Φεβρουάριος –οκτώ μήνες πριν τις εθνικές εκλογές– και το αποτέλεσμα έχει κριθεί, δείχνουν οι προχθεσινές δημοσκοπήσεις της Newspoll.
Αν τα ποσοστά που κατέγραψαν οι δημοσκοπήσεις αντανακλούν παγιωμένες προθέσεις και εκτιμήσεις των ψηφοφόρων, το Εργατικό Κόμμα έχει χάσει ήδη τις εκλογές. Αν ο ένας στους τρεις ψηφοφόρους, μόνο, ψηφίσει Εργατικό στις εθνικές εκλογές της 14ης Σεπτεμβρίου το κυβερνών κόμμα θα μεταμορφωθεί σε κουτσή αντιπολίτευση.
Στην πρώτη κατανομή η διαφορά Εργατικού-Συνασπισμού άνοιξε στις 16 μονάδες, με 32% των ψηφοφόρων να ψηφίζουν Εργατικό και 48% Συνασπισμό. Ο Συνασπισμός εξασφαλίζει προβάδισμα νίκης και στη δεύτερη κατανομή, με 56% έναντι 44% του Εργατικού Κόμματος.
Οι Εργατικοί προσεύχονται η πτώση της ψήφου τους να είναι συγκυριακή – όπως ήταν και η άνοδος κατά έξι μονάδες τον περασμένο Δεκέμβριο.
Και ενδέχεται να είναι συγκυριακή, διότι η δημοσκόπηση έγινε ημέρες μετά την ανακοίνωση από την πρωθυπουργό της ημερομηνίας των εκλογών, τη σύλληψη από την αστυνομία του πρώην Εργατικού βουλευτή Craig Thomson, με 150 κατηγορίες για απάτη, την έναρξη της έρευνας της Επιτροπής κατά της Διαφθοράς Νέας Νότιας Ουαλίας για τη διαφθορά στο Εργατικό Κόμμα της πολιτείας και την παραίτηση των δύο υπουργών της κυβέρνησης Γκίλαρντ, Nicola Roxon και Chris Evans.
Οι Εργατικοί ελπίζουν, επίσης, η εκτίμηση των ψηφοφόρων, ότι ο Συνασπισμός των συντηρητικών κομμάτων θα διαχειριστεί καλύτερα την εθνική οικονομία, την ανεργία και τους τόκους να είναι προσωρινή και επηρεασμένη από την ακύρωση του σχεδίου της κυβέρνησης για δημοσιονομικό πλεόνασμα το τρέχον οικονομικό έτος.
Πολλοί στο Εργατικό Κόμμα αδυνατούν να εξηγήσουν, γιατί το εκλογικό σώμα αμφισβητεί την ικανότητά τους να διαχειριστούν την εθνική οικονομία, τη στιγμή που η αυστραλιανή οικονομία τοποθετείται μεταξύ των ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη, το χρέος της χώρας είναι πολύ χαμηλό σε σχέση με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ), η ανεργία βρίσκεται στο 5,4% του εργατικού δυναμικού της χώρας, έγκριτοι αυστραλιανοί και διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί επιδοκιμάζουν την απόφαση της κυβέρνησης να εγκαταλείψει την ιδέα του δημοσιονομικού πλεονάσματος για να μην «φρενάρει» την οικονομία, η εργασιακή πολιτική της κυβέρνησης ανοίγει αργά, αλλά σταθερά τους χώρους εργασίας στα εργατικά συνδικάτα.
Τι φταίει, λοιπόν, για την επιστροφή του Εργατικού Κόμματος στη μιζέρια και την εσωστρέφεια του 2012; Οι επικριτές της πρωθυπουργού επιμένουν, ότι το μείζον πρόβλημα του κόμματός τους είναι η κ. Γκίλαρντ και ο στενός κύκλος της.
«Δεν θα δούμε άσπρη μέρα με αρχηγό του κόμματός μας και πρωθυπουργό τη Τζούλια Γκίλαρντ» έλεγε χθες στη στήλη έμπειρο στέλεχος της κυβέρνησης.
«Ο μέσος ψηφοφόρος έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στην πρωθυπουργό και τους ανθρώπους του στενού κύκλουτης, που βρήκαν στρωμένο τραπέζι και προσπαθούν να κρατήσουν τις καρέκλες τους με κάθε μέσο. Είναι αυτοί που έχουν δημιουργήσουν κλοιό προστασίας γύρω από την πρωθυπουργό για να μην χάσουν την εύνοιά της» εξηγούσε.
Άλλο μέλος της κυβέρνησης συμβούλευε χθες, να μην θεωρούμε δεδομένη την κάθοδο των Εργατικών στις εκλογές με αρχηγό την Τζούλια Γκίλαρντ, διότι ο συσχετισμός των δυνάμεων στην Κεντρική Επιτροπή θα αλλάξει δραματικά αν οι δημοσκοπήσεις συνεχίσουν να καταγράφουν απώλειες.
Στην αντίπερα όχθη η αξιωματική αντιπολίτευση αμείβεται χωρίς να ιδρώνει. Ενισχύεται, δημοσκοπικά, από τα λάθη, τις βιασύνες και τις αδυναμίες της κυβέρνησης.
Ο κ. Άμποτ και το επιτελείο του προστατεύουν τα νώτα τους, επί του παρόντος, με μια διάτρητη, αλλά δραστική ρητορική βασικός άξονας της οποίας είναι η αδυναμία της αντιπολίτευσης να ολοκληρώσει και να κοστολογήσει τις πολιτικές της πριν της δοθεί η δυνατότητα, από την κυβέρνηση, να εκτιμήσει την πραγματική κατάσταση της εθνικής οικονομίας.
Κοντός ψαλμός αλληλούια και για την αντιπολίτευση, που προβληματίζεται, και αυτή, από την εξ ίσου ηχηρή αποδοκιμασία του έργου του κ. Άμποτ από το εκλογικό σώμα.