Η Έμα Λουίζ Αλγκουίλε, νοσοκόμα από τη Μελβούρνη, ακόμη δεν μπορεί να πιστέψει ότι γλίτωσε το θάνατο δι’ απαγχονισμού στον οποίο ήταν σχεδόν βέβαιο ότι θα καταδικαζόταν μετά τη σύλληψή της για ένα κιλό αμφεταμινών που βρέθηκαν στο αυτοκίνητο που οδηγούσε, τον περασμένο Ιούλιο.
Ο φίλος της, τον οποίο κυνηγούσε η αστυνομία, μετά από πληροφορίες που είχε ότι διακινεί ναρκωτικά, κατόρθωσε να ξεφύγει από τον κλοιό των αστυνομικών και άφησε τη φίλη του μαζί με έναν άλλον άντρα στο αυτοκίνητο να πληρώσει με τη ζωή της.

Μετά από 114 μέρες φυλάκισης, κάτω από εφιαλτικές συνθήκες, όπου 19 γυναίκες -εγκληματίες και έμποροι ναρκωτικών -– ήταν η μια πάνω στην άλλη, «σαν παστωμένες σαρδέλες» -όπως θα πει- δεν μπορεί να πιστέψει ότι αφέθηκε ελεύθερη.
Βασικό ρόλο, πιστεύει η ίδια, έπαιξε το γεγονός ότι υποσχέθηκε να βοηθήσει την αστυνομία να εντοπίσει και να συλλάβει το φίλο της τον οποίο αποκαλεί σήμερα «δειλό, της τελευταίας υποστάθμης άτομο».

Η περιπέτειά της, θα πει, την έκανε να δει τη ζωή διαφορετικά. Μητέρα έξι παιδιών τα οποία εγκατέλειψε, σχεδόν αμέσως μετά τη γέννησή τους, ζητά να τα πάρει τώρα πίσω και να τους δώσει όλα αυτά που τους στέρησε όλα αυτά τα χρόνια.

«Έκανα λάθη τα οποία θέλω να επανορθώσω. Ζητώ συγγνώμη από όλους, όσους έχω βλάψει με τη διαγωγή μου. Η ζωή μου είναι τα παιδιά μου. Δεν ζητώ τίποτε άλλο. Τίποτε δεν αξίζει στη ζωή περισσότερο από αυτά».

Όσο για τον πατέρα της, που ταξίδεψε από τη Δυτ. Αυστραλία για να βρεθεί στη δίκη της, θα πει, «δεν ξέρω πώς είναι να κερδίζει κανείς ένα εκατομμύριο, αλλά δεν νομίζω ότι μπορεί να συγκριθεί με αυτό που νοιώθω σήμερα, να έχω την κόρη μου ελεύθερη, στην αγκαλιά μου».
Να σημειωθεί ότι ο ομοσπονδιακός υπουργός Εξωτερικών, Μπομπ Καρ, που επισκέφθηκε τον περασμένο μήνα τη Μαλαισία, έθιξε προσωπικά το θέμα της έγκλειστης νοσοκόμας.