Μετά από σιωπή δεκαετιών, πάνω από 20 θανάτους και έρευνα 6 μηνών, η Πυροσβεστική Υπηρεσία Υπαίθρου (CFA) αποφασίζει να αποκαλύψει την αλήθεια ή, επί το ακριβέστερο, μέρος αυτής.

Για πρώτη φορά παραδέχεται ότι εξέθεσε πυροσβέστες σε επικίνδυνες τοξικές ουσίες στο εκπαιδευτήριό της στο Fiskville.
Γεγονός, εντούτοις, παραμένει ότι η ανεξάρτητη ερευνητική επιτροπή σε έκθεσή της, 162 σελίδων, αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι η καθαρή αλήθεια ενδέχεται να μείνει για πάντα στο σκότος.

Στην εν λόγω έρευνα, η οποία στοίχισε $4 εκατ., ασκείται σκληρή κριτική στην προχειρότητα που επικρατούσε στο εκπαιδευτήριο και την αδιαφορία για την υγεία και την ασφάλεια των πυροσβεστών, τις δεκαετίες ’70 – ’80.

Ο γενικός διευθυντής της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Υπαίθρου, Mick Bourke, δήλωσε ότι η αναφορά του προκάλεσε εμετό, ενώ πολλοί από το διοικητικό προσωπικό έκλαψαν όταν διάβασαν τις λεπτομέρειες του σκανδάλου.

Ούτε στιγμή, ωστόσο, δεν σκέφτηκε να παραιτηθεί. Η Υπηρεσία σήμερα θα παρακολουθεί εκ του πλησίον την υγεία 250 περίπου εργαζομένων που βρίσκονται εκτεθειμένοι σε χημικές ουσίες.

Ένα άτομο από τα τρία που βρίσκονται εκτεθειμένα σε υψηλού κινδύνου χημικά, έχει προσβληθεί από καρκίνο τους τελευταίους μήνες.
Εν τω μεταξύ, διενεργείται 12μηνη ιατρική έρευνα προκειμένου να διαπιστωθεί τοξικές ουσίες που καίονται στο εκπαιδευτήριο του Fiskville, έχουν προξενήσει σωρεία καρκίνων.
Η CFA έχει δεχτεί την έρευνα στο σύνολό της και πρόκειται να διαθέσει $5εκατ. προκειμένου να ανταποκριθεί στις προτάσεις της ερευνητικής επιτροπής, αρνείται, εντούτοις, να κλείσει το εν λόγω εκπαιδευτήριο ισχυριζόμενη ότι ένας νέος, φιλικός στο περιβάλλον χώρος θα στοίχιζε πάνω από $200εκατ.

Η έρευνα -η οποία φέρει τον τίτλο «Κατανοώντας το Παρελθόν για να Πληροφορήσεις το Μέλλον»- συγκροτήθηκε από τον καθηγητή, Robert Joy, σ’ αυτήν, δε, έλαβαν μέρος 324 άτομα και μελετήθηκαν 8.000 έγγραφα αναφορικά με την αποθήκευση και χρήση τοξικών ουσιών στο εκπαιδευτήριο στο διάστημα μεταξύ 1971 και 1999.
Σύμφωνα με την έρευνα, 87.000 άτομα, συμπεριλαμβανομένων εθελοντών και οικογενειών που έμεναν στην περιοχή, χρησιμοποιούσαν το κολλέγιο αυτή τη χρονική περίοδο.
Διαπιστώθηκε, εντούτοις, ότι οι περισσότεροι ήταν εκτεθειμένοι σε χημικά χαμηλού η αμελητέου επιπέδου κινδύνου.

Στην ίδια έρευνα αναφέρεται ότι η Υπηρεσία αγνόησε την ανησυχία των εργαζομένων όσον αφορά τις τοξικές ουσίες, ήδη από το 1980, «κουκούλωσε», δε, το 1988 αναφορά η οποία εντόπισε το λιγότερο δύο καρκινογενή χημικά που ήταν σε χρήση.

Ωστόσο, το βαασικό σημείο της σημερινής ογκώδους αναφοράς είναι ότι επειδή δεν υπάρχουν έγγραφες αποδείξεις όσον αφορά τα χημικά που ήταν αποθηκευμένα και, βέβαια, σε χρήση, είναι αδύνατο να εντοπίσει την έκταση και το βάθος του προβλήματος.

Ουσιαστικής σημασίας, από την κυβέρνηση της Βικτώριας, θεωρείται το γεγονός ότι η Υπηρεσία αναγνωρίζει σήμερα το πρόβλημα και παραδέχεται ότι η πρακτική του παρελθόντος στο εν λόγω εκπαιδευτήριο είναι απαράδεκτη.