Oι εγκληματικές πράξεις των «Αδελφών St. John of God», που βλέπουν τη δημοσιότητα ξανά αυτές τις μέρες, προκαλούν κύματα αγανάκτησης και, αναμφίβολα, εμετικών κρίσεων στην κοινωνία. Το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «The Age»,την Παρασκευή, “Brothers ‘pack raped’ boys”, (Οι αδελφοί βίαζαν ομαδικά αγόρια) και «Αt 11, given cans of beer, cigarettes, then abused” (Σε 11χρονο, μπύρα, τσιγάρα και μετά βιασμός), γράφει ακόμη μια σελίδα στο βιβλίο ντροπής του κλάδου αυτού.
Χωρίς σταματημό, ούτε καν διάλειμμα, για να προλάβει να συνέλθει ο καθένας από μας από το σοκ, οι αποκαλύψεις για κάποιους ιερωμένους που κακοποίησαν και βεβήλωσαν -πάνω απ’ όλα- την εμπιστοσύνη της Πολιτείας στο πρόσωπό τους.
Σχεδόν κάθε δεύτερη νύχτα ο αδελφός τρύπωνε με προφυλάξεις στο δωμάτιο του 11χρονου, αφήνοντάς του τενεκεδάκια μπύρας και τσιγάρα. Το παιδί ήξερε ότι σε λίγο θα γύριζε για να το βιάσει. Έτρεμε από το φόβο, δεν μπορούσε όμως να μιλήσει σε κανέναν, μιας και η πολιτεία το είχε εμπιστευτεί στα χέρια των ‘αδελφών’. Εξάλλου, ο βιαστής του, του είχε πει ότι ‘αν τολμήσει ν’ ανοίξει το στόμα του θα το μετανιώσει’.
Το παιδί έχασε τη μητέρα του όταν ήταν τριών χρόνων.
«Δεν είχα κανέναν που θα μπορούσε να με βοηθήσει. Αν μιλούσα ποιος θα με πίστευε;” θα πει σήμερα ο Στιβ Ντάμας, ώριμος άντρας πλέον, αλκοολικός και εξαρτώμενος από ηρεμιστικά.
Από 11 χρόνων μέχρι 16, δηλαδή από τα τέλη της δεκαετίας του ‘60 και τις αρχές του ‘70, ο ίδιος που υποτίθεται ότι τον είχε υπό την προστασία του, τον βίαζε σεξουαλικά και μαζί με άλλα παιδιά δεχόταν κακοποιήσεις, μαστιγώσεις και ραβδισμούς, από αδελφούς στο ίδρυμα Churinga Special Residential School στο Greensborough. Μερικά από τα παιδιά αυτά μάλιστα ήταν διανοητικά ανάπηρα.
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΣΚΕΠΑΣΤΟΥΝ
«Δε νοιώθω καλά με τον εαυτό μου. Στα 56 μου, είμαι αλκοολικός και εθισμένος στα ηρεμιστικά. Για χρόνια τώρα βασανίζομαι από ενοχές. Αισθάνομαι ότι για να μού συμβούν όλα αυτά, έφταιξα σε κάτι, δεν ξέρω όμως τι. Εκείνο που θέλω είναι να ξεσκεπαστούν. Κάθε τόσο γίνεται κάποιος θόρυβος, αλλά με κανένα πραγματικό αποτέλεσμα. Όλο φαίνονται να ξεφεύγουν. Προς τα τέλη του 1999 και αρχές του 2000 τους έκανα μήνυση (το ίδρυμα) και πήρα κάτι ψίχουλα που από πείσμα πήγα και τα έπαιξα στα πόκις. Με έκαιγαν. Δεν ήθελα καν να τα βάλω στην τσέπη μου. Ήταν μια κοροϊδία. Αυτό που θα με ικανοποιούσε θα ήταν να ξεσκεπαστούν οι ένοχοι και να πληρώσουν. Σήμερα πληροφορούμαι ότι δεν απαγγέλθηκε καμιά κατηγορία εναντίον τους. Ξέφυγαν, γλίστρησαν μέσα από το νόμο, χωρίς να πληρώσουν για τα εγκλήματά τους. Αυτό με εξοργίζει πραγματικά.
Όταν υπέβαλα εναντίον του μήνυση, δεν το έκανα για τα λεφτά, αλλά για να τον ξεσκεπάσω και να τιμωρηθεί όπως του άξιζε. Όλα όμως χωρίς κανένα όφελος.