Εφαρμόστε χωρίς παρεκκλίσεις τα μέτρα του Μνημονίου για την αύξηση των εσόδων και την περικοπή των δαπανών, ζητεί από την ελληνική κυβέρνηση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), το οποίο συνιστά, εμμέσως πλην σαφώς, και νέες μειώσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα, χαρακτηρίζοντας μικρές αυτές που έχουν γίνει έως τώρα.
Πρόκειται για την έκθεση του ΔΝΤ για την Ευρωζώνη, στην οποία σε ό,τι αφορά την Ελλάδα το Ταμείο σημειώνει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή τη διετία 2012-2013 θα ξεπεράσει το 3,5% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), ήτοι τα 7 δισ. ευρώ (εφόσον ληφθούν τα μέτρα).
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Τα Νέα», το ΔΝΤ αναφέρει ότι η ανεργία στην Ελλάδα θα παραμείνει υψηλή, καθώς η παρατεταμένη ύφεση, αλλά και η αδύναμη ανάπτυξη έως το 2016, δεν προσφέρουν τις συνθήκες για να επιστρέψει η ανεργία στα προ της κρίσης επίπεδα.
Ωστόσο, το Ταμείο αναφέρει ότι παρά τις ευρύτερες συνθήκες προσαρμογής στην ελληνική οικονομία το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος κατέγραψε συγκριτικά μικρή μείωση.
Συνοψίζοντας τις υποχρεώσεις της Ελλάδας στο πλαίσιο του προγράμματος προσαρμογής το ΔΝΤ διατυπώνει -και μάλιστα στην προστακτική- τις εξής πέντε συστάσεις:
– Καθορίστε και ψηφίστε τα υπολειπόμενα μέτρα στο σκέλος των εσόδων και των δαπανών που είναι απαραίτητα για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου.
– Προχωρήστε σε θεσμικές μεταρρυθμίσεις δημοσιονομικού χαρακτήρα για τη βελτίωση της είσπραξης των εσόδων και εστιάστε στην πρόληψη της συσσώρευσης καθυστερούμενων υποχρεώσεων εκ μέρους του Δημοσίου.
– Οριστικοποιήστε τη στρατηγική για την ανακεφαλαιοποίηση των βιώσιμων τραπεζών και καθορίστε το χρονικό πλαίσιο για τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
– Ολοκληρώστε τα σχέδια για την επίλυση του θέματος των κρατικών τραπεζών με τον οικονομικότερο δυνατόν τρόπο, διασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία των καταθετών.
– Βελτιώστε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας με μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, με την απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών και μέσα από τη μεταρρύθμιση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
«ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ» Η ΕΛΛΑΔΑ
Στην επόμενη έκθεση της τρόικας παραπέμπει ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αναφορικά με τη λήψη των επόμενων αποφάσεων για την Ελλάδα, αναφέρει δημοσίευμα της Deutsche Welle, ενώ εξέφρασε και εκείνος –μετά την Άνγκελα Μέρκελ– την πλήρη αντίθεσή του στην έκδοση ευρωομολόγων.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Rheinische Post», ο Β. Σόιμπλε χαρακτηρίζει την Ελλάδα «εξαιρετική περίπτωση». Υπενθυμίζει ότι στην Ελλάδα ολοκληρώθηκε ένα πετυχημένο «κούρεμα» του χρέους, ενώ αποφασίστηκε ένα δεύτερο πρόγραμμα για τη χώρα. Και τώρα, όπως υπογραμμίζει ο Γερμανός υπουργός, «η Τρόικα θα πρέπει να εξετάσει σε ποιο βαθμό η Ελλάδα προχώρησε στην εφαρμογή του. Τότε θα πρέπει να λάβουν (σ.σ. η Ελλάδα) και να λάβουμε μια απόφαση».
Το ζητούμενο, σύμφωνα με τον κ. Σόιμπλε, είναι «να συνεχιστεί ο δρόμος που θα προσφέρει στην Ελλάδα, στο ορατό μέλλον, καλές πιθανότητες να επιστρέψει στις χρηματαγορές. Σε αυτό το πλαίσιο απαιτούνται επώδυνα και ριζικά μέτρα προσαρμογής σε πολλούς τομείς. Δεν μπορούμε να απαλλάξουμε τους Έλληνες από αυτό» λέει ο κ. Σόιμπλε και καταλήγει: «Το πρόγραμμα έχει αποφασιστεί, οι παράμετροι έχουν τεθεί και εξακολουθούν να ισχύουν. Και τώρα περιμένουμε την έκθεση της Τρόικας».
Σε ερώτηση, εάν θα υπάρξουν ομόλογα «όσο ζει» (έκφραση που είχε χρησιμοποιήσει η Α. Μέρκελ σε πρόσφατη συνεδρίαση της Κ.Ο. της CDU για να δηλώσει την αντίθεσή της στα ευρωομόλογα), ο υπ. Οικονομικών της Γερμανίας απαντά: «Και εδώ ισχύει η αρχή: καμία ευθύνη χωρίς έλεγχο. Όσο δεν υπάρχει κοινή δημοσιονομική πολιτική στην Ευρώπη, δεν θα υπάρξουν ευρωομόλογα. Υπό αυτή την έννοια δεν θα ήθελα να δω ευρωομόλογα ούτε εγώ στη ζωή μου».
Εν τω μεταξύ, ενόψει της ψηφοφορίας στη γερμανική Βουλή για την παροχή βοήθειας στις ισπανικές τράπεζες, ο κ. Σόιμπλε τονίζει ότι δεν πρόκειται για απευθείας χρηματοδότηση των τραπεζών: «Δεν υπάρχει απευθείας πρόσβαση των τραπεζών στον μηχανισμό στήριξης EFSF. Αυτό που υπάρχει (…) είναι ένα εργαλείο βοήθειας προς χώρες για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών τους. Το κράτος ζητά τη βοήθεια αυτή, η βοήθεια διοχετεύεται σε μια κρατική υπηρεσία, το κράτος φέρει την ευθύνη για την επιστροφή της βοήθειας και δεσμεύεται την ίδια ώρα σε μια ριζική εξυγίανση του τραπεζικού της τομέα και άλλα μέτρα προσαρμογής».
Ο υπουργός εκτιμά ότι το πρόβλημα της Ισπανίας περιορίζεται στον τραπεζικό τομέα και ως εκ τούτου δεν υπάρχει λόγος να εικοτολογεί κανείς για ένα συνολικό πακέτο βοήθειας για τη χώρα «το οποίο δεν χρειάζεται η Ισπανία».
«ΟΛΑ ΑΝΟΙΧΤΑ» ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΞΙΜΟΥ
«Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Χρειάζεται μεγάλος αγώνας για να κερδίσουμε τη μάχη με τους πιστωτές». Η φράση αυτή αποτελεί οδηγό για το Μέγαρο Μαξίμου, μια ημέρα μετά την σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον πρωθυπουργό, κ. Αντ. Σαμαρά, και μια εβδομάδα πριν από την προγραμματισμένη έλευση της τρόικας στην Αθήνα.
Από το πρωθυπουργικό περιβάλλον επιμένουν ότι η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη και ανώτατα κυβερνητικά στελέχη δεν συμμερίζονται το κλίμα που επιχειρεί να διαμορφώσει η ηγεσία και τα στελέχη του ΠαΣοΚ, που εκπέμπουν τη βεβαιότητα, ότι η επαναδιαπραγμάτευση, η επιμήκυνση και οι βελτιώσεις στους όρους του οικονομικού προγράμματος είναι περίπου δεδομένες.
Στενοί συνεργάτες του κ. Σαμαρά επισημαίνουν ότι στην παρούσα χρονική περίοδο και ενώ το κλίμα στην ευρωζώνη είναι ρευστό, πρωτεύει να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην Ελλάδα, να δώσουμε δείγματα γραφής στους πιστωτές και μετά να τεθεί το θέμα της επαναδιαπραγμάτευσης σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο.
Στο Μέγαρο Μαξίμου είναι αρκετά επιφυλακτικοί και δεν επιθυμούν να καλλιεργηθούν υψηλές προσδοκίες στην κοινή γνώμη και αποφεύγουν να προκαταβάλλουν, εν αντιθέσει με το ΠαΣοΚ και τη ΔΗΜΑΡ, τις εξελίξεις, δηλώνοντας ότι «έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας».
Υψηλόβαθμοι κυβερνητικοί παράγοντες και τακτικοί συνομιλητές του κ. Σαμαρά δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση να επαναληφθεί το περυσινό καλοκαίρι, με την κρίση που είχε δημιουργηθεί στις σχέσεις της τότε κυβέρνησης υπό τον κ. Γ. Παπανδρέου και με υπουργό Οικονομικών τον νυν πρόεδρο του ΠαΣοΚ, κ. Ευ. Βενιζέλο, με την τρόικα, την αποχώρησή της και τα όσα αρνητικά ακολούθησαν για τη χώρα.
Ως εκ τούτου, με οδηγό και την προϊστορία και τα λάθη του παρελθόντος, ο κ. Σαμαράς θα επιχειρήσει να εξασφαλίσει τις καλύτερες, όσο το δυνατόν, συνθήκες, πριν ο ίδιος θέσει σε υψηλό επίπεδο το ζήτημα της επιμήκυνσης.
«Όλα πρέπει να γίνουν με προσοχή και δεν υπάρχει λόγος βιασύνης. Δεν μπορούμε να διακινδυνεύσουμε μια διαπραγματευτική ήττα» λένε χαρακτηριστικά συνομιλητές του κ. Σαμαρά που επιμένουν ότι η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει σε κινήσεις για να μπορέσει να απαντήσει στα όποια επιχειρήματα των πιστωτών περί καθυστερήσεων της ελληνικής πλευράς.
Επίσης, στο Μέγαρο Μαξίμου υπογραμμίζουν ότι οφείλει και η τρόικα την επόμενη εβδομάδα να καταλάβει ότι με την ύφεση να αγγίζει το 7% δεν μπορεί να υπάρξουν άλλα μέτρα που θα επιδεινώσουν την κατάσταση.
ΣΑΜΑΡΑΣ-ΜΕΡΚΕΛ ΣΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ
Ο πρωθυπουργός, όπως έχει αναφέρει και το «Βήμα της Κυριακής», θα επιδιώξει ο ίδιος με ταξίδια στο εξωτερικό να χτίσει γέφυρες συνεργασίας με ομολόγους του και να αλλάξει την εικόνα της χώρας, αλλά κυρίως να διαμορφώσει συνθήκες για να τεθεί πιο ομαλά και με περισσότερες ελπίδες επιτυχίας το αίτημα για επαναδιαπραγμάτευση.
Βασικό του όπλο είναι, όπως λένε όσοι συμμετέχουν στις εσωτερικές συσκέψεις, είναι η κρίσιμη κατάσταση που υπάρχει στην ευρωζώνη και, κυρίως, το πρόβλημα που έχει μεταφερθεί και στις υπόλοιπες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου.
Ο πρωθυπουργός που έχει ως σύνθημα «πρέπει να κερδίσουμε τη μάχη της αξιοπιστίας» θα αναλάβει ο ίδιος προσωπικά πρωτοβουλίες για να αλλάξει το κλίμα με…αντεπίθεση εξωτερικού. Μετά το Δεκαπενταύγουστο αναμένονται επισκέψεις σε πρωτεύουσες-«κλειδιά» για την ελληνική κυβέρνηση, ενώ ψηλά στην ατζέντα είναι η συνάντησή του με την Γερμανίδα καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, προετοιμάζεται το ταξίδι του κ. Σαμαρά στο Βερολίνο και είναι πολύ πιθανό να γίνει το τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου, οπότε και αναμένεται να συναντηθεί με την κ. Μέρκελ.
H Καγκελάριος στη «θερινή συνέντευξή» της στον διαδικτυακό τόπο του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, έστειλε εκ νέου το μήνυμά της και στην Ελλάδα.
«Ορισμένες χώρες έχουν ακόμα πολλή δουλειά μπροστά τους προκειμένου να γίνουν και πάλι ανταγωνιστικές» είπε και υπογράμμισε και πάλι τις βασικές αρχές της δράσης της στην ευρωκρίση: όχι σε αλληλεγγύη χωρίς ανταλλάγματα, όχι σε ανάληψη κοινής ευθύνης χωρίς έλεγχο.