Στο ΜΗΔΕΝ, πάλι, η συζήτηση στην κοινοπολιτειακή βουλή για την αναχαίτιση του ρεύματος των προσφύγων από την Ασία. Μετά από έντονη συζήτηση ημερών, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση δεν βρήκαν λύση στο πρόβλημα που απασχολεί την κοινή γνώμη και κοστίζει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στους φορολογουμένους.
Οι δακρύβρεχτες αγορεύσεις μελών των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο εθνικό κοινοβούλιο, για την ανάγκη εύρεσης λύσης του μείζονος ανθρωπιστικού προβλήματος, δεν άλλαξαν το κλίμα.
Οι εργασίες της χειμερινής συνόδου του εθνικού κοινοβουλίου διεκόπησαν τα χαράματα της Παρασκευής, χωρίς να υπάρξει συμφωνία και με τη κυβέρνηση και την αντιπολίτευση να καταγγέλλουν η μία την άλλη για αδιαλλαξία και έλλειψη διάθεσης για εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης.
Η πρωθυπουργός, Τζούλια Γκίλαρντ, κατηγορεί τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Τόνι Άμποτ, ότι «δεν μετακινήθηκε ούτε ένα χιλιοστό από τις γνωστές θέσεις του» και ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, ότι η διαδικασία εξεύρεσης λύσης προσέκρουσε «στην επιμονή και τον εγωισμό της πρωθυπουργού».
Η συζήτηση του θέματος των προσφύγων –καθώς ολοκληρωνόταν η διάσωση 130 ναυαγών, επιβατών πλοιαρίου που ανετράπη και βυθίστηκε βόρεια των Νησιών Χριστουγέννων και η ακτοφυλακή έσπευδε να αναχαιτίσει άλλο πλοιάριο με πρόσφυγες που εντοπίστηκε στην ίδια περιοχή– επικεντρώθηκε στον «ανθρωπισμό» των σχεδίων διακοπής του ρεύματος των προσφύγων, που προτείνουν κυβέρνηση και αντιπολίτευση.
Η κυβέρνηση επέμεινε στη «Λύση Μαλαισίας», που προβλέπει τη μεταφορά στη Μαλαισία των προσφύγων που μπαίνουν στα χωρικά ύδατα της Αυστραλίας. Η κυβέρνηση επιμένει, ότι η επιστροφή των προσφύγων στη Μαλαισία είναι το ισχυρότερο αποτρεπτικό, διότι προειδοποιεί τους πρόσφυγες ότι δεν πρόκειται να πατήσουν πόδι σε αυστραλιανό έδαφος.
Η αξιωματική αντιπολίτευση επέμεινε στην επαναφορά της «Λύσης Ειρηνικού», μεταφορά των προσφύγων σο κέντρο κράτησης προσφύγων στο Νησί, που υλοποίησαν με επιτυχία οι πρώην Φιλελεύθερες κυβερνήσεις του Τζον Χάουαρντ, επαναφορά της Βίζας Προσωρινής Προστασίας Προσφύγων και επιστροφή πλοίων με πρόσφυγες στα λιμάνια από τα οποία αποπλέουν. Η Τρίτη πολιτική δύναμη, οι Πράσινοι, επιμένουν στη δεδηλωμένη θέση τους, κατά της εγκατάστασης προσφύγων εκτός Αυστραλίας. Οι δε ανεξάρτητοι παλινδρόμησαν, τασσόμενοι πότε με την κυβέρνηση και πότε με την αξιωματική αντιπολίτευση.
Πρώτη φορά στην πρόσφατη πολιτική ιστορία της Αυστραλίας μέλη του εθνικού κοινοβουλίου έκλαψαν μπροστά στις κάμερες και άλλοι συγκράτησαν με κόπο τα δάκρυά τους, καθώς κατέθεταν τις προτάσεις τους για έξοδο από το αδιέξοδο. Χαρακτηριστική η περίπτωση της γερουσιαστή των Πρασίνων, Σάρα Χάσον-Γιανγκ, που ξέσπασε επανειλημμένα σε λυγμούς κατά τη διάρκειας της αγόρευσής της στη γερουσία.
Η πρώτη μάχη χαρακωμάτων δόθηκε στη βουλή, με την κυβέρνηση να προσπαθεί, ανεπιτυχώς, να στριμώξει τον αρχηγό της αντιπολίτευσης. Η συζήτησε μπήκε σε νέα φάση μετά την κατάθεση εναλλακτικής πρότασης –κυβερνητικής επινόησης– από τον ανεξάρτητο βουλευτή, Rob Oakshott, για συμβιβαστική υιοθέτηση και των δύο λύσεων, δηλαδή της «Λύσης Μαλαισίας» και της «Λύσης Nauru”.
Η «Λύση Oakshott» -αν και καταδικασμένη εκ προοιμίου από τη σύμπραξη του Συνασπισμού με τους Πράσινους στη γερουσία- απείλησε να διασπάσει την αντιπολίτευση, μέλη της οποίας απείλησαν να στηρίξουν την επιλογή της κυβέρνησης προκειμένου να σπάσει το αδιέξοδο. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απέτρεψε τη διάσπαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του με ανακοίνωσή του, ότι ο Συνασπισμός, ως κυβέρνηση, θ αυξήσει σε 20,000 τον αριθμό των προσφύγων που θα δέχεται η χώρα.
Τελικά, η «Λύση Oakshott» πέρασε από τη βουλή με ισχνή πλειοψηφία, υποχρεώνοντας την αντιπολίτευση σε νέα κίνηση αποτροπής νίκης της κυβέρνησης στα σημεία.
Ο σκιώδης υπουργός Μετανάστευσης, Σκοτ Μόρισον, κατέθεσε για λογαριασμό της αντιπολίτευσης σχέδιο λύσης το οποίον ακύρωνε δύο βασικές προτάσεις της, την επαναφορά της Βίζας Προσωρινής Προστασίας Προσφύγων και την επιστροφή πλοίων με πρόσφυγες στα λιμάνια από τα οποία αποπλέουν. Η πρόταση ναυάγησε.
Η συζήτηση τελμάτωσε οριστικά μετά την καταψήφιση της «Λύσης Oakshott» από τη γερουσία. Οι Πράσινοι συμμάχησαν με την αξιωματική αντιπολίτευση και καταψήφισαν τη συμβιβαστική λύση του ανεξάρτητου βουλευτή.
Η πρωθυπουργός δήλωνε μετά την ψηφοφορία στη γερουσία, ότι «ο Τόνι Άμποτ ψήφισε κατά της αναχαίτισης των πλοίων» και ο Τόνι Άμποτ επέστρεψε τα πυρά καταγγέλλοντας την πρωθυπουργό και την κυβέρνηση «για παταγώδη αποτυχία στην αντιμετώπιση του προβλήματος των προσφύγων και τη διακυβέρνηση της χώρας».
Η προσπάθεια του άλλου ανεξάρτητου βουλευτή, Andrew Wilkie, να κρατήσει ανοιχτή τη συζήτηση, με πρότασή του, απέτυχε.
Την ενδεκάτη ώρα η πρωθυπουργός ανακοίνωσε την ανάθεση της λύσης του προβλήματος σε Επιτροπή Προσωπικοτήτων με επικεφαλής των πρώην αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας Angus Hοuston και συνεργάτες το γνωστό συνήγορο υπεράσπισης προσφύγων Paris Aristotle και ένα εμπειρογνώμονα σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Η κ. Γκίλαρντ διαβεβαίωσε, ότι η Επιτροπή δεν θα είναι πολιτικό όργανο και ελεύθερη να διατυπώσει τις απόψεις της στο κοινοβούλιο, για έξοδο από το αδιέξοδο. Παράλληλα η πρωθυπουργός προκάλεσε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να μην αγνοήσει τις προτάσεις της επιτροπής, ιδιαίτερα τις προτάσεις του κ. Hοuston που υπηρέτησε το αυστραλιανό έθνος ως στρατιωτικός. Οι προτάσεις της Επιτροπής θα κατατεθούν στη βουλή, αμέσως μετά τη λήξη των χειμερινών διακοπών της.
Πολιτικοί αναλυτές σχολιάζουν, ότι η τελμάτωση της συζήτησης θα οξύνει τις αντιδράσεις του κοινού στην αδυναμία των κομμάτων να καταλήξουν σε συμβιβαστική λύση του προβλήματος. Η αντίδραση, τονίζουν, θα είναι οξύτερη, αν μέχρι να ξαναρχίσουν οι εργασίες του κοινοβουλίου συνεχίσουν οι αφίξεις προσφύγων ή σημειωθούν νέα ναυάγια με θύματα.
Τέλος, οι πολιτικοί αναλυτές συμφωνούν, ότι το αδιέξοδο ζημιώνει πολιτικά την κυβέρνηση, περισσότερο από ό,τι ζημιώνει την αντιπολίτευση, διότι η λύση των προβλημάτων της χώρας είναι, πρωτίστως, ευθύνη της κυβέρνησης.