ΕΙΧΑ δεν είχα τα κατάφερα πάλι «ν’ ανάψω τα λαμπάκια» όλων όσων πίνουν νερό στο όνομα της πατρίδας.

ΑΝΑΦΕΡΟΜΑΙ σε όλους αυτούς που αφιερώνουν τον παρόντα χρόνο τους αναπολώντας (και αναζητώντας) το ένδοξο παρελθόν που διαμόρφωσε «το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής».

ΝΑΙ, στους εθελοτυφλούντες που κάθε φορά που κάποια «κακοτυχία» χτυπά το Έθνος ψάχνουν να βρουν τους «εχθρούς» που θέλουν να μας κάνουν… κακό.

ΕΚΤΟΣ αυτών που τουλάχιστον έχουν το θάρρος να εκφράσουν επώνυμα τις απόψεις τους και να διαφωνήσουν, υπάρχουν και αυτοί που στέλνουν ανώνυμες υβριστικές επιστολές.

ΠΙΣΤΕΨΤΕ με ότι δεν με ενοχλούν καθόλου οι ύβρεις τους, αφού «είναι συνηθισμένα τα βουνά από τα χιόνια».

ΑΥΤΟ που συνεχίζει να με ενοχλεί και να με εξοργίζει είναι η παροιμιώδης πλέον ηλιθιότητά τους.

ΓΙΑΤΙ περί εντελώς ηλιθίων πρόκειται, που δεν έχουν τη στοιχειώδη ικανότητα να διατυπώσουν δυο προτάσεις που να βγάζεις κάποιο νόημα.

ΑΚΟΜΑ δεν έχω καταλάβει γιατί μπαίνουν στον κόπο και διαβάζουν αυτά που γράφω αφού (τις περισσότερες φορές) δεν καταλαβαίνουν τι διαβάζουν.

ΤΟ συμπέρασμα ότι δεν καταλαβαίνουν…  Χριστό το συνάγω από τις «απαντήσεις τους» που «από την Πόλη έρχονται και στην κορυφή κανέλα».

ΤΩΡΑ θα μου πείτε τι μπορεί να περιμένει κανείς από έναν ηλίθιο που, εκτός όλων των άλλων κακών, θεωρεί τον εαυτό και υπέρμαχο «του μεγαλείου της ελληνικής ψυχής».

ΝΑ σημειώσω εδώ ότι οι ηλίθιοι είναι (πολύ) πιο επικίνδυνοι και από τους πιο αδίστακτους κακοποιούς.

ΟΠΩΣ έχουμε ξαναγράψει, πίσω από τις πράξεις των κακοποιών κρύβεται κάποιο όφελος, ενώ πίσω από τις πράξεις των ηλιθίων το… κενό!

Ο κακοποιός για παράδειγμα που θα κλέψει, θα κερδίσει όσα εσύ χάσεις. Τόσα απλά.

Ο ηλίθιος -και χωρίς ενδεχομένως να το επιδιώκει- μπορεί να σου κάνει μεγαλύτερη ζημιά, ζημιώνοντας παράλληλα και τον εαυτό του.

ΣΤΗΝ προκειμένη περίπτωση, η χειρότερη κατηγορία ηλιθίων είναι οι ψωνισμένοι υπερπατριώτες που περιμένουν ότι όπου να είναι θα «ξυπνήσει» ο… μαρμαρωμένος βασιλιάς!

ΣΕ όσους ακόμα αναρωτιούνται τι έφταιξε και έχουμε χοντρικά κολλήσει, ως λαός, στο παρελθόν αρνούμενοι πεισματικά το παρόν, οι θεωρίες είναι πολλές και οι απαντήσεις ποικίλουν.

ΑΛΛΟΙ μελετητές υποστηρίζουν ότι για το σημερινό μας χάλι (που, βέβαια, κάθε άλλο παρά σημερινό είναι) ευθύνεται η Οθωμανική Αυτοκρατορία και άλλοι ισχυρίζονται ότι αιτία του κακού είναι η παντελής έλλειψη συνέχειας και οργανωμένου κράτους για 2000 χρόνια.

ΚΟΝΤΑ στους πιο πάνω υπάρχουν και αυτοί που επιμένουν ότι για όλα φταίει η (παντοδύναμη) οικογενειοκρατία η οποία και φέρνει σε πλήρη αντίθεση τα άτομα με το έννοια του κράτους, ενώ δεν απουσιάζουν και αυτοί που ισχυρίζονται ότι αιτία της κακοδαιμονίας μας είναι η βυζαντινή μας ελληνορθόδοξη παράδοση.

ΣΤΟ παρελθόν, με λίγες κουβέντες, ψάχνουν ιστορικοί, ανθρωπολόγοι και κοινωνιολόγοι προκειμένου να φτάσουν στην πηγή των κακών που μας ταλαιπωρούν.

ΟΛΑ τα πιο πάνω -και πολλά ακόμα- συμπυκνώνονται στο γνωστό τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» με το οποίο και γαλουχήθηκαν πολλές γενεές Ελλήνων μεταξύ των οποίων και η δική μας.

ΜΕ δυο κουβέντες, όσο και να αλληθωρίζουμε κοιτάζοντας προς Δυσμάς, η ψυχούλα μας παραμένει ανατολίτισσα.

ΑΥΤΟΣ είναι και ένας από τους λόγους των αλλεπάλληλων κρίσεων που πλήττουν κάθε τόσο τη χώρα.

ΟΙ ρίζες του κακού βρίσκονται στο γεγονός ότι προσπαθούμε να απαντήσουμε στις σημερινές προκλήσεις με συνταγές από το παρελθόν.

ΚΑΙ τη στιγμή που συμβαίνουν όλα αυτά συμβαίνει και κάτι ακόμα πολύ τραγελαφικό που δεν έχει μάλιστα και ιστορικό προηγούμενο: προσπαθούμε -υπό την πίεση μάλιστα των εταίρων μας- να κάνουμε ευρωπαϊκή μια αμιγώς ανατολίτικη χώρα.

ΤΩΡΑ πώς είναι δυνατόν να κάνει το πιο πάνω θαύμα ένα Μνημόνιο και, μάλιστα, μέσα σε λίγα χρόνια, είναι εντελώς ακατανόητο και γι’ αυτό και απορώ πώς δεν το έχουν ακόμα αντιληφθεί οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι.

ΑΠΑΙΤΟΥΝ, λέει, οι Γερμανοί και οι υπόλοιποι εταίροι μας, να παταχθεί η διαφθορά και να κάνει η Εφορία τη δουλειά της εισπράττοντας τους οφειλόμενους φόρους.

ΟΣΟ εύκολη και αν δείχνει η πιο πάνω απαίτηση, άλλο τόσο δύσκολο είναι να εφαρμοστεί σε μια χώρα που οι σχέσεις κράτους και πολίτη δεν έχουν καμιά σχέση με αυτή που έχει ο Γερμανός με το κράτος του.

ΟΙ Έλληνες πολίτες δεν υπολήπτονται το ελληνικό κράτος το οποίο με τη σειρά του δεν σέβεται τα δικαιώματα των πολιτών του.

ΤΟ αντίθετο ακριβώς συμβαίνει στη Γερμανία όπου οι σχέσεις μεταξύ κράτους και πολιτών είναι, ως ένα βαθμό, ξεκάθαρες και ξέρουν όλοι τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματά τους.

ΤΟ ελληνικό κράτος βρίσκεται για δύο αιώνες τώρα σε ένα ακήρυχτο εμφύλιο πόλεμο με τους πολίτες του.

ΤΟΥΣ αντιμετωπίζει εχθρικά γιατί τους θεωρεί από χέρι «χαλασμένους» και αναξιόπιστους.

ΣΕ αυτή τη παραδοσιακή πίστη οφείλεται και η δαιδαλώδης γραφειοκρατία, που (μόνιμο) στόχο έχει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα ελαττώματα των πολιτών του.

ΤΗΝ πιο πάνω κρατική συμπεριφορά την ανταποδίδουν στο ακέραιο και οι πολίτες στο κράτος το οποίο και θεωρούν ότι προσπαθεί να «κλέψει τον ιδρώτα τους», γι’ αυτό και κάνουν ό,τι μπορούν για να περιφρουρήσουν τα κεκτημένα τους.

ΞΕΚΙΝΩΝΤΑΣ από αυτή την αφετηρία, δεν αισθάνονται ότι έχουν καμιά υποχρέωση έναντι του κράτους, το οποίο και πιστεύουν ότι ζει εις βάρος τους.

ΓΙ’ αυτό αποφεύγουν (με θρησκευτική ευλάβεια) να πληρώσουν φόρους και για τους ίδιους λόγους καταπατούν τη δημόσια περιουσία χτίζοντας αυθαίρετα.

Η πατρίδα μας είναι η μόνη χώρα της Ευρώπης που δεν έχει Κτηματολόγιο, γιατί ακόμα δεν είναι ξεκάθαρο ποια είναι η ιδιωτική και ποια η δημόσια περιουσία, τη στιγμή που και τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα τη διεκδικούν για λογαριασμό τους.

ΣΕ αυτό οφείλεται ότι συνεχίζουν να πετούν στο δρόμο τα σκουπίδια του σαλονιού τους.

ΤΙΣ μόνες υποχρεώσεις που αισθάνονται ότι έχουν οι Έλληνες είναι μόνο απέναντι στην οικογένειά τους, τη συγγένεια και το αίμα τους. Πουθενά αλλού.

ΕΝΝΟΙΕΣ όπως κράτος, θεσμοί, αλληλεγγύη, κοινωνική συνείδηση και λοιπά πάνω στις οποίες έχουν θεμελιωθεί τα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη (στα οποία θέλουμε να μοιάσουμε!) για εμάς είναι ξένες και άγνωστες έννοιες.

ΚΑΙ ενώ κάπως έτσι έχει χοντρικά η κατάσταση, εμείς συνεχίζουμε τις προσπάθειες αντιμετώπισης της κρίσης με αμιγώς οικονομικούς όρους.

ΓΙΑ άλλη μια φορά, οι ψευδαισθήσεις μας είναι αυτές που ορίζουν τη συμπεριφορά μας και όχι η πραγματικότητα γύρω μας.

ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ότι έτσι και καταφέρουμε να πετύχουμε τη δημοσιονομική προσαρμογή μας, ως δια μαγείας θα λυθούν όλα μας τα προβλήματα.

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ, οι πιο προχωρημένοι κάνουν (μετά βίας) και ένα βήμα ακόμα, προσθέτοντας ότι «θα πρέπει να αλλάξουμε τη νοοτροπία μας».

ΤΗ συναισθηματικά φορτισμένη αυτή φράση του συρμού, χρησιμοποιούμε συνήθως ως άλλοθι, για να δικαιολογήσουμε τη συμπεριφορά μας και ματαιώσουμε κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού.

ΑΣΕ που η «νοοτροπία» είναι πιο ανθεκτική από το γρανίτη και ο καθένας που χρησιμοποιεί τη φράση εννοεί και διαφορετικά πράγματα.

ΤΟ να αλλάξουμε, όμως, νοοτροπία, πάνω απ’ όλα σημαίνει να κοιτάξουμε τον εαυτό μας κατάματα και να αναπροσδιορίσουμε το ποιοι (τέλος πάντων) είμαστε.

ΚΑΙ αυτό, φίλοι αναγνώστες, είναι μια πολύ σοβαρή (και δύσκολη) ιστορία γιατί προϋποθέτει ότι πρέπει να προχωρήσουμε στον εξορκισμό της γνωστής μυθολογίας που μεθοδικά (και για πολλούς αιώνες) συγκρότησε τον φαντασιακό μας κόσμο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ, δηλαδή, όχι απλώς να αλλάξουμε σελίδα, αλλά θέμα και βιβλίο. Να ξαναδιαβάσουμε (προσεκτικά) την ιστορία μας χωρίς τις παρελθοντολογικές μας εμμονές.

ΜΕ λίγες κουβέντες, να προχωρήσουμε στην απαραίτητη αυτοκριτική και να εγκαταλείψουμε τις αναφορές και αναγωγές των πάντων στο ένδοξο παρελθόν μας.

ΜΕ αυτό δεν εννοώ να «ξεχάσουμε» ποιοι είμαστε. Κάθε άλλο. Αυτό που εννοώ είναι να μάθουμε, επιτέλους, ποιοι πραγματικά είμαστε.

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, επιβάλλεται να αναρωτηθούμε (και να απαντήσουμε) γιατί όλοι οι άλλοι έχουν εντελώς διαφορετική άποψη για εμάς, απ’ ό,τι έχουμε εμείς για τον εαυτό μας.

Η κρίση και η ψιλοτραγουδισμένη χρεωκοπία είναι ένα σύμπτωμα της γενικότερης ηθικής και κοινωνικής κρίσης, που έχει τις ρίζες της σε αυτά που περιγράψαμε και όχι (μόνο) στην κακή οικονομική διαχείριση.

ΟΣΟ συνεχίζουμε να εθελοτυφλούμε θα συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που δύο αιώνες τώρα κάνουμε: μια τρύπα στο νερό!

ΑΥΤΑ για σήμερα και συγνώμη αν κλόνισα (για άλλη μια φορά) τις βεβαιότητές σας για «το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής». Γεια χαρά.