Η κυβέρνηση Γκίλαρντ θα διευρύνει τις σχέσεις και τη συνεργασία με το μεταναστευτικό πληθυσμό της Αυστραλίας, με τη συγκρότηση Υπουργικών Συμβουλευτικών Επιτροπών από τις μεγαλύτερες μεταναστευτικές κοινότητες της χώρας.
Μετά την καθιέρωση των τακτικών συναντήσεων της πρωθυπουργού και υπουργών με αντιπροσώπους των μεταναστευτικών κοινοτήτων και την αναβάθμιση -στον τελευταίο κυβερνητικό ανασχηματισμό- της πρώην υφυπουργού, Kate Lundy, σε υπουργό Πολυπολιτισμικών Υποθέσεων, η κυβέρνηση πήρε μία ακόμη καινοτόμο πρωτοβουλία διαδραστικής συνεργασίας αντιπροσωπευτικών φορέων των μεταναστών με την κεντρική πολιτική εξουσία.
Ο υπουργός Μετανάστευσης, Chris Bowen, ανακοίνωσε τη συγκρότηση εννιά Υπουργικών Συμβουλευτικών Επιτροπών (Ministerial Consultative Committees), οι οποίες καλύπτουν την πλειοψηφία των μεταναστευτικών κοινοτήτων: Αφρικανική, Κινεζική, Φιλιππινέζικη, Ελληνική, Ιταλική, Μεσανατολική, Ισπανόφωνη, Ινδική και Βιετναμέζικη.
Οι Επιτροπές αυτές θα γίνουν δίαυλοι επικοινωνίας των κοινοτήτων τους με τα κυβερνητικά κέντρα λήψης αποφάσεων, καλύπτοντας το χρόνιο κενό επικοινωνίας των μεταναστών με την κυβερνητική ηγεσία και την κοινοπολιτειακή γραφειοκρατία.
Σύμφωνα με κοινή ανακοίνωση του υπουργού Μετανάστευσης, της υπουργού Πολυπολιτισμικών Υποθέσεων και των ομογενών βουλευτών Μαρίας Βαμβακινού και Στιβ Γεωργανά, η Ελληνική Επιτροπή θα απαρτίζεται από δέκα αντιπροσώπους της ομογένειας με τεκμηριωμένες γνώσεις και ευρεία δράση στους τομείς επαγγελματικής ή εθελοντικής δραστηριότητάς τους. Συμπρόεδροι της Ελληνικής Επιτροπής θα είναι η Μαρία Βαμβακινού και ο Στιβ Γεωργανάς, τα δύο μέλη της Εργατικής κυβέρνησης Γκίλαρντ, που αγωνίζονται σε όλα τα επίπεδα για τα συμφέροντα της ομογένειας.
Οι ομογενείς, που θα ενδιαφερθούν να στελεχώσουν την Επιτροπή, πρέπει να είναι άτομα με γνώσεις των αναγκών της ομογένειας, γνώστες του τρόπου λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, να έχουν απήχηση στην ομογένεια, πείρα στις συναλλαγές και συνεργασία με την πολιτική εξουσία και επικοινωνιακές ικανότητες.
Ο κ. Γεωργανάς χαρακτήρισε την πρωτοβουλία της κυβέρνησης «πρωτοποριακή», που ανοίγει νέα σελίδα στην επικοινωνία και τη συνεργασία των εθνοτικών ομάδων με την εθνική κυβέρνηση.
«Πρόκειται για πρωτοποριακή πρωτοβουλία της κυβέρνησης Γκίλαρντ, που θεσμοποιεί την επικοινωνία της με τις μεταναστευτικές κοινότητες, οι οποίες συνθέτουν την πολυπολιτισμική κοινωνία μας» δήλωσε στο «Νέο Κόσμο» ο ομογενής βουλευτής Hindmarsh.
«Η Επιτροπή θα διαχειρίζεται, εκ μέρους της ομογένειας, τα θέματα που αφορούν τον Ελληνισμό της Αυστραλίας και θα προωθεί στην κυβέρνηση τα θέματα που η ομογένεια θέλει να θέσει υπόψη της κυβέρνησης. Κοντολογίς η κυβέρνηση επιδιώκει τη δημιουργία ενός μόνιμου καναλιού επικοινωνίας με τους Ελληνοαυστραλούς και τις άλλες εθνικές ομάδες, που θα διευκολύνει την αποτελεσματική αντιμετώπιση των αναγκών τους» προσθέτει.
Ο κ. Γεωργανάς σημειώνει, ότι η ομογένεια θα πρέπει να ιεραρχήσει υπεύθυνα τις ανάγκες της και να στελεχώσει την Επιτροπή με τα πλέον κατάλληλα άτομα, για τη μεγιστοποίηση των αποτελεσμάτων της κατ’ ευθείαν επαφής με την πρωθυπουργό και άλλα στελέχη της κυβέρνησης.
«Οφείλουμε να καταγράψουμε προσεκτικά τις ανάγκες μας και να τις ιεραρχήσουμε υπεύθυνα, ώστε κάθε διεκδίκησή μας από το κράτος να καλύπτει και μία ουσιώδη ανάγκη μας.
Η δε στελέχωση της Επιτροπής μας πρέπει να γίνει με απαρέγκλιτα κριτήρια την αντιπροσωπευτικότητα και την ποιότητα. Οι αντιπρόσωποί μας στην Επιτροπή θα πρέπει να είναι οι καλύτεροι που έχουμε, ως παροικία, για το χειρισμό των υποθέσεών μας, για να εξασφαλίσουμε το σεβασμό των κυβερνώντων και της ομογένειας και για να μεγιστοποιήσουμε τα αποτελέσματα των προσπαθειών μας» λέει.
Για το ρόλο του και το ρόλο της Μαρίας Βαμβακινού, ως συμπρόεδροι της Ελληνικής Επιτροπής, ο κ. Γεωργανάς δηλώνει, ότι «θα είναι οι σύνδεσμοι της ομογένειας με την πρωθυπουργό και τους υπουργούς και οι φωνές του Ελληνισμού στις συζητήσεις και το σχεδιασμό πολιτικής της κυβέρνησης Γκίλαρντ».
Η Κ. Βαμβακινού συμφωνεί απόλυτα με το συμπρόεδρό της και προσθέτει, ότι «η επιλογή των κατάλληλων αντιπροσώπων μας δεν θα είναι εύκολη υπόθεση», αλλά υπογραμμίζει, και αυτή, την ανάγκη «να επιλέξουμε τους καλύτερους από την πρώτη και τη δεύτερη γενιά Ελληνοαυστραλών, διότι κάθε γενιά Ελλήνων έχει τις δικές τη ανάγκες για τις οποίες θα πρέπει να φροντίζουμε χωρίς ηλικιακά κριτήρια, αλλά με βασικό κριτήριο την εξασφάλιση των αναγκαίων υπηρεσιών από το κράτος».
Η κ. Βαμβακινού εξηγεί, ότι «η Ελληνική Επιτροπή θα συνεδριάζει τακτικά υπό την προεδρία της ιδίας και του κ. Γεωργανά και τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο με τον υπουργό Μετανάστευσης και την υπουργό Πολυπολιτισμικών Υποθέσεων. Επιπροσθέτως, η επιτροπή θα συναντάται μία φορά το χρόνο με την πρωθυπουργό και άλλους υπουργού της κυβέρνησης, σε ειδική συνεδρίαση που θα οργανώνεται με κυβερνητική μέριμνα».
Τέλος, η κ. Βαμβακινού δηλώνει βέβαιη, ότι «η ομογένεια θα ανταποκριθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην πρόκληση συγκρότησης Ελληνικής Επιτροπής, η οποία θα ιεραρχήσει σωστά και θα προωθήσει με θέρμη και αποτελεσματικότητα τις ανάγκες του Ελληνισμού».
ΔΑΝΑΛΗΣ: ΕΙΔΙΚΟΙ, ΟΧΙ ΔΙΑΣΗΜΟΙ
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Σίδνει, κ. Χάρης Δανάλης, βρίσκει «πολύ καλή» την ιδέα της κυβέρνησης, αλλά εκτιμά, ότι η πρακτική αξία της για την ομογένεια θα εξαρτηθεί «από την ποιότητα και το κύρος» των ομογενών που θα τη στελεχώσουν:
«Η ιδέα είναι πάρα πολύ καλή, διότι παρέχει τη δυνατότητα στην ελληνική και τις άλλες μεταναστευτικές κοινότητες να επικοινωνούν κατ΄ ευθείαν και να ανταλλάσουν απόψεις με την πρωθυπουργό και υπουργούς, που χειρίζονται θέματα που μας ενδιαφέρουν άμεσα.
Θεωρώ, ότι η πρακτική αξία της Ελληνικής Επιτροπής για την ομογένεια θα εξαρτηθεί απόλυτα από την ποιότητα και το κύρος των ατόμων, που θα επιλεγούν για να τη στελεχώσουν.
Τα άτομα αυτά θα πρέπει να έχουν γνώση των αναγκών της ομογένειας, πείρα στους τομείς που θα αναλάβουν να υπηρετήσουν και τεκμηριωμένη δραστηριότητα. Εννοώ, ότι εμείς σαν παροικία και η κυβέρνηση ως γεννήτορας της ιδέας οφείλουμε να επικεντρώσουμε στους ειδικούς, διότι αυτοί θα προσφέρουν υπηρεσίες, όχι στα φανταχτερά ονόματα από το χώρο της ομογένειας, όπως συνέβη στο παρελθόν.
Οι αντιπρόσωποί μας στην Επιτροπή πρέπει να έχουν άμεση σχέση με την ομογένεια και σφαιρική γνώση των αναγκών της» τονίζει ο κ. Δανάλης.
ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΑΔΗΣ: «ΕΞΑΙΡΕΤΗ ΙΔΕΑ»
Την πρωτοβουλία της κυβέρνησης Γκίλαρντ εξαίρει και ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης, κ. Βασίλης Παπαστεργιάδης, και διαβλέπει σημαντικά οφέλη για την ομογένεια, αν η Ελληνική Επιτροπή είναι «αντιπροσωπευτική» και στελεχωθεί με «τα κατάλληλα άτομα» του παροικιακού χώρου.
«Πρόκειται για εξαίρετη πρωτοβουλία, διότι μας δίνει άμεση πρόσβαση στην πρωθυπουργό και άλλα κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης» εκτιμά ο κ. Παπαστεργιάδης.
«Συχνά τα μηνύματά μας προς την κυβέρνηση, για γενικές και ειδικές ανάγκες μας, χάνονται στο λαβύρινθο της γραφειοκρατίας. Και είναι φυσικό, όταν λόγω άγνοιας δεν καταφεύγουμε στα αμέσως αρμόδια κυβερνητικά κανάλια και τα κυβερνητικά στελέχη, που είναι υπεύθυνα για τη διεκπεραίωση των υποθέσεών μας. Αποτέλεσμα αυτής, της προβληματικής έλλειψης επικοινωνίας είναι η καθυστερημένη ανταπόκριση της κυβέρνησης στα θέματα που μας ενδιαφέρουν.
Κατά την κρίση μας ο κατ’ ευθείαν διάλογος με την κυβέρνηση είναι εξαιρετικά σημαντικός είτε μέσω δομημένων συνεδριάσεων είτε μέσω συνεχούς προφορικής ανταλλαγής πληροφοριών και απόψεων με κυβερνητικούς παράγοντες.
Το πρόσθετο όφελος από τη δημιουργία Ελληνικής Συμβουλευτικής Επιτροπής θα είναι η ύπαρξη δύο γνωστών μας ανθρώπων, των συμπροέδρων της Επιτροπής Μαρίας Βαμβακινού και Στιβ Γεωργανά, μέσω των οποίων θα περνάμε τα μηνύματά μας στην κυβέρνηση και θα ζητάμε ευθύνες για τυχόν την καθυστερημένη ανταπόκριση της κυβέρνησης σε αιτήματα ή προτάσεις μας εκ μέρους της ομογένειας.
Επαναλαμβάνω, πρόκειται για εξαίρετη ιδέα και ευχόμαστε ολόψυχα να αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα» κατέληξε ο κ. Παπαστεργιάδης.
Σ. ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ: ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΟΥΜΕ ΕΙΔΗΜΟΝΕΣ
Ενθουσιώδης και ο πρόεδρος του Αυστραλοελληνικού Οργανισμού Περίθαλψης Ηλικιωμένων «Φροντίδα», κ. Σάκης Ζαφειρόπουλος, εκτιμά ότι η δημιουργία τέτοιων επιτροπών καλύπτει το κενό επικοινωνίας του οργανωμένου κράτους με το μεταναστευτικό πληθυσμό.
«Η ιδέα της κυβέρνησης είναι πολύ θετική, διότι καλύπτει μία χρόνια ανάγκη άμεσης επικοινωνίας της κεντρικής πολιτικής εξουσίας με τους Αυστραλούς πολίτες μεταναστευτικής καταγωγής» υπογραμμίζει.
«Η πείρα έχει αποδείξει, ότι η άμεση, συνεχής επικοινωνία της πολιτικής εξουσίας με τους πολίτες αποδίδει αμοιβαία οφέλη. Αντίθετα, οι αποφάσεις της πολιτικής εξουσίας ερήμην των μεταναστευτικών κοινοτήτων δεν εξυπηρετούν, συχνά, τις ανάγκες τους και δημιουργούν την αίσθηση του αποκλεισμού τους από της διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Όσον αφορά την Ελληνική Επιτροπή πιστεύω, ότι πρέπει να είναι απόλυτα αντιπροσωπευτική και να απαρτίζεται από ομογενείς με πείρα, γνώσεις και κύρος στο χώρο που δραστηριοποιούνται και στην ευρύτερη κοινωνία.
Εννοώ, ότι δεν πρέπει να επιλεγούν άτομα που θήτευσαν σε κάποιο διοικητικό συμβούλιο, αλλά άτομα με τεκμηριωμένη πείρα και δράση στους τομείς τους οποίους θα κληθούν να υπηρετήσουν.
Σαν κατακλείδα επιμένω, ότι η Ελληνική Επιτροπή πρέπει να στελεχωθεί από ειδήμονες όχι από γνωστούς, όπως συνέβη στο παρελθόν, για να επιτύχουμε αποτελέσματα και για να δικαιώσουμε την πρωτοβουλία της κυβέρνησης Γκίλαρντ» επιμένει ο πολύπειρος στα παροικιακά και τα μεταναστευτικά θέματα πρόεδρος της «Φροντίδας».