οι εταίροι μας άρχισαν να μιλούν για «κούρεμα» σύσσωμο το Έθνος αναφωνούσε σε όλους τους τόνους ότι δεν θα δεχτούμε (με τίποτα) να μας… κουρέψουν!
ΟΤΑΝ οδηγηθήκαμε στο κομμωτήριο των «αγορών» για ελάφρυνση της κώμης μας, ξεχάσαμε τα πάντα και αρχίσαμε να ζητάμε να μας κουρέψουν με τη ψιλή και αν είναι δυνατόν να μη μας αφήσουν τρίχα!
ΤΟ ίδιο κάναμε και με τα Μνημόνια και τη Δανειακή Σύμβαση. Φωνάζαμε ότι δεν τα θέλουμε με απλωμένο (μόνιμα) το χέρι.
ΜΕ τη συμπεριφορά μας έχουμε κάνει ξεκάθαρο ότι, ναι μεν, γουστάρουμε την Ευρώπη και το ευρώ, αλλά μισούμε τις υποχρεώσεις που απορέσουν από τις συμφωνίες για να διατηρηθεί η χώρα όρθια.
ΕΡΩΤΩ, λοιπόν, αν ήσασταν (για μια στιγμή) Γερμανός, Γάλλος ή Βέλγος φορολογούμενος, και δίνατε τα ωραία σας λεφτά για την Ελλάδα, τι θα σκεφτόσασταν και πώς θα ερμηνεύατε τη συμπεριφορά μας;
ΚΑΙ αναφέρομαι στα πρόσφατα καμώματά μας γιατί τα ίδια κάνουμε εδώ και 200 χρόνια. Μόνιμα προσπαθούμε να αποποιηθούμε των αποχρώσεων μας.
ΝΑ προσθέσω εδώ ότι κανείς, ούτε παλαιότερα ούτε τώρα, δεν μας έβαλε το πιστόλι στον κρόταφο για να μας δανείσει λεφτά.
ΑΚΟΜΑ και τώρα μπορούμε να τους πετάξουμε τα Μνημόνια στα μούτρα τους και να στείλουμε τη τρόικα σπίτι της, φτάνει να αποφασίσουμε ότι θα τα βγάλουμε πέρα μόνοι μας.
ΕΛΑ όμως που ο δρόμος της (ατομικής) περηφάνιας και της (εθνικής) αξιοπρέπειας είναι δρόμος θυσιών, κόπων και στερήσεων, που ουδείς θέλει να περπατήσει.
ΤΖΑΜΠΑ μάγκες είμαστε σας λέω, που στις πρώτες δυσκολίες καταπίνουμε το τσαμπουκά μας και αρχίζουμε να κλαψουρίζουμε και ζητιανεύουμε.
ΔΕΝ μπορούμε όμως από τη μια να ζητάμε (λεφτά) και από την άλλη να παθαίνουμε ψυχολογικό τραλαλά για τους όρους που επιβάλλουν οι δανειστές.
ΜΕ δυο λόγια δεν μπορούμε να έχουμε «τη πίτα άκοπη και το σκυλί χορτάτο». Αυτά και γεια χαρά σε όλους.