Το παρακάτω κείμενο, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, μού το έστειλε τον Αύγουστο του 2010, ο καλός μου φίλος, Ντίνος Τουμάζος. Ήξερε πως μου αρέσουν τέτοια θέματα. Μου έστειλε και μου στέλνει, ακόμη, πολλά.

Εγώ δεν κατάφερα να στείλω, ακόμη, αυτά που του έχω υποσχεθεί, παρά το ότι, στο στενό φιλικό μας περιβάλλον θεωρούμαι εξ αυτών που, συνηθέστατα, κρατούν τις υποσχέσεις τους.

Συμφωνώ απόλυτα με τον φίλο μου μια και συμφωνούμε και οι δυο μας, απόλυτα, με τον…  Πάμπλο Νερούντα στο ότι… αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε ημέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει και δεν αλλάζει χρώμα στα ρούχα του, όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει.

Και, αναμφισβήτητα, αργοπεθαίνει όποιος αποφεύγει ένα πάθος, όποιος προτιμά το μαύρο για το άσπρο και τα διαλυτικά στο γιώτα αντί ενός συνόλου συγκινήσεων που κάνουν τα μάτια να λάμπουν, και μετατρέπουν ένα χασμουρητό σε ένα χαμόγελο και όλα αυτά κάνουν την καρδιά να χτυπά στο λάθος και στα συναισθήματα.
Δεν ξέρω πόσο χρονών ήταν ο Νερούντα όταν βγήκαν από μέσα, ξεπετάχτηκαν τα σωστά, τα δυνατά κι αληθινά και τι κουράγια είχε σαν… έλεγε πως αργοπεθαίνει όποιος δεν αναποδογυρίζει το τραπέζι, όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του, όποιος δεν διακινδυνεύει τη βεβαιότητα για την αβεβαιότητα για να κυνηγήσει ένα όνειρο, όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του να αποφύγει τις εχέφρονες συμβουλές. Όλοι ή τουλάχιστον οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν με το ότι… αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει, όποιος δεν διαβάζει, όποιος δεν ακούει μουσική, όποιος δεν βρίσκει σαγήνη στον εαυτό του. Αργοπεθαίνει, φίλοι μου και θυμηθείτε τα νιάτα σας, όποιος καταστρέφει τον έρωτά του, όποιος δεν επιτρέπει να τον βοηθήσουν, όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για την τύχη του και την… ασταμάτητη βροχή. Και θα συμφωνήσω απόλυτα με το ότι αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει μια ιδέα του πριν την αρχίσει κι’ όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει. Ο μεγάλος ποιητής δίνει μια συνταγή: «Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις, όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής».

Κι ακόμη:
«Μόνο η ένθερμη υπομονή θα οδηγήσει στην επίτευξη μιας λαμπρής επιτυχίας»
«Μείνε στο δρόμο. Για σένα έφτασε η νύχτα. Ίσως την ανατολή θα ιδωθούμε πάλι».
Ο Χιλιανός ποιητής -από τις σημαντικότερες μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας- ο Νεφταλί Ρικάρδο Ρέγιες Μπασσάλτο -όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Πάμπλο Νερούντα- γεννήθηκε το 1904 στο Παρράλ της Χιλής.

Αργότερα, το 1946, άρχισε να χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Νερούντα, το οποίο δανείστηκε από τον ποιητή, Γιαν Νέρουντα. Από παιδί έγραφε ποιήματα σε εφημερίδες ενώ για χάρη της ποίησης εγκατέλειψε τις σπουδές του στη Γαλλική φιλολογία. «Το βιβλίο της Δύσης», «Τα είκοσι ερωτικά ποιήματα και Ένα απελπισμένο τραγούδι» είναι τα έργα της νιότης του που τον έκαναν ευρύτερα γνωστό.

Επόμενο ποίημά του «Η Ισπανία στην Καρδιά», με διαφορετικό εντελώς θέμα, καθώς ο Νερούντα δεν μπορούσε να σταθεί αδιάφορος στα γεγονότα του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου και στην εκτέλεση του φίλου του Λόρκα. Χωρίς να εγκαταλείψει την ποίηση άρχισε να ασχολείται με την πολιτική. Εντάχτηκε στους κόλπους του Κομμουνιστικού Κόμματος. Το 1948 το Κόμμα κηρύχτηκε παράνομο με αποτέλεσμα ο Νερούντα να ταξιδέψει αρχικά στην Αργεντινή και αργότερα στη Σοβιετική Ένωση. Επέστρεψε στη Χιλή τέσσερα χρόνια αργότερα και το 1953 του απενεμήθη το Βραβείο Λένιν. Η φήμη του Χιλιανού ποιητή είχε απλωθεί σε όλο τον κόσμο και το 1971, περίοδο που ο Νερούντα ήταν πρεσβευτής στη Γαλλία, του απονέμεται το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Μέσα στα πολλά έργα του και το «Κάντο Χενεράλ» («Γενικό Άσμα», έργο που μελοποιήθηκε στην Ελλάδα από τον Μίκη Θεοδωράκη.)

Πέθανε το 1973 σε ηλικία 69 ετών και η κηδεία του ήταν το πρώτο ξέσπασμα των Χιλιανών εναντίον της δικτατορίας.