Ο Οδυσσέας Ελύτης, Έλληνας νομπελίστας ποιητής, ύμνησε την ελληνική γλώσσα και την εξύψωσε στην ποίησή του, έχοντας συνείδηση της αξίας και του πολιτιστικού της βάθους.

Παρ’ ότι η ισότητα και η ισοτιμία αποτελούν -σήμερα πλέον- στην Αυστραλία, στη χώρα του πολυπολιτισμού, αξίες που διακρίνουν όλο και περισσότερους τομείς της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, οι γλώσσες μέχρι τώρα δεν αντιμετωπίζονται ισότιμα και είναι εμφανής η πρωτοκαθεδρία των ασιατικών έναντι των ευρωπαϊκών. Ωστόσο, το νέο Εθνικό Πρόγραμμα για τη διδασκαλία γλωσσών στα αυστραλιανά σχολεία, μας υποσχέθηκε την ισότιμη συμμετοχή όλων των γλωσσών και η υπόσχεση αυτή ανανεώνει την ελπίδα όλων μας, για μια καλύτερη θέση της νέας ελληνικής γλώσσας στην εκπαιδευτική πραγματικότητα. Αναμένοντας, λοιπόν, την εφαρμογή του, ας πράξουμε ό,τι είναι δυνατό να κάνει πιο στερεή αυτή μας την ελπίδα.

Το δικό μου όνειρο για τα Ελληνικά, είναι να εφαρμοστεί Εθνικό Πρόγραμμα για τις γλώσσες στα αυστραλιανά σχολεία και να διακατέχεται από πνεύμα ισότητας. Έτσι εκεί που υπάρχουν οι όροι και οι συνθήκες να καταστεί δυνατή η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού και οι νεότερες γενιές, που ζουν και μορφώνονται σε αυστραλιανά σχολεία, να μπορέσουν να πραγματώσουν το ελληνικό τους ταξίδι μέσα στην αυστραλιανή πραγματικότητα.
Ειδικά για την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό, η αναγνώρισή τους ως ισάξιων και ισότιμων είναι ο ελάχιστος φόρος τιμής που θα μπορούσε το Εθνικό Πρόγραμμα να τους αποδώσει. Εξάλλου, η Μελβούρνη θεωρείται η τρίτη μεγαλύτερη ελληνόφωνη πόλη του κόσμου, με ένα ακμαίο ελληνικό στοιχείο που, διατηρώντας δυο ταυτότητες, έχει συμβάλει αποφασιστικά στην πρόοδο της αυστραλιανής κοινωνίας, αλλά και στη διατήρηση της ελληνικότητάς του, για την οποία ζητά μια θεσμική κατοχύρωση στο χώρο της εκπαίδευσης.

Το όραμα του ελληνισμού που διατηρείται ακατάλυτος στη διασπορά του γενικότερα επιζεί στην Αυστραλία, παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η πατρίδα σήμερα. Το τελευταίο ρεύμα μαζικής μετανάστευσης από την Ελλάδα, υπόσχεται την ανανέωση και την ενίσχυση του ελληνισμού της διασποράς στους Αντίποδες. Αυτός ο ανανεωμένος και ενισχυμένος ελληνισμός, λοιπόν, έχει δικαίωμα να ζητά τη διδασκαλία της γλώσσας και του πολιτισμού του σε θεσμικό επίπεδο, στο δημόσιο σχολείο, γιατί ενδιαφέρεται για τη διατήρησή τους, όπως έκαναν από τα αρχαία χρόνια όλα τα ελληνικά μεταναστευτικά ρεύματα που μεταλαμπάδευαν το ελληνικό πνεύμα έξω από τα όρια της Ελλάδας.

 Ως ελληνική παροικία, με δράση πάνω από εκατό χρόνια, έχουμε το δικαίωμα, να νιώθουμε υπερήφανοι για τη συμμετοχή μας στην κοινωνία αυτής της φιλόξενης χώρας, της Αυστραλίας. Ρεαλιστικό, επομένως, είναι να αναμένουμε το κοινό μας όραμα, να διατηρήσουμε την ελληνικότητά μας, να επικρατήσει και στους εκπαιδευτικούς χώρους, όπου επηρεάζονται θετικά το πνεύμα και τα συναισθήματα των νέων. Έχουμε πλέον ωριμάσει ως παροικία, ώστε να διατηρούμε και να εκτιμούμε και τις δυο μας ταυτότητες και να ενεργούμε ως σεβαστοί αυστραλοί πολίτες που προσφέρουν πληθώρα γλωσσικού και πολιτιστικού πλούτου στην πολυπολιτισμική μας άλλη πατρίδα.

Το κλίμα αυτό του ελληνισμού στη Μελβούρνη -και όχι μόνο- ποτέ δεν ήταν πιο ευνοϊκό, επιθυμητό και δυναμικό για μικρούς και μεγάλους κάθε καταγωγής. Η πιο μεγάλη πρόκληση όμως, παραμένει στον χώρο της εκπαίδευσης, όπου μπορούμε να επηρεάσουμε τις νέες ψυχές, για να εμπνεύσουμε φιλέλληνες, όπως τον Γκοφ Ουίτλαμ (πρώην πρωθυπουργό της Αυστραλίας). Αν η γνώση είναι δύναμη, ας προετοιμαστούμε καλά για τον ερχομό του Εθνικού Προγράμματος Γλωσσών της Αυστραλίας. Ας κάνουμε αισθητή την παρουσία μας στους εκπαιδευτικούς χώρους προβάλλοντας τη γλώσσα και τον πολιτισμό μας ως άξια να μελετηθούν, όχι μόνο από ανθρώπους ελληνικής καταγωγής, αλλά και μη, ας πείσουμε για την πανανθρώπινή τους διάσταση, ώστε οι μελλοντικές γενιές να γίνουν πολύγλωσσοι παγκόσμιοι πολίτες με πλατιούς ορίζοντες και διεθνικές επιδιώξεις που οι προηγούμενες γενιές δεν μπορούσαν να φανταστούν.

Το Εθνικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας Γλωσσών υπόσχεται να αντιμετωπίσει τη γλώσσα και τον πολιτισμό μας ισότιμα με τις άλλες. Το χαιρετίζουμε! Όμως, η υπόσχεση από μόνη της δεν αρκεί. Χρειάζεται όλοι εμείς που νοιαζόμαστε για τη γλώσσα και τον πολιτισμό μας να μοιραστούμε ιδέες και προτάσεις και να δουλέψουμε συλλογικά για να τις υλοποιήσουμε με στόχο να δημιουργήσουμε τους όρους και τις προϋποθέσεις εισαγωγής της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού σε ολοένα και περισσότερα σχολεία.

* Η Μαρία Φώσκολου είναι καθηγήτρια Ελληνικών και συγγραφέας διδακτικού υλικού για τη Σχολή Γλωσσών της Βικτώριας – VSL, Τμήμα εξ αποστάσεως