Δραματικό φινάλε είχε ο πόλεμος λάσπης κυβέρνησης-αντιπολίτευσης στην προχθεσινή τελευταία συνεδρίαση της κοινοπολιτειακήw βουλής για το 2012. Το crescendo της λασπολογίας εναντίον αλλήλων πυροδότησε η στρατηγική κίνηση της πρωθυπουργού, να προκαλέσει την αντιπολίτευση να καταθέσει στη βουλή τα τεκμήρια εμπλοκής της στο «σκάνδαλο» του AWU, του Συνδικάτου Εργατών Αυστραλίας.
Οργισμένη η πρώτη κυρία από τις καταγγελίες του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Τόνι Άμποτ, ότι ο ρόλος της στην υπόθεση είναι νομικά επιλήψιμος –καταγγελία που ο κ. Άμποτ απέφυγε επιμελώς να επαναλάβει εντός και εκτός της βουλής– ανέστειλε την ημερήσια διάταξη των εργασιών της βουλής και προκάλεσε την αντιπολίτευση να καταθέσει τα τεκμήρια παράνομης εμπλοκής της στη δημιουργία «παρασυνδικαλιστικού» φορέα από τον πρώην σύντροφό της, συνδικαλιστή Bruce Wilson, και άλλα μέλη του AWU.
Η εξέλιξη της συζήτησης αποκάλυψε ότι η αξιωματική αντιπολίτευση έστησε δικαστήριο με κατηγορουμένη την πρωθυπουργό, αλλά χωρίς αποδείξεις της ενοχής της.
Ο βουβός, μέχρι την Πέμπτη, Τόνι Άμποτ, ηγήθηκε των επιθέσεων κατά της πρωθυπουργού, αλλά με άσφαιρα πυρά, με ανακυκλωμένες καταγγελίες οι οποίες δεν πέτυχαν το στόχο της αντιπολίτευσης, που είναι η ηθική εξόντωση της πρωθυπουργού.
Η καταγγελία του, ότι «η πρωθυπουργός είναι ανερμάτιστη, ηθικά» και πρέπει, ως εκ τούτου, να παραιτηθεί αγνοήθηκε ακόμη και από μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας του Συνασπισμού, που κρίνουν «επιζήμια» πολιτικά την εμμονή της αντιπολίτευσης σε μία υπόθεση που χρονίζει από το 1992 και ελάχιστα ενδιαφέρει τον αυστραλιανό λαό.
Άσφαιρα και τα πυρά της αντιπροέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Τζούλι Μπίσοπ, η οποία έχει αναλάβει εργολαβικά την ηθική εξόντωση της πρωθυπουργού. Μήτε η κ. Μπίσοπ κατέθεσε στη βουλή αποδεικτικά στοιχεία «παρανομιών» από την πρωθυπουργό. Ο τελευταίος «άσσος» στο μανίκι αντιπροέδρου της αντιπολίτευσης ήταν έγγραφο της δικηγόρου, τότε, Τζούλιας Γκίλαρντ, προς αρχή της Δυτικής Αυστραλίας, ότι ο φορέας που ήθελε να ιδρύσει ο Bruce Wilson δεν ήταν συνδικάτο και, ως εκ τούτου, η αρχή έπρεπε να εγκρίνει την αίτηση για τη δημιουργία του φορέα.
Η πρωθυπουργός αντέκρουσε την κατηγορία υποδεικνύοντας στην αντιπολίτευση να ζητήσει διασαφηνίσεις από την αρχή της Δυτικής Αυστραλίας για την απόφασή της.
Ενισχυμένη από την αδυναμία της αντιπολίτευσης να τεκμηριώσει τις καταγγελίες σε βάρος της κάλεσε τον αρχηγό της αντιπολίτευσης «να καταθέσει τα ενοχοποιητικά στοιχεία που έχει στην κατοχή του ή να σκάσει». Κατηγόρησε, δε, την αξιωματική αντιπολίτευση και τον αρχηγό της για στείρα πολιτική, σε αντίθεση με την κυβέρνηση, η οποία βρίσκεται σε συνεχή επαφή με το λαό και υπηρετεί τις ανάγκες του.
Η προσπάθεια της αντιπολίτευσης να πλήξει την ηθική, το κύρος και την αξιοπιστία της πρωθυπουργού, συσπείρωσε την κοινοβουλευτική ομάδα γύρω από την πρωθυπουργό. Ηγετικά στελέχη της κοινοβουλευτικής ομάδας του Εργατικού Κόμματος υπεράσπισαν την πρωθυπουργό μέσα και έξω από τη βουλή, στέλνοντας το μήνυμα στην αντιπολίτευση ότι η κ. Γκίλαρντ θα ηγηθεί του κόμματός τους στις εθνικές εκλογές του 2013.
Η αξιωματική αντιπολίτευση υπόσχεται «να επανέλθει στο σκάνδαλο AWU» το νέο έτος, με προκαθορισμένο στόχο την ηθική φθορά της πρωθυπουργού, καθώς τα κόμματα θα προετοιμάζονται για τις εκλογές.
Ο Τόνι Άμποτ και οι στενοί συνεργάτες του ζητούν τη διενέργεια δικαστικής έρευνας για το σκάνδαλο και το ρόλο της πρωθυπουργού, αν και γνωρίζουν ότι τυχόν πρότασή τους για δικαστική έρευνα δεν θα περάσει από τη βουλή.
Η κυβέρνηση δηλώνει «αδιάφορη» για τις προθέσεις της αντιπολίτευσης και υπόσχεται να συνεχίσει το νομοθετικό έργο της μέχρι την έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας.
Η πρωθυπουργός κατέθεσε την Πέμπτη στη βουλή το κυβερνητικό νομοσχέδιο για την ίδρυση Εθνικής Ασφάλειας Αναπήρων (National Disability Insurance Scheme) που χαρακτήρισε ως «τη μεγαλύτερη μεταρρύθμιση με το Medicare, που είχε κάνει στη δεκαετία του ’80 ο λαοπρόβλητος Εργατικός πρωθυπουργός, Γκοφ Γουίτλαμ.
«Η κυβέρνηση νομοθετεί για την αντιμετώπιση βασικών αναγκών των πολιτών, ενώ η αντιπολίτευση κηρύττει πόλεμο λάσπης επειδή δεν έχει πολιτική» σχολίασε η κ. Γκίλαρντ.