Τα κτίρια έχουν στα σίγουρα τη δική τους ιστορία, συμβολισμό και λειτουργικότητα. Και πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για κτίρια που είτε έγιναν είτε γίνονται κέντρα κοινωνικής δραστηριότητας και εθνικής οντότητας, όπως ήταν για μισό αιώνα το κτίριο της Κοινότητας στην «ελληνική γωνιά» της πόλης και ευελπιστεί να γίνει το 15ώροφο που θα το αντικαταστήσει σε λίγους μήνες.

Για να εξυπηρετεί καλύτερα τις σύγχρονες ανάγκες της Κοινότητας και της παροικίας και ν’ αποφέρει και ένα υπολογίσιμο εισόδημα που να επιτρέπει στην Κοινότητα να χρηματοδοτεί ορισμένες κοινωφελείς υπηρεσίες, σύμφωνα με τις διακηρύξεις και αποφάσεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Κοινότητας και, όπως φαίνεται, με την ολόθερμη υποστήριξη πολλών τμημάτων της παροικίας γενικότερα.

Κι ενώ το πρώτο κτίριο της Κοινότητας έγινε και ανακαινίστηκε με έξοδα της Κοινότητας, το νέο χρηματοδοτείται κατά πολύ με εισφορές της πολιτειακής και κοινοπολιτειακής κυβέρνησης ως «αναγνώριση» της συνεισφοράς των Ελληνοαυστραλών στην προκοπή και πρόοδο της χώρας.

Χαρακτηριστικό των μεγάλων και πετυχημένων αγώνων μας για την κατοχύρωση του πολυπολιτισμού και του ότι ως Αυστραλοί πολίτες ελληνικής καταγωγής και φορολογούμενοι έχουμε δικαιώματα και ιδιαίτερες ανάγκες που η Πολιτεία είχε υποχρέωση να χρηματοδοτεί κι εμείς ν’ απαιτούμε και όχι να ζητιανεύουμε.
Τώρα μια σύντομη ματιά στα σημεία-ορόσημα της δράσης της Κοινότητας κατά την περίοδο της ματαναστευτικής και άμεσα μετα-μεταναστευτικής περιόδου και ορισμένες σκέψεις και προτάσεις για το σήμερα και το αύριο, από τη σκοπιά ενός μέλους της Κοινότητας από το 1950, αλλά πιο σημαντικά ως οργανωμένου ατόμου και στελέχους της αριστεράς.

Φτάνοντας στην Αυστραλία το 1950, 19 χρονών, διωγμένος -όπως και άλλοι της ηλικίας μου- από τα ξενόδουλα, φασιστικά καθεστώτα και γαλουχημένος από τα πανανθρώπινα οράματα του αντιφασιστικού πολέμου για μια νέα Ελλάδα, έναν νέο κόσμο με ελευθερία, δημοκρατία και λαϊκή εξουσία, βρεθήκαμε γρήγορα στους κόλπους της αριστεράς, του «Δημόκριτου» και του Κομμουνιστικού Κόμματος Αυστραλίας. Τα ιδανικά μας αυτά μαζί με την αντιμετώπιση των προβλημάτων των νέων μεταναστών που αυξάνονταν κατά δεκάδες χιλιάδες κάθε χρόνο με κατεύθυνση τα εργοστάσια, μας οδήγησαν σε νέους αγώνες για τα δικαιώματα των μεταναστών στους τόπους εργασίας, κατοικίας, παιδείας, δημοτικές Αρχές, πολιτικά κόμματα και εργατικές ενώσεις κ.λπ. Επείγουσες ανάγκες που λίγο-πολύ χτυπούσαν και την πορεία των παροικιακών οργανισμών και της Κοινότητας η ηγεσία της οποίας ήταν τότε υπερσυντηρητική και έβλεπε με κακό μάτι τους μετανάστες να παλεύουν για τα δικαιώματά τους. Μας ήθελαν όπως και η πολιτική της Λευκής Αυστραλίας, υποτακτικούς και «φρόνιμους». Κάτι τέτοια ακούγονται και σήμερα πού και πού. Μάλιστα, ο τότε πρόεδρος της Κοινότητας, Θ. Μαρμαράς, απειλούσε με έξωση από τα γραφεία της Κοινότητας τους αυστραλογεννημένους νέους του «Ολυμπιακού» αν δεν διέκοπταν τις σχέσεις τους με νεοφερμένους ταραχοποιούς και κομμουνιστές. Προς τιμήν τους, οι νέοι του «Ολυμπιακού» τού γύρισαν τις πλάτες.

Η Αριστερά, για ιστορικούς λόγους, αλλά και ενδυναμωμένη με νέο αίμα, βρέθηκε στην πρωτοπορία του κινήματος αυτού. Η Κοινότητα ήταν ένας οργανισμός που θα έπρεπε να κάνει το μεγάλο βήμα μπροστά. Πολλές από τις απόψεις της Αριστεράς συμμερίζονταν και άλλοι δημοκράτες. Ως ζήτημα αρχής, η Αριστερά έχει βαθιά κατανόηση και σέβεται το ιδρυτικό και την ιστορική πορεία της Κοινότητας, ως λαϊκό δημιούργημα, ότι η Κοινότητα πρέπει να είναι κατά γράμμα και ουσία δημοκρατική, ανοιχτή σ’ όλους/όλες και η διοίκησή της να είναι όσο το δυνατόν πιο αντιπροσωπευτική όλων των στρωμάτων και απόψεων των μελών της και της παροικίας.

Με δύο λόγια, η Κοινότητα και η περιουσία της ν’ ανήκει αδέσμευτα στα μέλη της, αυτή είναι και η έννοια του Κοινοτικού Θεσμού.
Η Αριστερά -και νομίζω όχι μόνο- πιστεύει ότι η Κοινότητα για να αποδώσει κατά το μέγιστο στο έργο της πρέπει να είναι πολιτικοποιημένη, αλλά όχι κομματικοποιημένη. Να έχει φωνή και παρουσία στην κοινωνικοπολιτική ζωή της Αυστραλίας.
Τις θέσεις αυτές η αΑριστερά σε γενικές γραμμές τις τίμησε όταν σταδιακά συμμεριζόταν την εξουσία.
·    Το 1951 η Γενική Συνέλευση της Κοινότητας υπερψήφισε πρόταση της Αριστεράς για δικαίωμα εγγραφής και ψήφου στις γυναίκες, μισό αιώνα μετά που κέρδισαν το δικαίωμα ψήφου στην Αυστραλία, ως πολίτες.
·    Το 1956, η Αριστερά πρωτοστάτησε στο σχηματισμό της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων Αυστραλίας, που, συν τοις άλλοις, έπαιξε ιστορικό ρόλο στην υπεράσπιση του Κοινοτικού Θεσμού από τις συστηματικές επιθέσεις του Πατριαρχείου και της Αρχιεπισκοπής με στόχο να υποβιβάσουν τις Κοινότητες σε ενορίες και να τους αφαιρέσουν τις περιουσίες τους, μία στρατηγική από την οποία δεν έχει παραιτηθεί η Αρχιεπισκοπή.
·    Η συμμετοχή της Κοινότητας στις επιτροπές και τους αγώνες για δημοκρατία στην Ελλάδα και την ανεξαρτησία της Κύπρου, παραμένει φωτεινό επίτευγμα.
·    Επί προεδρίας Κτενά, η Κοινότητα βγαίνει στην ευρύτερη κοινωνία, κυρίως στην υπόθεση της διδαχής των Ελληνικών στα κρατικά σχολεία, και σημειώνει εξαιρετικές επιτυχίες.
·    Η πορεία προς τα έξω και για τις ευρύτερες κοινωνικές συμμαχίες και συνεργασίες όσον αφορά πτυχές του πολυπολιτισμού συνεχίζεται και επεκτείνεται κάπως επί προεδρίας Παπασάββα, αλλά κωλώνει στα τελευταία χρόνια της θητείας Φουντά.
Η νέα ηγεσία της δεύτερης γενιάς είναι σε καλύτερη θέση να κατανοήσει τις μεγάλες δημογραφικές αλλαγές στη χώρα αλλά και ιδιαίτερα στις τάξεις των Ελληνοαυστραλών και να χαράζει ανάλογη στρατηγική και πολιτική.
Οι στατιστικές μάς δίνουν τα απαραίτητα στοιχεία.

Η Αυστραλία του 2012 είναι περισσότερο πολυπολιτισμική και πολυγλωσσική όσο ποτέ άλλοτε και η τάση αυτή θα αυξάνεται.
Σε όλη την Αυστραλία το πολύ να είμαστε 400.000 Ελληνοαυστραλοί, Αυστραλοέλληνες ή Αυστραλοί με κάποια ελληνική καταγωγή, εκ των οποίων το 75% είμαστε γεννημένοι εδώ, και οι περισσότεροι παντρευόμαστε είτε συζούμε με μη «ομοεθνείς».
Το 85% των Ελληνοαυστραλών στο εργατικό δυναμικό είναι εργατοϋπάλληλοι με μισθό κάτω των $40.000 το χρόνο. Περίπου 60.000 συνταξιούχοι, οι περισσότεροι με συντάξεις φτώχιας, το 90% των παιδιών ελληνικής καταγωγής πηγαίνουν στα κρατικά σχολεία -δικά μας όχι ξένα- η γλώσσα και ο πολιτισμός μας διδάσκεται όλο και σε λιγότερα παιδιά παρά τις διακηρύξεις για καλύτερες μέρες. Η μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών και γερόντων παλεύουν να τα βγάλουν πέρα σε κρατικά ή ιδιωτικά ιδρύματα, κυρίως μονογλωσσικά.

Η Κοινότητα χρειάζεται να γίνει και η φωνή όλων αυτών.
Υπάρχουν εκατοντάδες Ελληνοαυστραλοί που κατέχουν υπεύθυνες θέσεις σε όλους του κλάδους της κοινωνικής δραστηριότητας.
Συμφέρει να συμμετέχουν όσο μπορούν σε σχετικές συμβουλευτικές επιτροπές της Κοινότητας.
·    Η συνεργασία και ενότητα των δημοκρατικών κοινοτήτων είναι -προφανέστατα- αναγκαία. Και μπορεί να επιτευχθεί ανεξάρτητα από το ποια εκκλησιαστική Αρχή επιλέγει κάθε Κοινότητα επιλέγει. Το Σύνταγμα της Αυστραλίας θεωρεί αναφαίρετο το δικαίωμα της επιλογής και στο θρησκευτικό χώρο.
·    Η Κοινότητα και η Ομοσπονδία θα πρέπει να συμμετέχουν, ουσιαστικά, σε κινήματα και συμμαχίες που αποβλέπουν στη νομική κατοχύρωση του πολυπολιτισμικού και τη συνταγματική του αναγνώριση.
Τελικά, η Κοινότητα δεν επιτρέπεται να αφήσει για το αύριο τη γενική αναθεώρηση του Καταστατικού που στις βασικές του διατάξεις αντιπροσωπεύει μια άλλη εποχή και περισσότερο έναν θρησκευτικό και όχι λαϊκό οργανισμό.
Όπως η Πολιτεία έκανε το διαχωρισμό μεταξύ Κράτους και Εκκλησίας, έτσι και το Καταστατικό της Κοινότητας θα πρέπει να βάλει τέλος στην «υποκρισία» και να αναγνωρίσει ότι πολλοί Ελληνοαυστραλοί δεν είναι ούτε ορθόδοξοι ούτε χριστιανοί ενώ πολλοί άλλοι δεν είναι και ελληνικής καταγωγής (όχι ξένοι, αλλά γαμπροί και νύφες μας) που δικαιούνται να είναι μέλη.

Ας μην ξεχνάμε ότι στη δεκαετία του 1970 ένας αντίπαλος του Θεόδωρου Σιδηρόπουλου για το Διοικητικό Συμβούλιο της Κοινότητας αμφισβήτησε επίσημα την υποψηφιότητα του Σιδηρόπουλου με το επιχείρημα ότι δεν ήταν «χριστιανός ορθόδοξος» αλλά «ευαγγελιστής χριστιανός». Τελικά, ο Σιδηρόπουλος παρέμεινε υποψήφιος και εξελέγη και μέλος του Δ.Σ. Επίσης, πόσοι από μας γνωρίζουμε ότι το 1975 το Σύνταγμα της Αυστραλίας έδινε το δικαίωμα στο Γενικό Κυβερνήτη να διώχνει τον πρωθυπουργό, όπως και το έκανε κατά του Whitlam.

Ο διαχωρισμός μπορεί να γίνει χωρίς να θιχτούν τα περιουσιακά δικαιώματα της Κοινότητας επί των εκκλησιών.
Το 1896 η μόνη νόμιμη οδός για την ίδρυση της Κοινότητας ήταν μέσω της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Από τότε, βέβαια, έχουν αλλάξει πάρα πολλά.