Σε «βρεφική» ηλικία για το αυστραλιανό φούτι –αφού συνήθως οι παίκτες του αθλήματος ενηλικιώνονται και περνούν στην εφηβεία μετά τα 25– ο ελληνικής καταγωγής, Ντέιβιντ Ζαχαράκης, θεωρείται ένας από τους ανερχόμενους αστέρες του.

Σε ηλικία μόλις 19 χρονών καθιερώθηκε ως ένας από τους βασικούς παίχτες της ομάδας του Έσσεντον, που είναι η δεύτερη πιο δημοφιλής ομάδα του αυστραλιανού φούτμπολ, μετά το Κόλινγουντ, με εκατοντάδες χιλιάδες φιλάθλους.

Άγνωστος ακόμα και στους φιλάθλους της ομάδας του, κατάφερε να γίνει πασίγνωστος χάρη στο γκολ που πέτυχε στην εκπνοή του αγώνα εναντίον του Κόλινγουντ, ενώπιον 90.000 φιλάθλων στο MSG, στο παιχνίδι της χρονιάς όπως έχει καθιερωθεί η αναμέτρηση μεταξύ των άσπονδων φίλων την ημέρα των ANZAC.
Ο πατέρας του είχε μεταναστεύσει από τη Σιάτιστα της Κοζάνης στην Αυστραλία την δεκαετία του 1960.

Ο Ντέιβιντ άρχισε να παίζει φούτι σε μια ομάδα τζούνιορ του Έλθαμ, αλλά μεγαλώνοντας στράφηκε στο μπάσκετ μπολ, παίζοντας σε διάφορες ομάδες στο τοπικό πρωτάθλημα για αρκετά χρόνια, κερδίζοντας μάλιστα πολλές διακρίσεις.

Όνειρό του ήταν να γίνει μπασκετμπολίστας, αλλά, όπως μας είπε και ο ίδιος, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην αγγλική έκδοση της εφημερίδας μας, για να κάνει μεγάλη καριέρα έπρεπε να μετακομίσει στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής που το μπάσκετ είναι ο «βασιλιάς» των σπορ όπως είναι στην Αυστραλία το φούτι.
Οι δυσκολίες που αντιμετώπισε στο μπάσκετ τον οδήγησαν στο φούτι και στην ομάδα του Έσσεντον το 2008 για να αρχίσει να γράφει τη δική του ιστορία την επόμενη χρονιά.
Έκτοτε και ιδιαίτερα μετά το νικητήριο γκολ εναντίον του Κόλιγουντ, λίγα μόλις δευτερόλεπτα πριν τη λήξη του αγώνα, στο παρθενικό του παιχνίδι στην πρώτη ομάδα καθιερώθηκε στο Έσσεντον και θεωρείται από τους καλύτερους παίκτες της ομάδας του.

Αναφερόμενος στο σημαδιακό πρώτο γκολ στο πρώτο του παιχνίδι, είπε ότι του προκάλεσε μεγάλη εντύπωση ότι από τη μια μέρα στην άλλη μιλούσαν όλοι για τον Ζαχαράκη.
«Ποτέ δεν είχε περάσει από το μυαλό μου» δήλωσε στη συνέντευξη που μας έδωσε, «ότι θα είχα τόσο καθοριστική συμβολή στον αγώνα αυτό και την άλλη μέρα τα μέσα ενημέρωσης θα μιλούσαν για μένα και θα έκαναν παναυστραλιανά γνωστό το ελληνικό μου όνομα».