Στον δρόμο που χάραξε ο πολιτικός του προϊστάμενος, κ. Ευ. Μεϊμαράκης, κινείται -σε συμβολικό τουλάχιστον επίπεδο- ο β΄ αντιπρόεδρος της Βουλής, κ. Αθ. Νάκος, ο οποίος ανακοίνωσε ότι δεν θα συμμετάσχει στις εργασίες της Επιτροπής Ελέγχου των οικονομικών των βουλευτών, της οποίας προΐσταται, όταν θα διερευνάται η υπόθεση της εμπλοκής του ονόματός του στην εμφανιζόμενη ως λίστα του ΣΔΟΕ για τα πολιτικά πρόσωπα.

Στην κατεύθυνση αυτή προέβη στις εξής ενέργειες: έθεσε τη σχετική καταγγελία υπόψη της Επιτροπής «προκειμένου αυτή να αποφανθεί αρμοδίως, χωρίς τη δική μου συμμετοχή στις εργασίες της», όπως δήλωσε. Επίσης, αποφάσισε να ζητήσει -«πλέον όχι ως πρόεδρος της ως άνω Επιτροπής, αλλά ως πολίτης και βουλευτής»- από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, κ. Γρ. Πεπόνη, να διερευνήσει -(σ.σ.: έστειλε και σχετική επιστολή)- «το συντομότερο δυνατό την καταγγελία και να αποφανθεί σχετικά».

Επιπλέον, ο κ. Νάκος θα ζητήσει από τον κ. Πεπόνη «την άσκηση δίωξης, εάν κρίνει ότι υφίσταται θέμα, κατά παντός υπευθύνου, τόσο για τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσής μου από το ΣΔΟΕ όσο και κατά του καταγγέλλοντος, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία». Όπως δηλώνει «ουδέποτε έχω αρνηθεί τον έλεγχο από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή, θεωρώντας ότι μόνο έτσι διασφαλίζεται η διαφάνεια στο δημόσιο βίο. Αυτόν τον έλεγχο ζητώ και τώρα, και μάλιστα άμεσα, προκειμένου να μη μείνει καμία σκιά και να προστατευτεί όχι μόνο η προσωπική μου αξιοπρέπεια αλλά και η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος», υπογραμμίζει.
 
Η ΥΠΟΘΕΣΗ
 
Όπως αναφέρει, εξάλλου, η υπόθεση στην οποία τον εμπλέκουν «ουδεμία σχέση έχει με τη διενεργούμενη από το ΣΔΟΕ έρευνα για τα πολιτικά πρόσωπα, για την οποία τόσος θόρυβος έχει γίνει, τη δε σοβαρότητα της καταγγελίας μπορεί εύκολα ο οποιοσδήποτε να την αντιληφθεί…».

 
Όσον αφορά την ουσία της υπόθεσης στην οποία εμπλέκεται, ο αντιπρόεδρος διευκρινίζει τα εξής: «Ο κ. Γεώργιος Σαράντης, κάτοικος Βόλου, έχει πολεοδομικές διαφορές με οικοπεδούχο στην πόλη του Βόλου, ο οποίος προτίθεται να αναθέσει την ανέγερση της οικοδομής του σε εταιρεία του υιού μου Σταύρου. Αφού ο κ. Σαράντης εξάντλησε όλα τα νόμιμα μέσα προκειμένου να εμποδίσει την ανέγερση της οικοδομής και απέτυχε λόγω του αβάσιμου των καταγγελιών του, ενεργώντας εκβιαστικά ή εκδικητικά, κατέθεσε τη συνημμένη καταγγελία στο ΣΔΟΕ, την οποία μάλιστα κοινολόγησε σε εκπομπές του κ. Μάκη Τριανταφυλλόπουλου.

Το ΣΔΟΕ στις 18/5/2012 απέστειλε την καταγγελία στον πρόεδρο της Βουλής, δι’ υπογραφής διευθυντού του, χωρίς να έχει προηγουμένως ολοκληρώσει την έρευνα την οποία δικαιούνταν -και όφειλε- να διεξαγάγει και χωρίς να την αποστείλει στον αρμόδιο εισαγγελέα, προκειμένου αυτός να αποφανθεί για τα περαιτέρω.
Τόσο εγώ όσο και ο υιός μου, εξαιτίας της προβολής του θέματος διά του Τύπου, καταθέσαμε αγωγές για συκοφαντική δυσφήμιση εναντίον του κ. Σαράντη, οι οποίες επρόκειτο να δικαστούν στις 18/9/2012 από το αρμόδιο Πολυμελές Πρωτοδικείο Βόλου. Δυστυχώς, η στάση εργασίας των δικαστικών κατά τη συγκεκριμένη ημέρα μετέθεσε την εκδίκαση των υποθέσεων για τον προσεχή Μάρτιο και συγκεκριμένα για τις 19 Μαρτίου 2013».

Ερωτηθείς πάντως, πώς αποδέχθηκε τη θέση του αντιπροέδρου της Βουλής και μάλιστα ως αρμόδιος για τον έλεγχο των «πόθεν έσχες» των βουλευτών ενώ το σχετικό διαβιβαστικό της υπόθεσής του είχε σταλεί από το ΣΔΟΕ στην Βουλή από τις 18.5.2012, απάντησε ότι «αξιολογήθηκε πως είναι κουρελόχαρτο η επίμαχη καταγγελία».
Αίσθηση, τέλος, προκάλεσε η αναφορά του αρμοδίου προέδρου της Επιτροπής για τα «πόθεν έσχες» ότι «ο κλέφτης δεν δίνει αποδείξεις». Όπως είπε σε συνομιλία του με τους δημοσιογράφους, «αν κάποιος θέλει να κλέψει δεν θα το δηλώσει στο πόθεν έσχες και αν στήσει μια off shore στα νησιά Καϊμάν δεν θα τη γράψει στην δήλωση της περιουσιακής του κατάστασης».