O ερωτευμένος… συγγραφέας

Εμπνέει η γλυκιά μεγαγχολία που διακρίνω στα μάτια του όταν μιλά για την Ελλάδα. Ο Mελβουρνιώτης στοχαστής συγγραφέας, Arnold Zable, αγάπησε τους Έλληνες, την Ελλάδα, την ελληνική γη, τις ελληνικές παραδόσεις και την ελληνική κουλτούρα, με πάθος και σεβασμό ως πραγματικός φιλέλληνας.

Μαρτυρία αυτής της βαθιάς αγάπης σε κάθε τι ελληνικό δεν είναι μόνο τα βιβλία του «The Fig Tree», «The Sea of Many Returns» και «Violin Lessons», αλλά και η ζωή του ολόκληρη. Μπορεί η Ελλάδα και κάθε τι ελληνικό να ζωντανεύει τη δημιουργική του λογοτεχνική παραγωγή, αλλά η σχέση του με την Ελλάδα ξεκίνησε πολύ πριν ο Zable αρχίσει να γράφει. Ξεκίνησε από τα παιδικά του χρόνια.

Γι’ αυτή τη σχέση ο γνωστός και πολυβραβευμένος συγγραφέας θα μιλήσει το Σάββατο, 16 Ιουνίου, στο Ελληνικό Φεστιβάλ Συγγραφέων που διοργανώνεται υπό την αιγίδα της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας και του Φεστιβάλ Αντίποδες, στο Wheeler Centre. Γι’ αυτή τη σχέση του ζητήσαμε να μιλήσει στο «Νέο Κόσμο» και είναι γεγονός ότι σήμερα, με δεδομένο τα όσα συμβαίνουν στην πιο όμορφη γωνιά του πλανήτη που πνίγεται από μία κρίση όχι μόνο οικονομική, αλλά κυρίως κοινωνική και πολιτιστική, τα λόγια του αποκτούν μία ιδιαίτερη σπουδαιότητα.

Ο ίδιος νοιώθει ότι η πρόσκληση στο Φεστιβάλ αποτελεί μεγάλη τιμή και πρόκληση. «Είναι εύκολο να μιλάς για την πολιτιστική σου ταυτότητα» λέει ο εβραϊκής καταγωγής Zable. «Όταν όμως σε καλούν να μιλήσεις για μία άλλη κουλτούρα είναι πρόκληση. Νοιώθεις μία ιδιαίτερη ευθύνη» αναφέρει. Ο Zable, όμως, μπορεί να σηκώσει αυτήν την ευθύνη επάξια στους ώμους του και αυτό γιατί έχει τον καλύτερο αρωγό σ’ αυτήν του την προσπάθεια, έναν αρωγό που λέγεται βαθιά αγάπη.

ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ

Για όποιον δεν έχει διαβάσει Arnold Zable, είναι δύσκολο να καταλάβει την ερωτική σχέση του συγγραφέα με την ελληνική κουλτούρα. Ο εβραϊκής καταγωγής Zable γράφει ελληνικές ιστορίες στο βιβλίο του «The Fig Tree», με μία εσωτερικότητα στην ματιά του που καθηλώνει κάθε αναγνώστη. Στο «Sea of Many Returns» βουτά σε ελληνικές παραδόσεις και γεύεται με κάθε του αίσθηση τη σκληρή, αλλά παράλληλα φιλόξενη ελληνική γη. Γίνεται κοινωνός της, παρατηρητής, στοχάζεται και συμπάσχει και όλα αυτά με μία ευαισθησία που μόνο μία ερωτευμένη ψυχή μπορεί να έχει. Στο τελευταίο του βιβλίο «Violin Lessons» προσπαθεί να εμβαθύνει στην ελληνική ψυχή και κουλτούρα προκειμένου να βιώσει το παράδοξο της ύπαρξής της. Κοιτά πώς βιώνει ένας λαός τον θάνατο, πώς θρηνεί και πώς αγκαλιάζει τη ζωή όταν τελειώσει ο θρήνος.
Όλες αυτές οι προσεγγίσεις που ο Zable επιχειρεί μαρτυρούν, όπως ο ίδιος λέει, μία πολύπλευρη και μακροχρόνια σχέση με την ελληνική κουλτούρα, γιατί όπως ο ίδιος πιστεύει δεν μπορείς να κάνεις τίποτα από τα παραπάνω αν δεν γίνεις ένα με τους ανθρώπους, την παράδοσή τους, αν δεν ζήσεις όσα ζουν.

«Είναι μία σχέση που άρχισε όταν ήμουν ακόμα παιδί και επισκεπτόμουν τα σπίτια των Ελλήνων συμμαθητών μου. Τότε βίωσα για πρώτη φορά τη φιλοξενία, τα ελληνικά γλέντια, την ελληνική μουσική. Ήταν ένας κεραυνοβόλος έρωτας. Ήθελα να τον ζήσω λίγο ακόμα, λίγο περισσότερο. Και το λίγο έγινε πολύ. Δεν μπορούσα να χορτάσω την ομορφιά αυτής της κουλτούρας. Ερωτεύτηκα και παντρεύτηκα Ελληνίδα γιατί όσο και αν ακούγεται υπερβολικό, ένοιωθα ότι η ελληνική κουλτούρα ήταν και δική μου κουλτούρα έστω και αν οι γονείς μου κατάγονται από την Πολωνία. Ένοιωθα τόσο Έλληνας, όσο Πολωνός και όσο Αυστραλός».

Το 1973 και πριν ακόμα γνωρίσει τον έρωτα της ζωής του, την Ιθακήσια Ντόρα, τον βρίσκει να εργάζεται σε ένα καρνάγιο στον Πειραιά. «Από την πρώτη στιγμή που βρέθηκα στην Αθήνα είπα στον εαυτό μου… ‘Ανήκω σ’ αυτή τη γη’. Ήταν η ομορφιά της (;)» λέει και αναρωτιέται μόνος του. «Νομίζω ως ένα σημείο, ναι, αυτό ήταν! Ερωτεύτηκα αυτήν την ομορφιά από την πρώτη στιγμή» συνεχίζει και προσθέτει… «Βέβαια, είναι και κάτι άλλο πιο βαθύ πιστεύω. Αυτός ο λαός, όπως και ο δικός μου λαός, κουβαλούν μία μεγάλη και σίγουρα πολυτάραχη Ιστορία. Είναι γεμάτη ζοφερές εμπειρίες η Ιστορία της Ελλάδας και αυτό ακριβώς το γεγονός δημιουργεί κάτι το παράδοξο στους Έλληνες. Την ανάγκη να ζήσουν, να γιορτάσουν την ζωή. Δεν περιμένουν τις κατάλληλες συνθήκες να το κάνουν αυτό. Κάθε μέρα, κάθε ώρα, μπορούν και γιορτάζουν τη ζωή. Είναι αυτό που αποκαλείται κέφι. Είναι από τα πιο γοητευτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κουλτούρας αυτή η αισιοδοξία που την ίδια στιγμή φανερώνει και μία βαθιά ρεαλιστική κοσμοθεωρία για τη ζωή. Αναγνωρίζει τι είναι σημαντικό και τι όχι. Ασκεί μία μεγάλη γοητεία αυτός ο ρεαλισμός».

Ο έρωτας του Zable με την ελληνική κουλτούρα θεμελιώθηκε, βέβαια, όταν παντρεύτηκε την αγαπημένη του Ντόρα και σήμερα πλέον δηλώνει ευθέως ότι, όντως, νοιώθει λίγο Έλληνας. «Δεν μπορώ να πω ότι είμαι Έλληνας αλλά νοιώθω κοινωνός κάθε ελληνικού στοιχείου, στο σημείο βέβαια που το έζησα. Την ίδια στιγμή ομολογώ ότι μπορώ να αποστασιοποιούμαι ως συγγραφέας και να παρατηρώ τις εκφάνσεις αυτής της κουλτούρας ως ‘ξένος’, αλλά το κάνω πάντα με σεβασμό» μου λέει, προσθέτοντας ότι ενώ αυτό είναι πρόκληση και τον προβληματίζει αρκετά δεν θα μπορούσε να δει ποτέ τον εαυτό του σε διαφορετικό μονοπάτι.

ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Είναι σίγουρο ότι η ανατομική ματιά του Arnold Zable στην ελληνική ψυχή και κουλτούρα θα έρθει στο προσκήνιο με πολλές περισσότερες λεπτομέρειες και ενδιαφέρουσες επισημάνσεις το επόμενο Σάββατο. Δεν θα μπορούσα, όμως, να μην διακινδυνεύσω την επόμενη ερώτηση σε έναν άνθρωπο που μπορεί να δει ως ‘ξένος’ δημιουργικός παρατηρητής «και τις δύο πλευρές» του νομίσματος και εννοώ την Ελλάδα του σήμερα, την Ελλάδα της κρίσης.

Και η άποψή του γι’ αυτήν την Ελλάδα ομολογώ ότι δεν με εκπλήσσει γιατί κρύβει μέσα της μία ώριμη θεώρηση που λαμβάνει υπόψη της όχι τα οικονομικά αδιέξοδα αλλά, πάνω από όλα, την πολιτιστική ταυτότητα των ανθρώπων που τα ζουν.

Ο Zable βλέπει την κρίση, αλλά και τις αντιφάσεις που δημουργούνται από τον τρόπο που αυτή και ο ελληνικός λαός αντιμετωπίζονται από τους ‘ξένους’. «Είναι πολύ δύσκολα τα διλήμματα που αντιμετωπίζει η σημερινή Ελλάδα. Κανένας δεν μπορεί να δώσει λύσεις, κανένας νομίζω δεν μπορεί να πει στον ελληνικό λαό… ‘κάνε αυτό ή κάνε εκείνο’. Ναι, έγιναν λάθη, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ένας λαός μπορεί να αλλάξει την ψυχοσύνθεσή του, την ταυτότητά του από την μία μέρα στην άλλη, για να διορθώσει αυτά τα λάθη. Κανένας λαός δεν μπορεί να αλλάξει, να γίνει άλλος. Αυτό θα αποτελούσε έγκλημα. Είναι παράδοξο όλοι οι Ευρωπαίοι να λατρεύουν την Ελλάδα για χρόνια τώρα, να κάνουν διακοπές σ’ αυτή τη χώρα όπως δεν θα μπορούσαν να κάνουν διακοπές πουθενά αλλού, και την ίδια στιγμή να ζητούν απ’ αυτήν την Ελλάδα να αλλάξει, να γίνει κάτι που δεν ήταν ποτέ. Είναι η αγάπη του Έλληνα για τη ζωή που δίνει τις μοναδικές εμπειρίες σ’ αυτούς τους ίδιους Ευρωπαίους που σήμερα κατακρίνουν την Ελλάδα και τους Έλληνες για την κατάσταση και τους λόγους για τους οποίους περιήλθαν σ’ αυτή. Φάσκουν και αντιφάσκουν οι Ευρωπαίοι. Και οι Έλληνες, ξέρω, πρέπει να αλλάξουν πρακτικές και συστήματα, αλλά δεν μπορούν να πάψουν να είναι Έλληνες. Δεν μπορούν να γίνουν Γερμανοί. Ποιος λαός μπορεί να αρνηθεί αυτό που είναι; Ποιος μπορεί να σιωπήσει στην ψυχή του Έλληνα, στην ζωή του, σε κάθε πρόσωπο της καθημερινότητάς του το… κέφι. Είναι μία ουτοπία νομίζω αυτή η προσπάθεια. Την ίδια στιγμή, όμως, πιστεύω ότι ο δρόμος για την Ελλάδα είναι πολύ δύσκολος. Και αν η ιστορία μας έχει διδάξει κάτι, σίγουρα δεν είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα περπατά σε δύσκολους δρόμους».
Με αυτά τα λόγια τελειώσαμε την κουβέντα μας με τον Arnold Zable. Τα υπόλοιπα και πολλά άλλα το Σάββατο, 16 Ιουνίου στις 7.00 μ.μ. στο Wheelers Centre.
Περισσότερες πληροφορίες και κρατήσεις θέσεων στο τηλ. 9662 2722