ΔΕΝ σας κρύβω ότι μελαγχόλησα την περασμένη Δευτέρα το βράδυ, φτάνοντας στο κτίριο της Κοινότητας για να παρακολουθήσω την ομιλία του συμπατριώτη μας οικονομολόγου, Γιάννη Βαρουφάκη.
ΣΤΗΝ ιδέα και μόνο ότι αυτή ήταν η αποχαιρετιστήρια δημόσια εκδήλωση σε ένα κτίριο που συνδέθηκε με την εδώ παρουσία μας, μου δημιούργησε ανάμεικτα συναισθήματα.
ΑΙΣΘΑΝΟΜΟΥΝ σαν να πήγαινα σε νοσοκομείο να αποχαιρετήσω για τελευταία φορά έναν ετοιμοθάνατο φίλο με τον οποίο και είχαμε φάει μαζί «ψωμί και αλάτι».
ΟΙ άνθρωποι δεν συνδέονται συναισθηματικά μόνο με συνανθρώπους τους, αλλά και με άψυχα αντικείμενα, τα οποία με τον καιρό αρχίζουν να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής τους.
ΚΑΙ ένα τέτοιο κομμάτι της εδώ παρουσίας μας είναι και το κτίριο της Κοινότητας Μελβούρνης, που σημάδεψε, όσο κανένα άλλο, την οργανωτική μας πορεία.
ΓΙΑ μισό και πλέον αιώνα, το κτίριο της Κοινότητας στο Lonsdale Street, αποτέλεσε το «στρατηγείο» του Ελληνισμού, απ’ όπου και ξεκίνησαν πολλές πρωτοβουλίες που διαμόρφωσαν, έως ένα βαθμό, την εδώ ζωή μας.
ΕΚΕΙ διατυπώθηκαν πολλές ιδέες, εκεί συζητήθηκαν πρωτοποριακές προτάσεις, εκεί πάρθηκαν πάμπολλες πρωτοβουλίες και δόθηκαν «ομηρικές» μάχες μεταξύ των διαφωνούντων.
ΤΕΛΙΚΑ, στο κτίριο αυτό «γνωριστήκαμε» μεταξύ μας και συνειδητοποιήσαμε τη δύναμή μας.
ΕΚΕΙ θέσαμε τα «θεμέλια», πάνω στα οποία η παροικία μας άρχισε να δημιουργεί και να χτίζει το μέλλον της.
ΑΝ είχαν ψυχή για να μιλήσουν, τα τούβλα και οι πέτρες θα είχαν πολλά να μολογήσουν και για τις ευκαιρίες που χάθηκαν.
ΤΟ Lonsdale Street έγινε ο «δρόμος μας» σε τούτη την εσχατιά του κόσμου, χάρη στο κτίριο αυτό, από τη μια πλευρά, και τα γραφεία του «Νέου Κόσμου», ακριβώς απέναντι στο Russell Street.
ΓΙΑ τρεις και πλέον δεκαετίες και, κυρίως, για τις δεκαετίες της ακμής μας, η γωνιά αυτή της Μελβούρνης υπήρξε σημείο αναφοράς της παροικίας μας.
ΑΠΟ εκεί περνούσαν όλοι για να συναντήσουν κάποιο γνωστό τους, να μάθουν νέα, να αγοράσουν εφημερίδες από το Σαλαπάτα ή να βγάλουν εισιτήριο για να επισκεφθούν την πατρίδα.
ΟΣΟΙ αισθάνονταν νοσταλγία για την πατρίδα που άφησαν πίσω, από εκεί περνούσαν να «αναπληρώσουν» το κενό και να «φορτίσουν» τις μπαταρίες.
ΕΚΕΙ έγιναν οι πρώτες μαζικές μας συνάξεις και μπήκαν τα θεμέλια των Φεστιβάλ που ακόμα σηματοδοτούν την εδώ παρουσία μας.
ΜΕ δυο κουβέντες, από τη γωνιά αυτή ξεκίνησαν σχεδόν όλα και, μάλιστα, 50 ολόκληρα χρόνια πριν εμείς (τα τέκνα της μεταπολεμικής μαζικής μετανάστευσης) «πιάσουμε» το νήμα της συνέχειας. το νήμα της δικής μας πορείας.
ΓΙΑ περισσότερα από 100 χρόνια η Κοινότητα υποδέχεται όλους τους νεοφερμένους που επέλεξαν (έστω εν αγνοία τους) τούτη την πόλη για μια καλύτερη ζωή.
Η Κοινότητα Μελβούρνης, είναι ο μόνος οργανισμός της παροικίας μας τον οποίο όλοι οι Έλληνες αισθάνονται σαν δικό τους.
ΚΑΙ αυτό δεν έγινε τυχαία, αφού η Κοινότητα, για 50 χρόνια ήταν ο μόνος οργανισμός που είχε εκκλησία και ελληνικά σχολεία και ενίοτε λειτουργούσε ως κέντρο υποδοχής των νεοφερμένων, ως γραφείο εύρεσης εργασίας, ως κοινωνική πρόνοια και ως τόπος παρηγοριάς.
ΣΤΗΝ Κοινότητα βρίσκουν αποκούμπι ακόμα και σήμερα οι συμπατριώτες μας που επιχειρούν να δραπετεύσουν από την οικονομική κρίση που πλήττει την πατρίδα.
ΣΚΕΠΤΟΜΕΝΟΣ όλα τα πιο πάνω, έφτασα τη Δευτέρα το βράδυ στο Lonsdale Street και πάρκαρα τη μοτοσικλέτα μου στο ίδιο ακριβώς σημείο που την παρκάρω δεκαετίες τώρα. Ακριβώς μπρος στο κοινοτικό κτίριο.
ΦΤΑΝΟΝΤΑΣ στην είσοδο με υποδέχτηκε ο Θόδωρος Μάρκος, που προσπαθούσε να φτιάξει το ασανσέρ, που πιστό στην κοινοτική παράδοση, δεν… λειτουργούσε!
ΕΠΕΙΔΗ ο Θόδωρος γνωρίζει την… αδυναμία μου για το ασανσέρ, που ολημερίς το μαστορεύουνε και από βραδύς το πνεύμα παραδίδει, με καλωσόρισε γελώντας…
«ΔΕΝ θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά Μπάμπη. Για χάρη σου χάλασε και πάλι»!
ΕΧΩ αποκτήσει ιδιαίτερες σχέσεις, σας λέω, με το συγκεκριμένο ασανσέρ. Πάνω από δύο ώρες πέρασα μια φορά με το Χρήστο Μουρίκη εγκλωβισμένος, μέχρι να έλθει ο μάστορας να το φτιάξει. Και δεν ήταν, ούτε η πρώτη, ούτε βέβαια η τελευταία…
ΠΗΡΑ τις σκοτεινές σκάλες, που δεν έκρυβαν την παρακμή τους και αβίαστα μαρτυρούσαν ότι η κατεδάφιση έχει ήδη αρχίσει και ανέβηκα μαζί άλλους στον τρίτο όροφο.
ΣΕ λίγο και πριν αρχίσει η ομιλία του Γιάννη Βαρουφάκη, η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη. Φύλλο δεν έπεφτε.
ΠΑΡΑ πολλά χρόνια που είχα να δω τόσο πολύ κόσμο συγκεντρωμένο στην αίθουσα του τρίτου ορόφου.
Η τελευταία φορά ήταν όταν έγινε εκεί μια Έκτακτη Γενική Συνέλευση, αν δεν κάνω λάθος.
ΤΟΣΟ κόσμο είχε επίσης και στην πρώτη παροικιακή συγκέντρωση που έγινε τον Ιούλιο του 1974 μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
ΛΕΣ και ήταν χθες. Ακόμα θυμάμαι τον Αντώνη Τούμπουρου να προεδρεύει σε μια αίθουσα που στην κυριολεξία γινόταν «το έλα να δεις» από τους οργισμένους συμπάροικους.
Η συγκέντρωση εκείνη τελείωσε, όπως και όπως, με τη διεξαγωγή ενός εράνου και την εκλογή μιας προσωρινής επιτροπής που ανέλαβε να οργανώσει τις κινητοποιήσεις που ακολούθησαν.
Η σύναξη της περασμένης Δευτέρας δεν είχε το ίδιο πάθος. Ήταν πιο ήρεμη και πιο πολιτισμένη, παρά το γεγονός ότι το ενδιαφέρον και η αγωνία όλων μας για το μέλλον της πατρίδας δεν είναι λιγότερο απ’ ό,τι ήταν τότε, για τη τύχη της Μεγαλονήσου.
ΤΕΤΟΙΕΣ στιγμές από τα χρόνια που πέρασαν «στριμώχνονταν» στη μνήμη μου καθ’ όλη τη διάρκεια της εκδήλωσης.
ΔΕΝ ξέρω πόσοι απ’ όσους παραβρέθηκαν στην ιστορική αυτή τελευταία εκδήλωση, παρακολούθησαν (και) το ηλιοβασίλεμα.
ΓΙΑ περισσότερα από μισή ώρα ο ουρανός ήταν κατακόκκινος, λες και λάμβανε μέρος στην αποχαιρετιστήρια τελετή…
ΓΙΑ κάποιο λόγο, από το μυαλό μου πέρασε η ίδια σκέψη που είχε περάσει και από το μυαλό του Αμερικανού υπουργού Άμυνας, Robert Strange McNamara, κατά τη διάρκεια της κρίσης της Κούβας το Νοέμβρη του 1962 που είχε φέρει τον κόσμο στα πρόθυρα του πυρηνικού ολέθρου.
ΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ το ηλιοβασίλεμα του μακρινού εκείνου Νοέμβρη, μετά την πιο κρίσιμη συνεδρίαση με τον πρόεδρο, Τζον Κένεντι, λέει σε ένα φρουρό που βρίσκονταν δίπλα του «αυτή ίσως είναι η τελευταία φορά βλέπουμε τον ήλιο να δύει».
ΑΥΤΗ ήταν και για μας η τελευταία φορά που βλέπαμε ηλιοβασίλεμα από τον τρίτο όροφο του Κοινοτικού κτιρίου, που σε λίγο θα δώσει τη θέση του στον Πύργο που θα μοιραστεί τα ίδια θεμέλια και θα κληρονομήσει την ιστορία του.
ΑΝ κρίνω από τον αριθμό των συγκεντρωμένων, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι όχι μόνο θα συνεχιστεί η κοινοτική παράδοση, αλλά και το νέο κτίριο θα ζήσει παρόμοιες στιγμές.
ΣΤΗΝ καμπή αυτή και στην αλλαγή της σκυτάλης από το παλιό στο καινούργιο και από τη πρώτη γενιά στη δεύτερη και τρίτη, θα αναφερθεί ο «Νέος Κόσμος» σε ένα αφιέρωμα που θα κάνει για την ιστορία της Κοινότητας σε λίγες εβδομάδες.
ΣΤΟΧΟΣ μας είναι να δώσουμε το λόγο σε αρκετούς πρωταγωνιστές (που βρίσκονται ακόμα στη ζωή) καθώς και σε νέους ανθρώπους που πιστεύουν ότι η Κοινότητα θα πρέπει να συνεχίσει να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στο παροικιακό μας γίγνεσθαι.
ΑΥΤΑ για σήμερα και θα μιλήσουμε αναλυτικότερα για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Κοινότητας σύντομα. Γεια χαρά.