Την περασμένη εβδομάδα από τη στήλη αυτή αναφέρθηκα στις διαφορές μεταξύ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Γερμανίας ως προς τον τρόπο αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης που ταλανίζει την Ελλάδα.
Οι διαφορές αυτές συζητήθηκαν στη διάσκεψη των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης την Δευτέρα, 19 Νοεμβρίου, και τελικά, όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιστάσεις, επήλθε μια συμβιβαστική λύση μεταξύ του ΔΝΤ και της Γερμανίας, με την οποία συμφώνησαν και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης.
Η τελική συμφωνία, όπως ανακοινώθηκε, περιλαμβάνει την εκταμίευση 43.7 δισεκατομμυρίων από το δάνειο προς την Ελλάδα σε δύο δόσεις: η πρώτη, ύψους 34.3 δισεκατομμυρίων ευρώ στις 13 Δεκεμβρίου 2012, και η δεύτερη 9.3 δισεκατομμυρίων ευρώ στις αρχές του 2013.
Παράλληλα, αντί για την άμεση απομείωση του ελληνικού χρέους, όπως είχε προτείνει η Διευθύντρια του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, οι Υπουργοί Οικονομικών των κρατών-μελών της Ευρωζώνης κατέληξαν στην απόφαση για την έμμεση απομείωση του χρέους κατά 40 δισεκατομμύρια ευρώ, ως αποτέλεσμα των ακόλουθων παραχωρήσεων προς την Ελλάδα:
* Τη μείωση των επιτοκίων που η Ελλάδα πληρώνει για το δάνειο του πρώτου Μνημονίου από 1,7% στο 0,70%.
* Την επαναγορά από την Ελλάδα ομολόγων που κατέχουν ιδιώτες και τράπεζες στο 33% της ονομαστικής τιμής τους.
* Την επιστροφή των κερδών που πραγματοποιήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και από τις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες των κρατών-μελών της Ευρωζώνης από τις αγορές ελληνικών ομολόγων σε μειωμένες τιμές.
* Την επιμήκυνση του χρόνου ωρίμανσης των ελληνικών ομολόγων κατά 15 χρόνια, και την αναστολή πληρωμής τόκων κατά 10 χρόνια. Το όφελος για την Ελλάδα από αυτό το μέτρο είναι σημαντικό, γιατί αν κάποια ομόλογα, για παράδειγμα, έληγαν το 2013, η Ελλάδα θα ήταν υποχρεωμένη να τα πάρει πίσω, και να πληρώσει την πλήρη αξία τους στους κατόχους τους. Με το νέο μέτρο, στην Ελλάδα δίνεται περιθώριο 15 επιπλέον χρόνων για την επαναγορά τους, χρονικό διάστημα που θα την επιτρέψει να βελτιώσει την οικονομία της, και έτσι να μην χρειασθεί να προβεί στη σύναψη νέου δανείου για να πληρώσει για την αξία των ομολόγων. Για παρόμοιο λόγο σημαντικό είναι και το μέτρο για την αναστολή – όχι απαλλαγή – πληρωμής τόκων στους κατόχους των ομολόγων κατά 10 χρόνια.
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ Η ΕΠΑΝΑΓΟΡΑ ΟΜΟΛΟΓΩΝ
Σε γενικές γραμμές οι παραπάνω αποφάσεις της Ευρωζώνης σηματοδοτούν τη στήριξη της Ελλάδας, με τα μέτρα που ανακοινώθηκαν για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, διασφαλίζοντας έτσι την παραμονή της στην Ευρωζώνη.
Παράλληλα, οι αποφάσεις αυτές δίνουν στην ελληνική Κυβέρνηση την ευκαιρία, ή μάλλον δημιουργούν τις προϋποθέσεις, για να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές της, και να προβεί στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα καταστήσουν το ελληνικό κράτος ρυθμιστή του πεπρωμένου του, απαγκιστρωμένο από τα ταπεινωτικά Μνημόνια, και θέτοντάς το στο απυρόβλητο από τους κερδοσκόπους.
Όμως, όπως συμβαίνει με όλα τα συμβόλαια, και στην περίπτωση της παραπάνω συμφωνίας υπάρχουν και τα ψιλά γράμματα. Ο λόγος εδώ για την επαναγορά από το ελληνικό κράτος των ελληνικών ομολόγων στο ένα τρίτο της ονομαστικής αξίας τους, ως προϋπόθεση για την εκταμίευση της επόμενης δόσης του δανείου.
Οι δυσκολίες που προκύπτουν είναι μεγάλες, καθότι επηρεάζουν αρνητικά Έλληνες πολίτες που κατέχουν ομόλογα, καθώς και ελληνικές τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία.
Σε 11.000 υπολογίζονται οι Έλληνες πολίτες που έχουν στην κατοχή τους ομόλογα του ελληνικού κράτους. Οι πολίτες αυτοί έχασαν το 54% των επενδύσεών τους στα ομόλογα από το πρώτο «κούρεμα» που υπέστησαν στην αρχή της χρονιάς. Τώρα οι πολίτες αυτοί καλούνται να πουλήσουν στο ελληνικό κράτος τα ήδη «κουρεμένα» ομόλογά τους στο 33% της ονομαστικής τους αξίας. Υπολογίζεται πως το τελικό κόστος, που θα υποστούν οι πολίτες που θα δεχθούν την προσφορά του 33% της ονομαστικής αξίας των ομολόγων, θα ανέλθει στο 75% των χρημάτων που επένδυσαν στα ελληνικά ομόλογα. Με άλλα λόγια μιλάμε για σημαντική ζημιά.
Οι αρνητικές επιπτώσεις στους πολίτες δεν περιορίζονται στους κατόχους ομολόγων. Η προτεινόμενη αγορά των ομολόγων στο 33% της ονομαστικής τους αξίας θα επηρεάσει αρνητικά και τις ελληνικές τράπεζες, και κατ’ επέκταση τις 750.000 Έλληνες πολίτες που έχουν μετοχές σε διάφορες ελληνικές τράπεζες.
Σημειώνω εδώ πως από τη συνάντηση του Υπουργού Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα, με το Προεδρείο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών την περασμένη εβδομάδα για να συζητήσουν τη συμμετοχή ή όχι των ελληνικών τραπεζών, δεν υπήρξε επίσημη ανακοίνωση. Αυτό εκλαμβάνεται ως ένδειξη ύπαρξης διιστάμενων απόψεων επί του συγκεκριμένου θέματος.
Αυτός είναι προφανώς ο λόγος που ο Υπουργός Οικονομικών χαρακτηρίζει ως «πατριωτικό καθήκον» τη συμμετοχή των ιδιωτών και τραπεζών στην επαναγορά των ομολόγων.
ΤΡΑΠΕΖΕΣ: ΤΑ ΚΕΡΔΗ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΖΗΜΙΕΣ ΔΙΚΕΣ ΣΑΣ
Από τα 43.7 δισεκατομμύρια ευρώ που πρόκειται να πάρει η Ελλάδα, ως μέρος του δανείου, τα 9 δισεκατομμύρια θα πάνε στις τράπεζες για την ανακεφαλαιοποίησή τους. Και αυτή δεν θα είναι η πρώτη φορά που το ελληνικό κράτος δανείζεται, και ως εκ τούτου αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας, για να χρηματοδοτήσει τις τράπεζες.
Ομολογουμένως, τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα ρευστότητας, λόγω των τεράστιων καταθέσεων που ανασύρθηκαν, για να κατατεθούν σε ξένες τράπεζες, που θεωρούνται πιο ασφαλείς από τις ελληνικές.
Το ποσό αυτό υπολογίζεται στα 60 δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία δεν είναι πλέον διαθέσιμα για δάνεια στην Ελλάδα, που θα βοηθούσαν σε μεγάλο βαθμό την ανάκαμψη της οικονομίας, αφού θα μπορούσαν να διατεθούν για αναπτυξιακά έργα, και ως εκ τούτου τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, ιδιαίτερα για νέους, το 55% των οποίων είναι άνεργοι. Επιπλέον, θα συνέβαλαν στην αύξηση των εξαγωγών, αλλά και μείωση των εισαγωγών, που επιδεινώνουν περαιτέρω το ισοζύγιο πληρωμών.
Εδώ αξίζει να αναφέρω σχετικά σχόλια του οικονομολόγου, δημοσιογράφου και συγγραφέα Σταύρου Λυγερού, όπως είναι διατυπωμένα στο βιβλίο του «Από την κλεπτοκρατία στη χρεοκοπία», Εκδόσεις Πατάκη, 2011. Αναφερόμενος σε προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών από το κράτος, κάνει τις ακόλουθες παρατηρήσεις:
«Εάν, όμως, η επιβίωση των τραπεζών είναι εγγυημένη από το κράτος, σημαίνει ότι δεν υφίστανται τη δοκιμασία των αγορών. Η δοκιμασία της αγοράς δεν είναι μόνο ο μεταξύ τους ανταγωνισμός σε περιόδους θετικής ανάπτυξης, είναι και ο αγώνας επιβίωσης σε συνθήκες κρίσης. Με άλλα λόγια, είναι βαθιά ανήθικο και πολιτικά απαράδεκτο σε συνθήκες κρίσης οι τράπεζες (και οι συναφείς επιχειρήσεις) να χρηματοδοτούνται πλουσιοπάροχα από τους φορολογούμενους, και στις περιόδους παχιών αγελάδων να αποκομίζουν υπερκέρδη, τα οποία, βεβαίως, δεν μοιράζονται με το κράτος», σελ. 289-290.
Η πολιτική που ακολουθούν οι τράπεζες, με την ανοχή της Κυβέρνησης, ισοδυναμεί με την ιδιωτικοποίηση του κέρδους που πραγματοποιούν, και την κοινωνικοποίηση της ζημιάς που υφίστανται.
Αν οι Ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας ήθελαν να συμβάλουν αποτελεσματικά στην επίλυση του ελληνικού προβλήματος, θα έκαναν εκείνο που είχε προτείνει η Κριστίν Λαγκάρντ, δηλαδή ένα νέο κούρεμα του χρέους, για να καταστεί βιώσιμο μακροπρόθεσμα.
Αυτό μπορούσε να γίνει αν στην επαναγορά των ελληνικών ομολόγων συμμετείχαν η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα και οι Κεντρικές Τράπεζες των κρατών-μελών της Ευρωζώνης. Και εδώ όμως φαίνεται ότι υπήρξε αντίδραση εκ μέρους του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, Υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας.
Η ενεργοποίηση του νέου πακέτου της Ευρωζώνης για την έξοδο της Ελλάδας από την οικονομική κρίση προβλέπει την ολοκλήρωση της επαναγοράς των κρατικών ομολόγων μέχρι τις 13 Δεκεμβρίου.