Τελικά ο Αντώνης Σαμαράς έγινε πρωθυπουργός. Είδαμε και την ορκοδοσία, τόσο του ιδίου όσο και των υπουργών του. Όλοι τους ορκίστηκαν –πού αλλού;– «στο όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος» να τηρούν το Σύνταγμα και τους νόμους της Ελλάδας. Παρεμπιπτόντως, πάντα απορούσα γιατί απουσιάζει η Μητέρα από την «Αγία, Ομοούσια και Αδιαίρετη» Τριάδα. Υπάρχει ο «Πατήρ», υπάρχει και ο «Υιός», αλλά πουθενά η «Μήτηρ». Περίεργο πράγμα: να έχεις γιο και μάνα να μην έχεις!
Περίεργο είναι κι ετούτο εδώ: στην «επί του Όρους Ομιλία», ο Χριστός κατηγορηματικά και απερίφραστα απαγορεύει την ορκοδοσία. Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Ματθαίο (5:33-7), ο χλωμός Ναζωραίος είναι ξεκάθαρος, λέγοντας: «εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως: μήτε εν τη γη . . . μήτε εις Ιεροσόλυμα . . . μήτε εν τη κεφαλή σου ομόσης, ότι ου δύνασαι μίαν τρίχαν λευκήν ποιήσαι ή μέλαιναν. Έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου». Δηλαδή: «Εγώ σας λέω να μην ορκίζεστε καθόλου: ούτε στη Γη ούτε στην Ιερουσαλήμ ούτε στο κεφάλι σου, γιατί δεν μπορεί ούτε μία άσπρη τρίχα να την κάνεις μαύρη. Ο λόγος σας να είναι ένα ναι, ένα όχι».
Εδώ συμφωνώ με τον χλωμό Ναζωραίο και συνυπογράφω. Διότι, όντως, η ορκοδοσία είναι πράξη ανάρμοστη σε ηθικό άνθρωπο. Έτσι, όταν βλέπω Έλληνες πολιτικούς να παλαμίζουν το Ευαγγέλιο και να ορκίζονται μπροστά στο ευτραφές παπαδαριό, μη λογαριάζοντας το πιο πάνω κήρυγμα του Χριστού, νιώθω ένα ενοχλητικό ανακάτεμα στο στομάχι μου. Απορώ: γιατί δηλαδή δεν μπορούν να ορκιστούν στην τιμή και τη συνείδησή τους; Αλλά, θα μου πείτε, η τιμή και η συνείδηση σπανίζει στον πολιτικό κόσμο – και ίσως να έχετε δίκιο.
Αλλά υπάρχει κι ετούτο το πρόβλημα: με τη φανερή ορκοδοσία γίνονται φανερές και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις αυτών δίνουν όρκο. Με άλλα λόγια, ο η εξαναγκαστική ορκοδοσία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια βίαιη αποκάλυψη του θρησκευτικού «πιστεύω» του ατόμου. Κρίνω ότι αυτό είναι απαράδεκτο.
ΓΕΝΙΚΑ…
Ο όρκος ορίζεται ως υπόσχεση που δίνεται με επίκληση κάποιας θεότητας για την αλήθεια ή αναλήθεια κάποιου γεγονότος. Υποτίθεται ότι ο όρκος δεσμεύει την τιμή του προσώπου που δίδει τον όρκο. Επίσης υποτίθεται ότι η παραβίαση μιας ένορκης υπόσχεσης επισύρει τη «θεία τιμωρία». Βέβαια, ο Σαμαράς και η χορεία των υπουργών του πιστεύουν στον Θεό του Αβραάμ – προπάντων ο Αβραμόπουλος, που το όνομά του σημαίνει «γιος του Αβραάμ»! Στον ίδιο ακριβώς Θεό είχε ορκιστεί και ο «αξιότιμος» υπουργός (και παραλίγο πρωθυπουργός) Άκης Τσοχατζόπουλος. Δεν έχει νόημα να επικαλείσαι έναν Θεό που δεν πιστεύεις.
Οι αρχαίοι πρόγονοί μας, που ουδεμία σχέση είχαν με τον Αβραάμ και τον Θεό της ερήμου, είχαν τους λεγόμενους «όρκιους θεούς», στους οποίους έδιναν όρκο. Μέσα σ’ αυτούς τους θεούς συγκαταλέγεται – πώς γαρ ου; – κα και ο Ζευς, πατέρας «θεών τε και ανθρώπων». Λέγεται ότι ο μεγάλος νομοθέτης Σόλων (για τον οποίο μιλήσαμε στο προηγούμενο άρθρο) έγραψε τον όρκο που έδιναν οι Αθηναίοι έφηβοι, όταν παρελάμβαναν το δόρυ και την ασπίδα.
ΤΟ ΑΛΛΟ ΘΕΜΑ
Την περασμένη Κυριακή πρωί έψαχνα να βρω ένα λάχανο για να φτιάξει η γαμετή μου τα αγαπημένα μου γιαπράκια. Πήρα το δικό της αυτοκίνητο (για να μην γράφω χιλιόμετρα στο δικό μου!), και στο ραδιόφωνο άκουσα τον παπά να λέει: «ο καταβάς εις Άδην…». Πρόκειται για μια φράση που ακούγεται στα μνημόσυνα, και αυτός που «κατέβηκε στον Άδη» δεν είναι κανένας άλλος παρά ο Χριστός.
Αλλά στον Άδη (στη σκοτεινή κατοικία των νεκρών) δεν κατέβηκε μόνο ο Χριστός. Πριν από αυτόν κάποιοι άλλοι θνητοί και κάποιοι ημίθεοι (ή θεάνθρωποι, αν προτιμάτε) κατέβηκαν στον Άδη: Ο Οδυσσέας κατέβηκε στον Άδη για να συναντήσει εκεί τις ψυχές των πολεμιστών του που σκοτώθηκαν στην Τροία, καθώς και την ψυχή του μάντη Τειρεσία. Ο Ηρακλής κατέβηκε στον Άδη για να πάρει από εκεί τον Κέρβερο – τον φοβερό σκύλο με τα τρία κεφάλια και τη φιδίσια ουρά του. Ο Θησέας κατέβηκε στον Άδη για να βοηθήσει στην απαγωγή της Περσεφόνης. Ο Ορφέας κατέβηκε στον Άδη για να φέρει πίσω στη ζωή την αγαπημένη του Ευρυδίκη.
Αλλά και ο Νεοέλληνας δημοτικός τραγουδιστής έχει το ίδιο μεράκι της «κατάβασης εις Άδην», όταν τεντώνει τον λαιμό του και τραγουδά: «Στον Άδη θα κατέβω και στον Παράδεισο, τον Χάρο ν’ ανταμώσω δυο λόγια να του πω».
Σύμφωνα με τον καθηγητή Κλασικής Φιλολογίας Γιώργη Γιατρομανωλάκη, η «κάθοδος» στον Άδη είναι «ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο τόσο για τον λαϊκότροπο αφηγηματικό χαρακτήρα του όσο και το περιεχόμενό του και δεν χρειάζεται να τονίσουμε πως αποτελεί συνέχεια ενός λογοτεχνικού (και θεολογικού) τόπου που πρωτοεμφανίζεται στα ανατολικά κείμενα (έπος Γκιλγκαμές κ.α.), κορυφώνεται στην Οδύσσεια, επανέρχεται με διαφορετικό τρόπο και ήθος στους Βατράχους [του Αριστοφάνη], επαναλαμβάνεται στον Βιργίλιο και φθάνει με ποικίλες μορφές ως τα βυζαντινά και μετέπειτα χρόνια» («Το Βήμα», 8/4/2007).
Αλλά τι δουλειά είχε ο Χριστός στον Άδη; Με πληροφορούν ότι το Μεγάλο Σάββατο, ενώ το σώμα του Χριστού βρισκόταν στον τάφο, η ψυχή του κατέβηκε προσωρινά στον Άδη για να μεταφέρει στους νεκρούς το κήρυγμά του. Πρέπει λοιπόν να φανταστώ την ψυχή του Χριστού να συνομιλεί με την ψυχή του Σωκράτη! Αλλά δεν μου εγγυώνται κάτι τέτοιο: μου εγγυώνται ότι η ψυχή του Χριστού στον Άδη έτρεξε να βρει πρώτα την ψυχή του Αδάμ – του πρώτου χωματένιου ανθρώπου που είχε την ατυχία να μπλέξει με τα περίεργα σχέδια του Θεού.
Να λοιπόν γιατί αγαπώ την ελληνική μυθολογία: την έχουν αντιγράψει και οι χριστιανοί.