Τον περασμένο Νοέμβριο το διεθνούς φήμης περιοδικό «The Economist» και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών κατέταξαν την Αυστραλία στη δεύτερη θέση των «καλύτερων χωρών του πλανήτη, που θα μπορούσε να γεννηθεί κάποιος».
Στην πρώτη αξιολόγηση, από το 1988, των οικονομικών δυνατοτήτων, της γεωγραφικής θέσης, των κοινωνικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών, της κυβερνητικής πολιτικής και της κατάστασης της παγκόσμιας, το έγκριτο περιοδικό κατέταξε την Αυστραλία δεύτερη –μετά την Ελβετία– στον κατάλογο των χωρών που εγγυώνται ποιότητα ζωής, μόρφωση, ασφάλεια, περίθαλψη, παροχή κοινωνικών και άλλων υπηρεσιών, εμπιστοσύνης τις αρχές και τους θεσμούς. Ακολούθησαν οι Νορβηγία, η Σουηδία και η Δανία.
Η «τυχερή χώρα», η Αυστραλία, βαθμολογήθηκε με 8,12 μονάδες –κορυφαίο βαθμό το 10– από τους οικονομικούς εγκεφάλους του περιοδικού. Πριν 25 χρόνια η Αυστραλία είχε καταταγεί δέκατη όγδοη στον κατάλογο των καλύτερων χωρών του «Economist». Οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, που κρατούσαν τα σκήπτρα το 1998 και η Γερμανία κατετάγησαν στη δέκατη έκτη θέση, η Γαλλία στην εικοστή έκτη θέση και Μεγάλη Βρετανία στης εικοστή έβδομη.
Η Αυστραλία κατετάγη δεύτερη –δεύτερη κατά σειρά φορά – και στην ετήσια αξιολόγηση κρατών από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Το Τμήμα Ανθρώπινης Ανάπτυξης του διεθνούς οργανισμού, που αξιολογεί ετησίως δεκάδες χώρες με κριτήριο το κατά κεφαλή εισόδημα, την υγεία, την παιδεία, το προσδόκιμο ζωής, τις εκτιμήσεις των πολιτών κάθε χώρας για την κατάστασή τους κ.ά. κατέταξε την Αυστραλία δεύτερη –μεταξύ 183 χωρών– με πρώτη τη Νορβηγία.
Οι ειδικοί του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών βαθμολόγησαν την Αυστραλία με 93 μονάδες –με κορυφαίο βαθμό το 100 – επιβεβαιώνοντας την ακρίβεια της αξιολόγηση του «Economist», ότι η Αυστραλία είναι η δεύτερη καλύτερη χώρα να ζει κανείς.
Είναι, λοιπόν, η Αυστραλία η «τυχερή χώρα»; Ναι, είμαστε απαντούν η κυβέρνηση και οι οικονομικοί αναλυτές, πολλοί εκ των οποίων χαρακτηρίζουν «υπερβολική» τη γκρίνια του μέσου πολίτη για την κατάστασή του.
Τι λέει, όμως, ο μέσος πολίτης, που υφίσταται καθημερινά τις συνέπειες της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης; Τι λέει ο μέσος πολίτης, έξι μήνες μετά την επιβολή του Φόρου Ρύπανσης Περιβάλλοντος (Carbon Tax) που, κατά τις προφητείες της αξιωματικής αντιπολίτευσης «θα ρήμαζε την οικονομία» και «θα τίναζε στον αέρα» τον προϋπολογισμό της μέσης οικονομίας;
Η πρώτη εξαμηνιαία σφυγμομέτρηση της Νewspoll («The Australian», 31/12/2013) κατέγραψε αισιοδοξία της πλειοψηφίας του αυστραλιανού λαού για διατήρηση του καλού βιοτικού επιπέδου, συμπεριλαμβανομένων και των ψηφοφόρων της συντηρητικής παράταξης, που πίστεψαν προσωρινά την κούφια ρητορική της ηγεσίας του Συνασπισμού περί δήθεν διάβρωσης του βιοτικού επιπέδου του μέσου πολίτη από το φόρο Ρύπανσης.
Από τους ερωτηθέντες πολίτες το 58% (8% περισσότεροι από την αντίστοιχη σφυγμομέτρηση του πρώτου εξαμήνου του 2012) δήλωσαν «αισιόδοξοι» ότι το βιοτικό επίπεδό τους θα παραμείνει το ίδιο, 27% (9% λιγότεροι από το πρώτο εξάμηνο του παρελθόντος έτους) ότι η οικονομική κατάστασή τους θα χειροτερέψει, 13% (1% περισσότεροι από το πρώτο εξάμηνο) ότι η οικονομική κατάστασή τους θα βελτιωθεί, ενώ 2% δεν είχαν άποψη.
Από πού απορρέει η αισιοδοξία του 71% του αυστραλιανού πληθυσμού, ότι η κατάστασή του δεν θα αλλάξει ή θα βελτιωθεί; Το κόστος ζωής παραμένει υψηλό, ο ρυθμός ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας επιβραδύνεται, οι τόκοι έχουν πέσει σε «επίπεδα κινδύνου» και η κυβέρνηση εγκατέλειψε, πριν την αλλαγή του χρόνου, το σχέδιό της για «δημοσιονομικό πλεόνασμα» το τρέχον οικονομικό έτος, πιεζόμενη από την αστάθεια της παγκόσμιας οικονομίας, την κάμψη τομέων της εθνικής οικονομίας , την αρνητική επίδραση της υψηλής τιμής του δολαρίου Αυστραλίας επί του ισοζυγίου εμπορικών συναλλαγών.
Να υπενθυμίσουμε, ότι το εθνικό ποσοστό ανεργίας έπεσε στο 5,2% του εργατικού δυναμικού της χώρας, οι τόκοι έπεσαν στο 3% μετά τις τέσσερεις μειώσεις από την Αποθεματική Τράπεζα κατά τη διάρκεια του έτους, η εθνική οικονομία εξακολουθεί να αναπτύσσεται, έστω με βραδύτερο ρυθμό από αυτόν που προέβλεπε ο προϋπολογισμός για το τρέχον οικονομικό έτος -το τρίτο τρίμηνο 2012 ο ρυθμός ανάπτυξης ανήλθε σε 3,1% αντί του 3,7% που προέβλεπε ο προϋπολογισμός, ενώ οι οικονομίες άλλων ανεπτυγμένων χωρών δοκιμάζονται από αρνητική ανάπτυξη-, το χρέος της χώρας κυμαίνεται στο ένα τρίτο, περίπου, του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος και η κυβέρνηση Γκίλαρντ εγκατέλειψε την πολιτική δημοσιονομικής λιτότητας -μείωσης των κρατικών δαπανών- που είχε υποσχεθεί για να αποτρέψει την ολίσθησή της σε τροχιά ύφεσης. Όλοι ή κάποιοι από τους παραπάνω παράγοντες κάνουν το μέσο Αυστραλό πολίτη να αισιοδοξεί, ότι το βιοτικό του επίπεδο θα παραμείνει το ίδιο ή θα βελτιωθεί κατά τη διάρκεια του νέου έτους.
Οι ειδικοί, τι λένε οι ειδικοί; Εικοστρείς οικονομολόγοι της χώρας, σε σφυγμομέτρηση της σαββατιάτικης «The Age», συμφωνούν, ότι «το 2013 θα είναι δύσκολο έτος, οικονομικά, με πρώτιστο θύμα την αγορά εργασίας». Οι εδικοί προβλέπουν πτώση του ρυθμού ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας το πρώτο εξάμηνο του έτους σε 2,5%, αντί του 3% που προβλέπει ο προϋπολογισμός για το δεύτερο εξάμηνο του οικονομικού έτους, με συνέπεια την άνοδο της ανεργίας στο 5,7%, που είναι σήμερα, δηλαδή η ανεργία θα ανέλθει στα επίπεδα που βρισκόταν την περίοδο της Παγκόσμιας Οικονομικής Κρίσης. Οι ειδικοί προβλέπουν, ακόμη, ότι ο προϋπολογισμός θα παρουσιάσει έλλειμμα, αντί πλεονάσματος και συμφωνούν με την απόφαση της κυβέρνησης να εγκαταλείψει τη δημοσιονομική λιτότητα.
Τέλος, προβλέπουν ότι η αναμενόμενη πτώση των ιδιωτικών επενδύσεων στην εθνική οικονομία θα επιβάλει νέες μειώσεις των τόκων κατά τη διάρκεια του 2013 καθώς και ότι η ισοτιμία του δολαρίου Αυστραλίας έναντι του δολαρίου Αμερικής θα κυμανθεί στο 1.02 σεντς Αμερικής, δηλαδή η τιμή του εθνικού νομίσματος θα παραμείνει υψηλή με όλες τις συνέπειες που συνεπάγεται η υψηλή του για τους δύο πυλώνες της εθνικής οικονομίας, τη γεωργοκτηνοτροφία και τα ορυκτά μέταλλα.
Αξιοσημείωτη είναι η εκτίμηση του οικονομολόγου του διεθνούς οικονομικού οργανισμού JP Morgan, Stephen Walters, για πιθανή στήριξη της οικονομίας από την κεντρική κυβέρνηση με δέσμη μέτρων, όμοιων με αυτά που είχε λάβει για την αντιμετώπιση της Παγκόσμιας Οικονομικής Κρίσης το 2008. Κατά τον κ. Walters, τα ειδικά μέτρα στήριξης της οικονομίας (Stimulus package) θα μετριάσουν την ανάγκη νέων μειώσεων των τόκων από την Αποθεματική Τράπεζα Αυστραλίας και, φυσικά, θα ενισχύσουν την κυβέρνηση στις επικείμενες εθνικές εκλογές.
Κατάπληξη προκαλεί η δηλωθείσα πρόθεση των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών της Αυστραλίας να αγνοήσουν την Αποθεματική Τράπεζα και να μειώσουν αυτές τους τόκους που χρεώνουν τους πελάτες τους, αν η Αποθεματική δεν στέρξει να μειώσει κι άλλο τους τόκους.
Η εφημερίδα «Herald Sun» του Σαββάτου ανέφερε σε δημοσίευμά της, ότι η τράπεζα Westpac σχεδιάζει να μειώσει τους τόκους της κατά 0,6%, ενδεχομένως από το Φεβρουάριο, ενέργεια που θα αυξήσει τον ανταγωνισμό στον κλάδο.
Η προθυμία των τραπεζών να μειώσουν αυτόβουλα τους τόκους τους –ενώ στο παρελθόν αγνόησαν την Αποθεματική και μετακύλησαν στους πελάτες τους ποσοστό, μόνο, των μειώσεων– αποδίδεται στην προσπάθειά τους να χρησιμοποιήσουν τους χαμηλούς τόκους στεγαστικών δανείων για «να πουλήσουν» άλλα κερδοφόρα προϊόντα τους και στο μειούμενο κόστος εξασφάλισης κεφαλαίων για τις ανάγκες τους.
Είναι, λοιπόν, η Αυστραλία η «τυχερή χώρα»; Με τα σημερινά δεδομένα νομιμοποιούμαστε να απαντάμε «ναι είναι». Με την Αμερική να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο να γκρεμιστεί στον «οικονομικό γκρεμό» σε δύο μήνες, περίπου, αν δεν υπάρξει πολιτική ομοφωνία επί της δημοσιονομικής πολιτικής που πρέπει να υλοποιήσει η χώρα, με την Ευρώπη να απειλείται από το χρέος της και τις συνέπειες της λανθασμένης, στην περίπτωση της Ελλάδας ολέθριας οικονομικής πολιτικής της, με τις οικονομίες της Κίνας και της Ινδίας να ολισθαίνουν και με τη φτώχεια και τη μιζέρια που επικρατεί σε άλλες περιοχές του πλανήτη, βρισκόμαστε σε ασύγκριτα καλύτερη κατάσταση.
Σίγουρα, η Αυστραλία δεν είναι χώρα ευημερίας όλων των πολιτών της. Υπάρχουν ανάμεσά μας εκατοντάδες χιλιάδες άστεγοι, πεινασμένοι, άρρωστοι, αναξιοπαθούντες που χρειάζονται άμεση βοήθεια από το κράτος. Δεν παύουμε, όμως, να βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση από τους πολίτες των περισσοτέρων χωρών του πλανήτη και θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε εφόσον η οικονομία αντέχει, η διεθνής αγορά τα προϊόντα μας και οι κυβερνώντες διαχειρίζονται την οικονομία με υπευθυνότητα και όραμα για το μέλλον της χώρας και του λαού της.