Παρακαταθήκη αποτελούν για τον ελληνισμό της Αυστραλίας αλλά και της Διασποράς οι διαλέξεις του μεγαλύτερου γλωσσολόγου και λεξικογράφου της σύγχρονης Ελλάδας, καθηγητή Γεωργίου Μπαμπινιώτη. Ο π. πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθήνας και υπουργός Παιδείας της Ελλάδος, προσκεκλημένος του Ελληνικού Μουσείου και του Αυστραλιανού Ινστιτούτου Μακεδονικών Σπουδών, στo πλαίσιo των «Δημητρίων 2012» που οργανώνει η Παμμακεδονική Ένωση Μελβούρνης και Βικτωρίας έδωσε διαλέξεις στο Σίδνεϊ και στο Πανεπιστήμιο Notre Dame Πέρθης, τις οποίες παρακολούθησαν εκατοντάδες εκπαιδευτικοί, άνθρωποι των γραμμάτων και ηγέτες του Ελληνισμού.

Στην Πέρθη, αφού επισκέφθηκε το Ημερήσιο Σχολείο Αγίου Ανδρέα, παρακάθισε σε δείπνο που του παρέθεσε ο πρώην κυβερνήτης, Ken Michael, και ο ευεργέτης του εκεί ελληνισμού, επιχειρηματίας κ. Μανώλης Πετρέλης, καθώς και ο πρόεδρος του Australian Hellenic Council, κ. Ευάγγελος Κακούλας.
Τις εκεί διαλέξεις οργάνωσε ο λέκτορας του Προγράμματος Ελληνικών και δραστήριος εκπαιδευτικός, κ. Σάββας Παπασάββας. Τη διάλεξη του κ. Μπαμπινιώτη για τις ελληνικές διαλέκτους της Αρχαίας Ελλάδος παρακολούθησε ακροατήριο πάνω από 300 ατόμων.

ΣΤΗ ΜΕΛΒΟΥΡΝΗ

Την Πέμπτη, 22 Νοεμβρίου στις 7.00μμ, στο Ελληνικό Μουσείο «Ναυσικά Σταμούλη» ο καθηγητής κ. Γ. Μπαμπινιώτης έδωσε την πρώτη από τις δύο διαλέξεις του, με θέμα τη «Διατήρηση της γλώσσας προέλευσης σε ένα μεταναστευτικό περιβάλλον: Η περίπτωση της Ελληνικής», παρουσία του Υπουργού Μακεδονίας και Θράκης, κ. Θεόδωρου Καράογλου και της κ. Καράογλου, του πρέσβη της Ελλάδας στην Αυστραλία, κ. Χαράλαμπου Δαφαράνου, του προέδρου του Ελληνικού Μουσείου, κ. Χάρη Σταμούλη, του διευθυντή της Έκθεσης Θεσσαλονίκης κ. Αναστασίου Τζίκα και της συζύγου του, του Σχολικού Συμβούλου της Ελλάδος στην Αυστραλία κ. Β. Γκόκα, του προέδρου της Παμμακεδονικής Ένωσης Μελβούρνης, κ. Δημητρίου Μηνά, και άλλων επισήμων και προσκεκλημένων.
Εκπαιδευτικοί της Ελληνικής γλώσσας και λειτουργοί της ελληνομάθειας της Μελβούρνης παρευρέθηκαν στην διάλεξη του καθηγητή Μπαμπινιώτη, και χειροκρότησαν το χαρισματικό επιστήμονα.

Την όμορφη εκδήλωση άνοιξε ο αντιπρόεδρος της Υπηρεσίας Πολυπολιτισμικών Υποθέσεων, κ. Σπύρος Αλατσάς, ο οποίος καλωσόρισε τους επισκέπτες και κάλεσε τον Ππρόεδρο του Μουσείου, κ. Σταμούλη, να καλωσορίσει τους ακροατές της διάλεξης. Ο κ. Σταμούλης μίλησε για τον εκλεκτό επισκέπτη του Μουσείου και του Αυστραλιανού Ινστιτούτου Μακεδονικών Σπουδών, τονίζοντας τις επιστημονικές αρετές, τα κατορθώματα και τις διακρίσεις του. Μίλησε για τη συμβολή του κ. Μπαμπνιώτη στην ίδρυση του Μουσείου πριν από πέντε χρόνια, την προστασία που προσέφερε, αλλά και τη στοργή με την οποία περιέβαλε το Μουσείο και τον εδώ ελληνισμό, όταν έφερε στην Αυστραλία την Έκθεση με τίτλο «Η Γέννηση της Αθηναϊκής Δημοκρατίας» την οποία και επισκέφθηκαν χιλιάδες επισκέπτες.

Στη συνέχεια, κλήθηκε να μιλήσει ο κ. Γκόκας, ο οποίος αναφέρθηκε στην προσπάθεια του ελληνισμού να διατηρήσει τη γλώσσα του και κάλεσε τους εκπαιδευτικούς να συνεχίσουν τον αγώνα τους για την προώθηση της Ελληνικής σε όλα τα επίπεδα και τους φορείς διδασκαλίας.

Στη συνέχεια απηύθυναν χαιρετισμό ο υπουργός Μακεδονίας κ. Καράογλου και ο πρέσβης κ. Δαφαράνος. Ο πρώτος επεσήμανε τη σπουδαιότητα της παρουσίας του κ. Μπαμπινιώτη στην Αυστραλία και τη συμβολή του στα ελληνικά γράμματα. Ο πρέσβης της Ελλάδας, αφού χαιρέτισε τους παρόντες, διευκρίνισε ότι ήρθε για να υπηρετήσει τον Ελληνισμό και ζήτησε τη συναίνεση και τη συνεργασία της ηγεσίας του ελληνισμού.

Ακολούθως, παρουσίασε τον ομιλητή κ. Μπαμπινιώτη, ο επί σειρά ετών συνάδελφός του, κ. Α. Τάμης, ο οποίος εξήρε τη συμβολή του μεγάλου γλωσσολόγου τονίζοντας τα εξής:
 «Αγαθή τύχη μάς προίκισε με το προνόμιο να έχουμε στην Αυστραλία τον πλέον έγκριτο Έλληνα γλωσσολόγο της εποχής μας, τον πλέον δραστήριο ερευνητή και φημισμένο λεξικογράφο της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας. O καθηγητής Γεώργιος Μπαμπινιώτης ορθώς θεωρείται ο σύγχρονος δάσκαλος του γένους, η πλέον αυθεντική φωνή της συγκαιρινής Ελλάδας σε θέματα γλώσσας και πολιτισμού, ο πλέον σχολαστικός και συνεπής λεξικογράφος μας. Ο καθηγητής Μπαμπινιώτης υπηρέτησε με αυταπάρνηση τον ελληνισμό και την Ελλάδα ταξιδεύοντας, ως απόστολος της γλώσσας και του πολιτισμού μας, σε όλες τις ηπείρους και προίκισε με τη σοφία του λόγου του τα 17 εκατομμύρια των Ελλήνων και τις δεκάδες χιλιάδες των αλλογενών που είχαν την ευτυχία να τον ακούσουν και να μαθητεύσουν δίπλα του.

Χρημάτισε καθηγητής, κοσμήτορας, πρύτανης, αλλά, πάνω από όλα, πραγματικός αληθινός δάσκαλος της λαλιάς και του γραπτού λόγου των Ελλήνων. Ως πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού για πολλά χρόνια, μετέβαλε τη θεωρία της διαχρονικότητας και της οικουμενικότητας του ελληνικού πολιτισμού σε πράξη, μετουσίωσε το όραμα σε πράξη ανεγείροντας, ιδρύοντας γραφεία, εστίες και παραρτήματα του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού στην Οδησσό, το Βουκουρέστι, ακόμη και την μακρινή Μελβούρνη. Εκλέχθηκε πρύτανης του αρχαιότερου εθνικού μας Πανεπιστημίου για δύο θητείες στη δεκαετία 2000 και από το 1987 εκλέχτηκε πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Ελλάδας, του θεσμικού φορέα που ανέλαβε την ευθύνη της σοβαρής παιδείας του γένους μας αμέσως μετά την απελευθέρωση στα 1834, διευθύνοντας τα Αρσάκεια και τα Τοσίτσεια σχολεία που λειτουργούν στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, τα Ιωάννινα και τα Τίρανα της Αλβανίας.

Πρόσφατα επιστρατεύθηκε από την πολιτική ηγεσία της Ελλάδας να υπηρετήσει αμισθί την κοινή μας πατρίδα ως υπουργός Παιδείας, σε μια περίοδο σκληρής και εν πολλοίς τραγικής δοκιμασίας για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Ο κ. Μπαμπινιώτης αποδέχτηκε αμισθί την πρόκληση.

 Πάνω από όλα, όμως, ο καθηγητής, Γεώργιος Μπαμπινιώτης, θα μείνει στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης, γλώσσας και πολιτισμού ως ο μελετητής που είδε τον Ελληνισμό και την τετρασχιλιετή ιστορία του μέσα από τις λέξεις, μέσα από την έννοια των λέξεων. Μέσα από τις χιλιάδες σελίδες των πέντε λεξικών που εξέδωσε, αναδεικνύεται ως ένας από τους μεγαλύτερους λεξικογράφους της Ευρώπης αλλά σίγουρα ο μεγαλύτερος της Ελλάδας. Η τεράστια προσφορά του στον χώρο αυτόν, στην έκδοση των πέντε λεξικών του εκτιμάται από το γεγονός ότι έβαλε το ελληνικό λεξικό στο ελληνικό σπίτι, αξιολογείται από το ότι κατέβασε το λεξικό από τη βιβλιοθήκη, από το ράφι και το τοποθέτησε πάνω στο γραφείο, πάνω στο τραπέζι, από οπτική εικόνα αναφοράς, το έκανε χρηστικό εργαλείο, από στολίδι βιβλιοθήκης το μετέτρεψε σε απαραίτητο μηχανισμό αναζήτησης της γνώσης και της ορθότητας του ελληνικού λόγου…».

Η ΔΙΑΛΕΞΗ ΣΤΗ ΜΕΛΒΟΥΡΝΗ

Στη συνέχεια ανέβηκε στο βήμα ο διαπρεπής πανεπιστημιακός δάσκαλος κ. Μπαμπινιώτης, ο οποίος τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Είναι επικίνδυνο να πιστεύουμε ότι η γλώσσα είναι απλά ένα εργαλείο επικοινωνίας, ωστόσο είναι ανάγκη να τονίσω ότι πάνω από όλα η γλώσσα είναι αξία, και είναι αξία γιατί σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίο εμείς οι Έλληνες σκεπτόμαστε, έχει σχέση με τη νοημοσύνη μας διότι μέσα από τις λέξεις βασικά βιώνουμε τις έννοιες, έχει σχέση η γλώσσα με την παράδοσή μας, και τον πολιτισμό μας, πάνω από όλα, όμως, συνδέεται με την ταυτότητά μας. Επομένως η ελληνική γλώσσα είναι μία δέσμη από ποιότητες, μία ομάδα από εσωτερικές οντότητες πέρα και πάνω από ένα απλό επικοινωνιακό εργαλείο.

«Ο κάθε μετανάστης έχει διπλή ταυτότητα: την ταυτότητα της χώρας στην οποία ζει και την ταυτότητα της χώρας από την οποία προέρχεται. Και είναι η δεύτερη αυτή ταυτότητα που σε κάνει να νιώθεις Ελληνοαυστραλός. Θα ήθελα να τονίσω, ωστόσο, ότι η διπλή αυτή ταυτότητα είναι προϊόν σύνθεσης και όχι σύγχυσης. Η αυστραλιανή ταυτότητα είναι επίσημη και τυπική ταυτότητα και αφορά τα πολιτικά δικαιώματα. Η Ελληνική ταυτότητα είναι διαχρονική και ιστορική ταυτότητα, είναι ανεπίσημη, περισσότερο συναισθηματική και έχει να κάνει περισσότερα με τα ψυχολογικά δικαιώματα και όχι με τα πολιτικά.

 «Η διπλή αυτή ταυτότητα είναι προνόμιο διότι σου επιτρέπει να δεις δύο υποδομές του κόσμου, της ζωής και των ανθρώπων. Βέβαια αυτό προϋποθέτει περισσότερες υποχρεώσεις, αφού πρέπει να μάθεις δεύτερη γλώσσα, αφού η γλώσσα είναι ο μόνος ασφαλής και αποτελεσματικός τρόπος να εκφράσεις μια δεύτερη ταυτότητα. Κάθε μετανάστης έχει δύο γλώσσες, τη μητρική και τη δεύτερη. Η μητρική έχει σχέση με τη γλώσσα όπου ο μετανάστης ζει. Είναι η γλώσσα που ‘έχει σχέση με τη ζωή του, το επάγγελμά του, τη καριέρα του και το περιβάλλον του. Η μητρική γλώσσα του Ελληνο-αυστραλού είναι η Αγγλική. Η δεύτερη γλώσσα του είναι η γλώσσα της προέλευσής του, η γλώσσα που τον συνδέει με τους γονείς τους, τους συγγενείς του, η γλώσσα της παροικίας του, των συμπατριωτών του, η γλώσσα της πίστης του. Είναι μία προσωπική γλώσσα, με υψηλά φορτισμένο συναισθηματικό χαρακτήρα. Για τους Έλληνες της Αυστραλίας η Ελληνική είναι η δεύτερή τους γλώσσα που σχετίζεται με την ταυτότητά τους. Η ξένη γλώσσα είναι η γλώσσα του εμπορίου και της επικοινωνίας με πολίτες ξένων χωρών. Αυτή η γλώσσα επιλέγεται από τον μετανάστη για επικοινωνία και δεν έχει σχέση με την ταυτότητα, μπορεί να είναι η Κινεζική, η Ρωσική, η Ιταλική, η Γαλλική, η Γερμανική.

 «Η μητρική γλώσσα αποκτάται από τους ιθαγενείς χρήστες, Η ξένη γλώσσα είναι αποτέλεσμα γνώσης, επομένως την ξένη γλώσσα την εκμαθαίνουμε, την μητρική γλώσσα την αποκτούμε….

Η ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

Στη συνέχεια ο κ. Μπαμπινιώτης αναφέρθηκε στη σπουδαιότητα της Ελληνικής:
 «Προκειμένου να κατακτήσεις μια «δεύτερη ταυτότητα» δεν είναι ζήτημα να είσαι περισσότερο ή λιγότερο πληροφορημένος με τη χώρα της προέλευσής σου, στην προκειμένη περίπτωση με την Ελλάδα. Βεβαίως και είναι σημαντικό να γνωρίζεις για το χωριό ή την πόλη ή το νησί από το οποίο κατάγεσαι. Βεβαίως και είναι καλό να γνωρίζεις χορό, πώς να τραγουδάς τα ελληνικά τραγούδια, πώς να μαγειρεύεις ελληνικά.

Βεβαίως και είναι σπουδαιότατο να συμμετέχεις σε εκφάνσεις της Χριστιανικής Ορθόδοξης λατρείας, αν παίρνεις μέρος σε ελληνικούς πολιτιστικούς αγώνες, σε εθνικές εορτές. Αλλά, για να είμαστε ειλικρινείς, ο συντομότερος, ο αμεσότερος, ο πλέον αποτελεσματικός και πλέον ουσιώδης τρόπος που θα σε οδηγήσει στην ελληνική ταυτότητα είναι η γνώση της Ελληνικής. Επαναλαμβάνω, η γλώσσα δεν είναι απλά ένα εργαλείο, είναι αξία. Είναι η γλώσσα που σε συνδέει με τον πολιτισμό σου, με την ιστορία σου, με τη νοημοσύνη, με τα ιδεώδη, με τη χώρα καταγωγής σου…

ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΙ ΕΛΛΗΝΟΑΥΣΤΡΑΛΟΙ;

«Γιατί όμως να μαθαίνουν οι Ελληνοαυστραλοί Ελληνικά; Ένας λόγος είναι να επικοινωνούν με τους συμπατριώτες τους, με τα μέλη της κοινότητάς τους, με την οικογένειά τους, να τραγουδούν ελληνικά τραγούδια, να επικοινωνούν με τους Ελλαδικούς στην Ελλάδα, να κατανοούν τον διάλογο σε μια ελληνική ταινία, πάνω από όλα όμως για να βιώνουν τη δεύτερη ταυτότητά τους…
 «Ωστόσο επιτρέψτε μου, ως γλωσσολόγος, να υποστηρίξω τέσσερα κύρια χαρακτηριστικά που κάνουν την ελληνική ιδιαίτερα εξαιρετική γλώσσα…
1. Η ελληνική γλώσσα έχει συνέχεια 40 αιώνων
2. Είναι η γλώσσα με το ελληνικό αλφάβητο, ενός οικονομικού συστήματος γραφής που σημάδευσε την εξέλιξη και τη γέννηση όλων των γλωσσών του λεγόμενου Δυτικού πολιτισμού.
3. Η τεράστια παρουσία της ελληνικής σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες με τη μορφή των Ελληνικών λεξικών μεταφορών
4. Είναι η περισσότερο σημαντική από την άποψη του πολιτιστικού γοήτρου γλώσσα, αφού ο ελληνικός πολιτισμός αποτέλεσε τη βάση του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
«Αν και υπάρχουν και άλλες παλιές γλώσσες στον κόσμο (η αιγυπτιακή, η βαβυλωνιακή, η κινέζικη κ.λπ.) καμία άλλη γλώσσα στον κόσμο δεν έχει τη διαχρονική συνέχεια της Ελληνικής. Πρόκειται για μια ενιαία γλώσσα που ομιλούν στην Ελλάδα εδώ και 40 και γράφουν 30 αιώνες. …Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επήλθαν αλλαγές στη γλώσσα, στη φωνολογία της, στη γραμματική και στο συντακτικό της και όπως λέει και ο ποιητής μας Ελύτης «ας μη ξεχνάμε ότι για 25 αιώνες δεν πέρασε ούτε ένας αιώνας, επαναλαμβάνω, ούτε ένας αιώνας που δεν γράφτηκε ποίηση στην ελληνική γλώσσα, ούτε ένας αιώνας…»

 «Σημαντικότατο γεγονός στην ιστορία της Ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού ήταν η δημιουργία του Ελληνικού Αλφαβήτου. Δια μέσου αυτού του αλφαβήτου προωθήθηκαν οι επιστήμες, η φιλοσοφία, οι θεσμοί, η ιστορία, οι ιδέες. Ας σκεφτούμε για μια μόνον στιγμή τι θα συνέβαινε αν δεν υπήρχε η Ελληνική γραφή, εάν τη γραφή δεν τη γνώριζαν οι Έλληνες, δεν θα γνωρίζαμε τίποτε για τον Όμηρο, τον Θουκιδίδη, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Ιπποκράτη, τον Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τον Μέγα Αλέξανδρο,…ο ελληνικός πολιτισμός είναι γεγραμμένος πολιτισμός.

Η εκτενής παρουσία των ελληνικών λέξεων σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες έδωσε στην Ελληνική παγκόσμιο χαρακτήρα. Μέσα από τους Ρωμαίους, την πολιτιστική κίνηση που ονομάστηκε Αναγέννηση, την Χριστιανική Θρησκεία η Ελληνική διαδόθηκε σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό κόσμο και πέρα από αυτόν»
Στη συνέχεια ο κ. Μπαμπινιώτης αναφέρθηκε στην εννοιολογική δύναμη της Ελληνικής, επεξήγησε ετυμολογικά τις λέξεις «ομογενείς, μετανάστες, απόδημοι, διασπορά» αναφέρθηκε στη δύναμη της ελληνικής γραμματικής με τους 284 ρηματικούς τύπους έναντι τεσσάρων μόνων της Αγγλικής για να καταλήξει σε συμβουλές που οδηγούν στην κατάκτηση της Ελληνικής γλώσσας.

 «Η Ελληνική γλώσσα δεν είναι εξαιρετικά δύσκολη γλώσσα για να κατακτηθεί. Χρειάζεται να υπάρξουν κίνητρα που θα ενθαρρύνουν την εκμάθηση της Ελληνικής και χρειάζεται οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί, οι φίλοι, τα μέλη της κοινότητας να εξάρουν τη σπουδαιότητα της κατάκτησης της Ελληνικής. Πρέπει να υπάρξει πρέπουσα μέθοδος διδασκαλίας που να κάνει το μάθημα ευχάριστο και απλό στους μαθητές, να ξεκινήσει η εκμάθηση της Ελληνικής από τη προσχολική ηλικία και να υπάρξουν πραγματικά δίγλωσσα σχολεία με επαρκές πρόγραμμα διδασκαλίας στην Ελληνική. Το πεντάωρο δεν επαρκεί. Θα ήταν θετικό, αν κάποια μαθήματα, όπως η Γεωγραφία διδασκόταν στα Ελληνικά…Θα ήταν επίσης απόλυτα σημαντικό, αν θα μπορούσαν οι εκπαιδευτικοί που θα διδάξουν την Ελληνική να κάνουν τουλάχιστον το τελευταίο έτος των πανεπιστημιακών τους σπουδών στην Ελλάδα..»

Μετά το πέρας της ομιλίας του, οι Έλληνες εκπαιδευτικοί χειροκρότησαν το διαπρεπή Έλληνα γλωσσολόγο, ο οποίος, πέρα από τα παραπάνω, ανέπτυξε σειρά θεμάτων που αφορούσαν τη διδασκαλία της γλώσσας μας και του πολιτισμού μας.