Η πολιτική ανυπακοή είναι ένας από πολλούς τρόπους που οι άνθρωποι μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να διαμαρτυρηθούν ή να εξεγερθούν κατά αθέμιτων νόμων. Έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλά τεκμηριωμένα μη βίαια κινήματα αντίστασης όπως στην Ινδία (Γκάντι), στη Νότια Αφρική (αγώνας κατά του απαρτχάιντ), στο Αμερικανικό Κίνημα Πολιτικών Δικαιωμάτων και σε κινήματα ειρήνης. Μία από τις πρώτες μαζικές υλοποιήσεις της ήταν η μη βίαιη επανάσταση των Αιγυπτίων εναντίον της βρετανικής κατοχής το 1919.Ο Henry David Thoreau θεμελίωσε τη μη βίαιη αντίσταση μέσα από το δοκίμιο που τιτλοφορείται «Περί Πολιτικής Ανυπακοής», το οποίο αρχικά είχε τον τίτλο «Αντίσταση στην Αστική Κυβέρνηση». Το θεμελιώδες σκεπτικό του Thoreau αφορά την αυτονομία του πολίτη και την αντίστασή του κατά των μη ηθικών επιλογών της κυβέρνησης. Βασική σκέψη του Thoreau ήταν ότι ο πολίτης που υπακούει στις επιταγές της κυβέρνησης με μέσα όπως η καταβολή των φόρων, στην ουσία υποστηρίζει τις ανήθικες επιλογές της, εξηγώντας ότι οι κυβερνήσεις τις περισσότερες φορές κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό και γι’ αυτό δεν μπορούν να έχουν ηθική νομιμοποίηση αποκλειστικά και μόνο εκ του γεγονότος ότι χαίρουν της υποστήριξης της πλειοψηφίας.

Το γεγονός ότι η πλειοψηφία επιθυμεί κάτι δεν σημαίνει ότι το εν λόγω μέτρο είναι ορθό και δίκαιο. Κατά συνέπεια, δεν χρειάζεται να «καλλιεργείται ο σεβασμός του νόμου, αλλά ο σεβασμός του σωστού και του δικαίου», σημειώνει ο Thoreau. Και προσθέτει ότι δεν υπηρετεί κανείς τη χώρα του με το να καταπιέζει την ηθική του συνείδηση και να υπακούσει στους ανήθικους νόμους. Αντιθέτως, η χώρα χρειάζεται συνειδήσεις και όχι ασυνείδητα ρομπότ.
Ο Thoreau καλεί τους πολίτες να μην περιμένουν απαθείς να τους δοθεί η ευκαιρία να ψηφίσουν για μια δίκαιη κυβέρνηση, διότι το «να ψηφίζεις για τη δικαιοσύνη, είναι το ίδιο αναποτελεσματικό με το να εύχεσαι για δικαιοσύνη». Αυτό που πρέπει να κάνει ο πολίτης σύμφωνα με το Thoreau είναι να εξασκεί τη δικαιοσύνη, με το να μη συνεργάζεται με την αδικία.

Η πολιτική ανυπακοή είναι η άρνηση ενός ή περισσότερων ατόμων απέναντι στην τήρηση ορισμένων νόμων, απαιτήσεων και εντολών της κυβέρνησης, ή μιας δύναμης κατοχής, χωρίς να καταφεύγουν στη σωματική βία. Είναι πρωτοβάθμια τακτική της μη βίαιης αντίστασης.
Οι άνθρωποι μοχθούν παρασυρμένοι από μια πλάνη, εγκλωβισμένοι στην εικόνα που οι ίδιοι έχουν φτιάξει για τον εαυτό τους και για το τι πρέπει να κάνουν στην ζωή τους, ζώντας έτσι σε μια σιωπηλή απόγνωση.

Ως κατακλείδα του ταξιδιού του, ο Thoreau μας παρακινεί να γίνουμε κι εμείς ανήσυχοι ταξιδιώτες, να ανακαλύψουμε καινούριους κόσμους μέσα μας, να ανοίξουμε νέους δρόμους σκέψης. Ο ίδιος εγκατέλειψε το δάσος μετά από δυο χρόνια γιατί ένοιωθε ότι είχε και άλλα πράγματα να ζήσει. Το ταξίδι όμως τον έμαθε ότι αν προχωράς προς την κατεύθυνση των ονείρων σου, τότε θα συναντήσεις, έστω απρόσμενα, την επιτυχία. Γι αυτό δεν πρέπει να την αναζητούμε με απόγνωση. Πρέπει να αγαπάμε την ζωή μας – όσο απλή και φτωχική είναι- και να αγαπάμε την αλήθεια.