Οι ομογενείς της Αυστραλίας, σε συνεργασία με άλλες επιτροπές που λειτουργούν ανά τον κόσμο για την Επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι έτοιμοι να μηνύσουν την Βρετανία για να την υποχρεώσουν να τα επιστρέψει στην Αθήνα.
Αυτό δήλωσε ο Εμμανουήλ Κόμηνος, που ηγείται της πρώτης επιτροπής Επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αυστραλία και ο οποίος μίλησε στην πρόσφατη ημερίδα για τα Γλυπτά που έγινε στο Λονδίνο.
Εκεί έγινε παρουσίαση μη ευρέως γνωστών αποδεικτικών στοιχείων που ενισχύουν σε σημαντικό βαθμό τα ηθικά και νομικά επιχειρήματα υπέρ της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Η ημερίδα διοργανώθηκε από τη βρετανική, την αμερικανική και την αυστραλιανή επιτροπή υπέρ της επιστροφής των γλυπτών.
«Έχουμε αποφασίσει να προσφύγουμε στη δικαιοσύνη για την διεκδίκηση των γλυπτών μας και θα καταρρίψουμε όλα τα επιχειρήματα των Βρετανών» δήλωσε ο κ. Κόμηνος.
Μεταξύ των νομικών που ασχολούνται με την προσφυγή είναι ο Ελληνοαμερικανός δικηγόρος Μάιολ Ρέπας, ο Γιώργος Μπίζος από τη Ν. Αφρική (δικηγόρος του Νέλσον Μαντέλα) και ο Ελληνοαυστραλός Βικτωρ Μπιζάνης.
Κατά τη γνώμη του κ. Μπιζάνη, η δικαστική εκπροσώπηση της ελληνικής πλευράς θα πρέπει να ανατεθεί στον εξαίρετο Αυστραλό νομικό, Τζέφρι Ρόμπερτσον, ο οποίος είναι εγκατεστημένος στο Λονδίνο και είναι αυτός που κέρδισε μια δίκη για λογαριασμό των Αβοριγίνων της Τασμανίας.
Ο κ. Μπιζάνης, υποστηρίζει ότι υπάρχουν δικαστικά προηγούμενα πάνω στα οποία θα πρέπει να στηριχθεί η ελληνική προσφυγή.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται στην περίπτωση “Μάμπο”, δηλαδή των Αβοριγίνων που μήνυσαν την αυστραλιανή Πολιτεία της Κουϊνσλάνδης το 1992, με το επιχείρημα ότι οι πρόγονοί τους ήταν εκεί, όταν οι λευκοί κατέλαβαν τα εδάφη τους, χαρακτηρίζοντας τα ως “εις ουδένα ανήκοντα”. Οι Αβοριγίνες κέρδισαν τη δίκη και ανάγκασαν την Πολιτεία να τους επιστρέψει εδάφη που είχαν καταλάβει οι λευκοί άποικοι από το 1788.
Το δεύτερο δικαστικό προηγούμενο έχει να κάνει με την επιστροφή κρανίων και οστών Αβοριγίνων από τη Βρετανία στην Αυστραλία. Τα κρανία και τα οστά τα είχαν πάρει οι Βρετανοί κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν “σε ανθρωπολογικές έρευνες”. Οι Αβοριγίνες μήνυσαν τη Βρετανία και κατόρθωσαν να κερδίσουν τη δίκη, και να τους επιστραφούν τα κρανία και τα οστά των προγόνων τους.
Ο ίδιος δήλωσε μεταξύ άλλων:
“Την εποχή που ο Έλγιν απέκοψε τα Μάρμαρα του Παρθενώνα και τα μετέφερε στο Λονδίνο, στην Ελλάδα ζούσαν πραγματικοί δικαιούχοι-απόγονοι των Ελλήνων, οι οποίοι δεν ρωτήθηκαν, ούτε πούλησαν, ούτε επέτρεψαν την αρπαγή των Γλυπτών”.
“Με ποιον μίλησαν οι άνθρωποι του Έλγιν; Με τον διορισμένο Τούρκο Αγά των Αθηνών. Και πώς είναι δυνατόν να νομιμοποιείται και να ισχύει σήμερα μια τέτοια συνδιαλλαγή; Μια συνδιαλλαγή που διεξήχθη χωρίς την παρουσία έστω ενός Έλληνα”.
Στην ημερίδα του Λονδίνου η αρχαιολόγος και προϊστάμενη της Διεύθυνσης Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών, Ελένη Κόρκα παρουσίασε χειρόγραφες επιστολές που είχε ανταλλάξει το 1811 ο λόρδος Έλγιν με το διάδοχό του Βρετανό πρέσβη στην Υψηλή Πύλη, από τις οποίες συνάγεται πως η αφαίρεση και μεταφορά των γλυπτών ήταν παράνομη.
Με επιστολή του προς τον Έλγιν ο διάδοχός του στην Κωνσταντινούπολη, Ρόμπερτ Αντέρ τον ενημερώνει ότι οι οθωμανικές αρχές θεωρούσαν ότι δεν είχε χορηγηθεί άδεια αφαίρεσης των γλυπτών από τον Ιερό Βράχο. Ο λόρδος Έλγιν εμφανίζεται σε απαντητική επιστολή να ζητά από τον Αντέρ να του στείλει νέα επιστολή στην οποία να τονίζει ότι οι οθωμανικές αρχές στην Αθήνα είχαν πουλήσει τα γλυπτά, ανεξαρτήτως επίσημης άδειας. Ο Έλγιν ήθελε με τον τρόπο αυτό να πείσει τα μέλη της βρετανικής Βουλής ότι είχε αγοράσει τα γλυπτά ως ιδιώτης (επίσης ψευδής ισχυρισμός) και ότι για το λόγο αυτό η βρετανική κυβέρνηση έπρεπε να του καταβάλλει το υψηλό αντίτιμο που ζητούσε για την πώληση των κλασικών αρχαιοτήτων στο βρετανικό δημόσιο.
Οι επιστολές ανακαλύφθηκαν πριν από λίγα χρόνια από την κ. Κόρκα στα αρχεία της οικογένειας του λόρδου Έλγιν και στη βιβλιοθήκη του Λονδίνου. Όπως η ίδια δήλωσε στο ΣΚΑΙ, οι αδιάσειστες αποδείξεις που συνιστούν οι επιστολές πρέπει να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο μίας ανανεωμένης και οργανωμένης εκστρατείας διεκδίκησης των γλυπτών.
Με την τεχνική της ομοιοτυπίας και σε προσομοίωση 98% με το πρωτότυπο (σε έναν εκδοτικό άθλο, όπως τόνισε ο κ. Τσαρούχας), παρουσιάζονται έγγραφα της περιόδου 1834-1842. Μεταξύ αυτών ο προϋπολογισμός αποκατάστασης ζημιών στην Ακρόπολη επί Όθωνα, η πρώτη επίσημη καταγραφή των γλυπτών που αφαιρέθηκαν, η ταυτοποίηση των αφαιρεθέντων γλυπτών από το ναό Απτέρου Νίκης με αυτά στο Βρετανικό Μουσείο και οι κινήσεις της ελληνικής πρεσβείας.
Στην ημερίδα τονίστηκε επίσης μεταξύ άλλων ότι το διαβόητο οθωμανικό φιρμάνι με το οποίο οι Βρετανοί δικαιολογούν νομικά τη μεταφορά των γλυπτών στο Λονδίνο δεν είναι παρά μία «φιλική επιστολή» που ο Έλγιν εξασφάλισε κατόπιν εκβιασμών και δωροδοκιών.
Στην ημερίδα συμμετείχαν επίσης εκπρόσωποι αντίστοιχων επιτροπών διεκδίκησης της επανένωσης των γλυπτών από την Ελβετία και τη Σουηδία, καθώς και ο συναγωνιστής του Νέλσον Μαντέλα.
Οι συμμετέχοντες στην ημερίδα ανανέωσαν το ραντεβού τους για το πρωί της Τετάρτης, οπότε πραγματοποιήθηκε συμβολική επίσκεψη στην αίθουσα των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο