Αναγνώστης μας, πατέρας τριών παιδιών, που του έμειναν τελικά δύο, σχολιάζοντας το προ εβδομάδων δημοσιευθέν κείμενο, αυτής της στήλης, με θέμα «τα προβλήματα των νέων μας», είχε την καλοσύνη να αναφερθεί επί μακρόν στο πρόβλημα που αντιμετώπισε με την απώλεια της συζύγου του, την ανάληψη εξ ολοκλήρου της ευθύνης της ανατροφής, και της διαπαιδαγώγησης των τριών παιδιών του.
«Μιλάμε για τρία παιδιά, δύο αγόρια και ένα κορίτσι, ηλικίας από 16 μέχρι 22 χρόνων, όταν τα άφησε η άτυχη μάνα τους» ανέφερε και συνέχισε: «Τα βόλευε, τα σκέπαζε και μου τα παρουσίαζε ωραία, η μακαρίτισσα. Εγώ, βλέποντας και τους άλλους γονείς, όσους ήξερα, να γκρινιάζουν και να παραπονούνται, είχα πιστέψει ότι τούτους τους καιρούς που ζούμε, έτσι που είναι η ζωή κι έτσι που τα μεγαλώσαμε και τα μεγαλώνουμε, ανάθεμα μας, έτσι θα πρέπει να είναι τα πράγματα, αν θέλεις να λέγεσαι μοντέρνος γονιός, τη σήμερον ημέρα. Έχασα το παλικάρι μου το μεγάλο μου, στα 27 του χρόνια. Τρακάρισε, σκοτώθηκε επιτόπου κι αυτός και η κοπέλα του, μια Αυστραλή, καλό κορίτσι. Είπαμε ότι ήταν πιωμένος και πως έφταιγε κι ο άλλος, δήθεν, αυτόν που δεν τον βρήκαμε ποτέ, που τον στράβωσε, δήθεν, με τα φώτα και τον έκανε να πέσει στην κολώνα που βρισκόταν στην αντίθετη πλευρά του δρόμου και να κόψει τ’ αμάξι του στα δύο. Άλλη ήταν η αλήθεια. Άλλα έδειξαν οι εξετάσεις και οι νεκροψίες»
Ένιωσα ότι κοβόταν λίγο η φωνή του και ότι δυσκολευόταν να συνεχίσει την άχαρη περιγραφή.
Άρχισα να αγορεύω, έτσι για να πω κάτι και για να δώσω περιθώρια να καταλαγιάσει λίγο η ταραχή, που δικαιολογημένα είχε ξεσπάσει μέσα του.
Οι εποχές έχουν αλλάξει, αγαπητέ μου. Καταλαβαίνω τον πόνο σου. Και αν ακόμη θελήσω να ξεχάσω αυτό που συχνά λέμε ότι… το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον, θα σε ρωτήσω κάτι που είμαι σίγουρος πως θα δυσκολευτείς να μου απαντήσεις. Αν ξαναγύριζαν τα παιδιά σου στην παιδική τους ηλικία, αν, κάποιος με κάποιο ραβδάκι, τα ξανάφερνε δίπλα σου και τα τρία, στην ηλικία που σου τα άφησε η γυναίκα σου. Ερωτώ. Τι διαφορετικό θα έκανες απ’ ό,τι έκανες πριν; Πιο πιστεύεις ότι ήταν το λάθος τακτικής που ακολούθησες;
– «Θα τους μιλούσα για τα ναρκωτικά. Θα τους πήγαινα να δουν πώς σβήνουν και πώς χάνονται παλληκάρια, λεβεντόπαιδα και κοπελούδες σαν τα κρύα νερά σαν μπλέξουν, σαν γαντζωθούν πάνω στ’ αναθεματισμένα δηλητήρια. Θα μάθαινα λεπτομέρειες για το κακό που κάνουν και θα τους φόβιζα. Θα τους μιλούσα για τη γενιά μας που δεν χρειαζόταν να πάρουμε ναρκωτικά για να έρθουμε στο κέφι. Δύο κούπες κρασί έφταναν. Αν ήταν και παραπάνω, ας έσπαγες ένα δύο πιάτα κι ας έριχνες και δύο στροφές με το δίσκο που θα έβαζαν στο γραμμόφωνο. Στο κάτω-κάτω της γραφής, αν έβλεπα τα σκούρα, θα έπαιρνα τα παιδιά να φύγω από την Αυστραλία, θα γύριζα πίσω στην Ελλάδα».
Τον διέκοψα. Φίλε μου, είπα, άφησέ με να σου πω λίγα πράγματα που έτυχε να διαβάσω πρόσφατα. Δεν είναι η χώρα που φταίει για τα ναρκωτικά. Δεν είναι η πόλη.
Τα ναρκωτικά είναι η μάστιγα του κόσμου. Πριν πενήντα χρόνια μπορούσες να πεις πως στις μισές χώρες του κόσμου ήταν δύσκολο να βρεις ένα ή δύο ναρκωτικά. Σήμερα, μια και ανάφερες την πατρίδα μας, σε πληροφορώ πως, δυστυχώς, και εκεί και σε ολόκληρη την Ευρώπη, έχουμε κάποιες πρωτιές για τις οποίες δεν θα πρέπει να είμαστε καθόλου υπερήφανοι. Διάβαζα πρόσφατα ότι τρομερά μεγάλη απειλή για τους νέους της Ευρώπης είναι η χρήση συνθετικών ναρκωτικών όπως το έκσταση, που ανήκει στην κατηγορία των αμφεταμινών. Δυστυχώς, από καιρό, οι νέοι της Ευρώπης, επειδή αναφέρθηκες στην Ελλάδα μας, δεν κάνουν ευκαιριακή χρήση αυτών των λεγομένων συνθετικών ναρκωτικών, αλλά μόνιμη, καθημερινή χρήση των ουσιών αυτών. Αναφέρθηκα στο «έκσταση» γιατί το πλέον ανησυχητικό, παλαιότερα, ήταν ότι οι νέοι πίστευαν ότι το «έκσταση» δεν πρέπει να θεωρείται ναρκωτικό και δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν πως η συγκεκριμένη ουσία δεν έχει επιπτώσεις και παρενέργειες στην υγεία του χρήστη.
Τι θα έλεγες στα παιδιά σου, φίλε για τα ναρκωτικά; Τι θα τους πρωτόλεγες; Όπως στα χρόνια μας προσφέραμε σοκολατάκι και ένα ποτό στη γιορτή του δικού μας ανθρώπου για να μας ευχηθούν χρόνια πολλά, σήμερα προσφέρουν άλλες ουσίες. Ουσίες που σ’ ανεβάζουν πρόσκαιρα. Κι’ αν τύχει και είσαι λίγο «ελαφρύς» οι ουσίες σε απογειώνουν. Αν είσαι λίγο τυχερός ή δυνατός και αντισταθείς και προλάβεις την κατρακύλα, πλησιάζεις στον καθρέφτη, χαμογελάς και με τα δάχτυλά σου του δείχνεις το σήμα της νίκης.
Το παλικάρι σου «έφυγε». Βρήκε τη μάνα του και τα λένε. Δεν πρόσεξε, δεν ήταν τυχερός ή ίσως έτρεχε γιατί βιαζόταν να γυρίσει σπίτι να δει τον πατέρα του. Μη το κλαις ο καημός σου όσος και να είναι.