Όταν η 13χρονη μαθήτρια της σχολικής μονάδας Templestowe της Ελληνικής Κοινότητας, Ευθυμία Ηλιού, του Μιχάλη και της Τζένης, έγραψε το 1989 έκθεση με θέμα «Αντίποδες», η οποία συμπεριλήφθηκε στο τότε μαθητικό περιοδικό «Ελεύθερη Έκφραση», πιστεύω, ότι δεν θα είχε την παραμικρή ιδέα ότι σήμερα, θα υπηρετεί τον Οργανισμό από τη θέση της συμπροέδρου του Φεστιβάλ.
Ενδεχομένως και η ίδια να μη το θυμάται. Ωστόσο, τα γραπτά μένουν, όπως συχνά λέει η δική μου δασκάλα, Ματίνα Παναγιωτοπούλου. Μια αναδρομή, λοιπόν, στα δικά μου αρχεία, μέλος και εγώ τότε του εκπαιδευτικού προσωπικού της Ελληνικής Κοινότητας, μαρτυρά του λόγου το αληθές. Γράφει λοιπόν μεταξύ άλλων η αγαπητή Τάμι.
«Ήδη, μερικά άτομα είχαν στήσει περίπτερα και παρουσίαζαν τα προϊόντα τους και την ελληνική κουλτούρα και παράδοση του τόπου μας. Παντού κυμάτιζαν οι ελληνικές σημαίες, ακούγονταν τραγούδια και παραδοσιακοί χοροί.
Ο σκοπός του φεστιβάλ είναι να δείξουμε την κουλτούρα μας, τα ήθη και τα έθιμα της πατρίδας, τη μουσική, τους χορούς, τη τέχνη μας… Φυσικά φάγαμε σουβλάκι και ελληνικό γλυκό!».
Στο ίδιο σχολείο και η Παναγιώτα Κυπριανού, θυγατέρα του πρώην διευθυντή των σχολείων μας Κύπρου Κυπριανού και της Ανδρούλας, που σήμερα κατέχει τη θέση της διευθύντριας του Προγράμματος Τεχνών και Πολιτισμού της ΕΟΚΜΒ, μια θέση-«κλειδί», μαζί με το γραμματέα, Κώστα Μάρκο, στο συντονισμό του φεστιβάλ «Αντίποδες» και του Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου.
100ή ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ
Η ανατολή του 1997 αποτελούσε χωρίς αμφιβολία ένα από τους πλέον σημαντικούς σταθμούς στην ιστορία της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτώριας και της ελληνικής παροικίας γενικότερα.
Στο πλαίσιο των εορτασμών για την 100ή επέτειο, πανηγύρισαν και τα ελληνικά απογευματινά της σχολεία. Με τα μάτια στραμμένα στο αύριο, οι εκπαιδευτικοί, συμμετείχαν στις 5 του Οκτώβρη σε μια άρτια οργανωμένη εκδήλωση-Ημερίδα στο Κοινοτικό κτίριο, όπου μνημονεύθηκαν οι αποβιώσαντες πρωτεργάτες εκπαιδευτικοί και τιμήθηκαν αυτοί που αποσύρθηκαν ή/και βρίσκονταν εν ενεργεία.
Έτσι μια στρατιά άξιων λειτουργών που εργάστηκαν κατά καιρούς σιωπηρά και αθόρυβα στις σχολικές μονάδες -μερικοί συνεχίζουν να εργάζονται με αφοσίωση και ευσυνειδησία για να διατηρηθεί αλώβητη η κληρονομιά και η επαφή με τις ελληνορθόδοξες ρίζες μας- παρέλαβαν Αναμνηστικό Δίπλωμα από τον τότε πρόεδρο, κ. Γιώργο Φουντά. Η Ημερίδα συντονίστηκε από τη γράφουσα και τον τότε γραμματέα, κ. Απόστολο Κουνέλη.
Φωτεινά παραδείγματα, οι αείμνηστοι Αλεξάνδρα Βραχνά, Ελένη Σιγάλα, Όλγα Ραδουλέσκου, Κώστας Γιαμιαδάκης, Αρχ. Ιερ. Κουρτέσης, Νίνα Μπλακ, Στάθης Ραυτόπουλος, Νικόλαος Μαρτάκης, Άννα Μάθιους, Διογένης Μουρατίδης και άλλοι, που υπηρέτησαν στις δύσκολες δεκαετίες του 1940, ‘50 και ‘60, προσφέροντας πολυποίκιλο μορφωτικό και κοινωνικό έργο.
Θεωρώ, ότι το υλικό που είχε συγκεντρωθεί από τις αναφορές των συναδέλφων, ήταν και παραμένει ένα πολύτιμο και συντονισμένο κομμάτι της Προφορικής Ιστορίας των σχολείων της Ελληνικής Κοινότητας. Ωστόσο, αν και το έναυσμα για μια πιο εμπεριστατωμένη μελέτη για τα σχολεία της Ελληνικής Κοινότητας είχε δοθεί, η αξιολόγηση και η καταγραφή του από τους αρμόδιους είναι σε αναμονή…
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΕΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΙΣ
Κλείνω τα μάτια και γυρνώ το βιολογικό μου ρολόι στο 1978. Πρόεδρος του Οργανισμού ήταν ο αείμνηστος Χρήστος Μουρίκης, και διευθυντής των σχολείων ο κ. Διονύσης Τσουκαλάς. Η Ελληνική Κοινότητα, ανταποκρινόμενη στις ανάγκες των μεταναστών που εξαπλώθηκαν σε όλα τα σημεία της μητροπολιτικής Μελβούρνης, αψηφώντας το κόστος, διατηρούσε 40 και πλέον σχολικές μονάδες, εξυπηρετώντας έτσι και τα πιο απομακρυσμένα προάστια. Σε αυτόν τον ιστορικό χώρο του τρίτου ορόφου, ένας αριθμός της τάξης των 100 και πλέον εκπαιδευτικών, συγκεντρωνόμασταν κάθε Σάββατο μετά τις 2 το απόγευμα για την εβδομαδιαία συνεδρίαση. Βλέπετε, ο μαθητικός κατάλογος αριθμούσε γύρω στις 2.500 μαθητές και η ενημέρωση και οι κατευθυντήριες γραμμές από τον κ. Τσουκαλά, ήταν απαραίτητα εργαλεία για την ομαλή λειτουργία των μονάδων.
Σε κάποια στιγμή, ανηφορίζω στο σχολείο. Δεν έχει σημασία αν είμαι στο Northcote, στο Brunswick, στο Moonee Ponds, στο Thornbury ή στο Templestowe. Το σκηνικό είναι το ίδιο. Με βλέπω να σφίγγω το χέρι του πιο αξιοσέβαστου μέλους της σχολικής κοινότητας, του γονιού, του παππού και της γιαγιάς, που από νωρίς έχουν φέρει τα παιδιά στο σχολείο. Ακολουθεί η κοινή προσευχή στο προαύλιο του σχολείου και μετά, τριάμισι ώρες παρέα με τα παιδιά, να μαθαίνουμε για την γλώσσα μας, την ιστορία και το γεωγραφικό χώρο της Ελλάδας μας.
Χρόνια ωραία και δημιουργικά, που τα θυμάμαι με νόστο και πολλή αγάπη. Αν δε ρωτάτε για το μυστικό της επιτυχίας, θα το συνόψιζα σε δυο μόνο λέξεις. Συνεργασία με τον διευθυντή, τους συναδέλφους, και το Εκπαιδευτικό Γραφείο της Κοινότητας και σεβασμός στο παιδί και το γονιό του.
Η ΑΡΧΗ
«Οι της προπολεμικής περιόδου πίστευαν ότι η κοινωνική ενσωμάτωση θα επιτευχθεί με τη μεταβίβαση του πλούτου και την κατοχύρωση των παιδιών τους στις επιχειρήσεις που αυτοί δημιούργησαν, ενώ της μεταπολεμικής έστρεψαν τα παιδιά τους στην εκπαίδευση ως μέσο κοινωνικής ανέλιξης».
(Δρ. Α. Τάμης: Συνοπτική ιστορία και φωτογράφηση των Ελλήνων της Αυστραλίας (σελ. 250)
Από το 1880 οι διακόσιοι πενήντα περίπου διασκορπισμένοι Έλληνες που ζούσαν στα μεγάλα αστικά κέντρα του Σίδνεϊ, της Πέρθης και της Μελβούρνης, άρχισαν να συνειδητοποιούν την ανάγκη μονιμότερης παραμονής τους στην αχανή ήπειρο και αποφάσισαν να οργανώσουν τις πρώτες παροικίες τους.
Στη Βικτώρια, στις 22 Αυγούστου 1897, οι ηγέτες των 100 περίπου Ελλήνων της Μελβούρνης, κάλεσαν συνέλευση και ίδρυσαν την πρώτη οργανωμένη Κοινότητα.
Κύρια ηγετική φυσιογνωμία ο Αλέξανδρος Μανιάκης μαζί με τα ιδρυτικά στελέχη, Αντώνιο Λεκατσά και Γρηγόριο Ματορίκο, εγγυήθηκαν την αγορά του οικοπέδου, όπου τέσσερα χρόνια αργότερα κτίστηκε η εκκλησία του Ευαγγελισμού.
Η εκπαιδευτική δραστηριότητα των Κοινοτήτων τα πρώτα πενήντα χρόνια της οργανωμένης εποίκησης της Αυστραλίας, κρίνεται ως περιορισμένη και ανεπαρκής εξαιτίας των δημογραφικών περιορισμών και της φύσης της μετανάστευσης.
Στην πόλη μας, η Κοινότητα, αν και ίδρυσε το πρώτο απογευματινό σχολείο το 1898 (στο επετειακό Λεύκωμα για τα 80 χρόνια της Κοινότητας σελ. 41 αναφέρεται ως χρονολογία λειτουργίας το 1902), δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις μόνιμης λειτουργίας σχολείου μέχρι τη δεκαετία του 50.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΒΡΑΧΝΑ
Το 1929, ο αναπληρωτής πρόξενος στη Μελβούρνη, δικηγόρος Ανδρέας Νικολαΐδης, είχε ιδρύσει την Εκπαιδευτική Επιτροπή, που λειτούργησε με συνέπεια το σχολείο μέχρι το 1935.
Η μετέπειτα απρόσκοπτη λειτουργία του, εξαρτήθηκε από τη φιλοτιμία της διευθύντριας Αλεξάνδρας Βραχνά, του εφημερίου αρχ. Θεοφύλακτου (1947-1958) και των προκρίτων των εθνικοτοπικών οργανισμών.
Στις αρχές του 1959 το σύστημα των απογευματινών σχολείων νοσούσε. Το δεκάωρο εβδομαδιαίο διδακτικό πρόγραμμα, η ανομοιογένεια της ηλικίας και του μορφωτικού επιπέδου των μαθητών, ήταν προβλήματα που δημιούργησε η νηπιακή κατάσταση οργάνωσης της ελληνικής παιδείας στην Αυστραλία. Προβλήματα, που ενισχύονταν από το πάθος και την ένταση της εκκλησιαστικής και κοινοτικής διαμάχης.
Ωστόσο, παρά την οικονομική κρίση που επικράτησε μεταξύ 60 και 64, η κοινωνική και επαγγελματική κατοχύρωση και η πρόοδος των παιδιών τους, απασχολούσε σοβαρά τους μετανάστες.
Παράλληλα, επιστρατεύθηκαν οι γνωριμίες του αρχ. Ιερόθεου Κουρτέση στην ελληνική κυβέρνηση, ώστε βιβλία και άλλες εκπαιδευτικές παροχές προς τον ελληνισμό της Αυστραλίας, να οργανώνονται αποκλειστικά διά μέσου της εκκλησίας.
Με την άφιξη του πρώτου αποσπασμένου Εκπαιδευτικού Συμβούλου στη Βικτώρια, του κ. Παναγιώτη Λιβεριάδη, (1979-1989), επιτεύχθηκαν σημαντικά αποτελέσματα.
Η δεκαετία του 1980, ενδεχομένως, είναι η εποχή που το ελληνικό σχολείο έφτασε σε παροικιακό επίπεδο στην κορυφή της πυραμίδας.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι η εφημερίδα μας, στη στήλη «Στη γειτονιά σας» που επιμελήθηκε η γράφουσα, παρουσίασε το 2004 ειδικό αφιέρωμα στους παλαίμαχους εκπαιδευτικούς.
ΣΗΜΕΡΑ
Σήμερα την ευθύνη των σχολείων έχει ο κ. Γιάννης Μηλίδης. «Η Κοινότητα είναι ένας ανεξάρτητος Οργανισμός με κύριους στόχους την προσφορά υπηρεσιών και ηγεσίας στην Ελληνοαυστραλιανή κοινότητα της Μελβούρνης. Στο χώρο της Ελληνομάθειας, η Κοινότητα, για ένα σχεδόν αιώνα, συνεχίζει να έχει ηγετικό ρόλο διαθέτοντας έξι απογευματινά σχολεία, στα οποία διδάσκουν πενήντα αφοσιωμένοι εκπαιδευτικοί, μαζί με τρεις χοροδιδασκάλισες και μία δασκάλα παιδικού θεάτρου.
Φέτος, διδάσκουμε 950 μαθητές. Χιλιάδες άλλοι έχουν αποφοιτήσει από τα σχολεία μας στη Μελβούρνη. Γνωρίζουμε ότι έχουμε μεγάλη ευθύνη προς τους μαθητές μας και τις οικογένειές τους, για να προσφέρουμε μόρφωση υψηλής ποιότητας βασισμένη στις μεγάλες παραδόσεις και την ιστορία του Ελληνισμού. Οι κύριες αξίες των σχολείων μας είναι: σεβασμός στο παιδί, στους γονείς, στην κοινότητα και στην Ελληνική Γλώσσα και τον Ελληνικό Πολιτισμό. Οι τρόποι διδασκαλίας και το διδακτικό μας υλικό, είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες και τις δυνατότητες των μαθητών της Αυστραλίας.
Επιδιώκουμε να κάνουμε τη διδαχή της Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού μια αξιόλογη και ευχάριστη εμπειρία. Τα σχολεία μας λειτουργούν σε ένα περιβάλλον φιλικό και ασφαλές, όπου οι μαθητές μας, εκτός από την επαφή τους με την ελληνική γλώσσα και την ελληνική πολιτιστική παράδοση, δημιουργούν στενές φιλίες με άλλα ελληνόπουλα, που πολλές φορές συνεχίζονται και μετά την αποφοίτηση τους από τα σχολεία μας. Έτσι, το Ελληνικό Σχολείο, αποκτά και ένα ιδιαίτερο κοινωνικό ρόλο στη ζωή των μαθητών μας» λέει ο κ. Μηλίδης.
ΓΙΑ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Ενώ, ο υπεύθυνος της Εκπαιδευτικής Επιτροπής της Κοινότητας, κ. Θεόδωρος Μάρκος, προσθέτει: «Είναι ενθαρρυντικό, ότι στις μέρες μας φοιτούν στις σχολικές μονάδες της Κοινότητας, πάνω από 900 παιδιά. Αξιοσημείωτος είναι επίσης και ο αριθμός των μαθητών στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Συνεπώς, θα πρέπει να εξετάσουμε τις τρέχουσες ανάγκες και να καλλιεργήσουμε τέτοιο κλίμα, ώστε οι μαθητές, να συνεχίζουν όχι μόνο στο Γυμνάσιο, αλλά να παρακολουθούν Ελληνικά και στο πανεπιστήμιο. Οπότε χρειάζεται συνεχής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, και εξεύρεση άλλων τρόπων, ώστε τα παιδιά να αγαπήσουν την Ελλάδα και τον Πολιτισμό μας. Επίσης η Ελληνική Κοινότητα, έχει εντοπίσει την ανάγκη δημιουργίας Ελληνικού σχολείου και σε άλλες περιοχές, είτε γιατί συρρικνώθηκαν τα (προ)υπάρχοντα, είτε γιατί είναι καινούργιες περιοχές, οπότε είναι υπό σκέψη η επέκταση και η αύξηση των σχολικών μας μονάδων».
Ενόψει λοιπόν της κατεδάφισης του παρόντος ιστορικού κτιρίου και της ανέγερσης του νέου πολυωρόφου που θα συμπεριλαμβάνει και Πολιτιστικό Κέντρο, αισιοδοξώ, ότι θα παραχωρηθεί κάποιος χώρος για το Ελληνικό Σχολείο. Αξίζει να κρατηθούν κάποιες φωτογραφίες, περιοδικά, εφημεριδούλες που εκδόθηκαν κατά καιρούς, κάποιες εκθέσεις μαθητών και ό, τι άλλο κράτησε ο κάθε εκπαιδευτικός από την πολύχρονη υπηρεσία του, που συνδέεται με το σχολείο και την Κοινότητα.
Το σημερινό άρθρο είναι αφιερωμένο σε όλους τους εκπαιδευτικούς και σε όλους εκείνους που συνέζευξαν το όνομά τους με την Ελληνομάθεια και μεταφύτευσαν τη φλόγα τους στις ελληνικές ψυχές που πέρασαν και συνεχίζουν να φοιτούν στο Ελληνικό Σχολείο.
Πέραν όμως από την προβολή σχολείων, καλό είναι να κάνουμε και κριτική θεώρηση του έργου τους και εκεί που υπάρχουν περιθώρια να φροντίσουμε να τα καλυτερεύσουμε.
Κλείνω, με δυο μηνύματα από τους σεβαστούς μου δασκάλους, κ. Διονύση Τάνη και κ. Παναγιώτη Λιβεριάδη. Ο μεν κ. Τάνης εκφράζει την αισιοδοξία του μέσα από το: «Όσο υπάρχει Ελληνίδα μητέρα δεν θα σβήσουν τα Ελληνικά», ο δε κ. Λιβεριάδης, μας θυμίζει τις ευθύνες μας ως γονέων και δασκάλων και μας επαναφέρει στο δια ταύτα: «Η εκπαίδευση αν δεν γίνει βίωμα, δεν καρποφορεί».