«Μεγάλην εξέφρασαν έκπληξιν» –που θα έλεγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης– οι διοικήσεις αθλητικών συλλόγων και ομοσπονδιών για την αποκάλυψη του συστηματικού, επικίνδυνου ντοπαρίσματος κορυφαίων αθλητών της χώρας.

 Μόνον, που δεν έγιναν πιστευτοί από το κοινό. Και δεν έγιναν πιστευτοί, διότι το ντοπάρισμα –ιδιαίτερα στα σπορ που βασίζονται στη σωματική επαφή με τον αντίπαλο– υπήρχε και θα υπάρχει, όσο σύλλογοι και ομοσπονδίες το αντιμετωπίζουν με ημίμετρα.

Οι υπερβολές που ξεστόμισαν, περί «απώλειας της αθωότητας των αυστραλιανών σπορ» έπεσαν στο κενό. Δεν γίνονται πιστευτοί παράγοντες αθλητικών σωματείων και ομοσπονδιών, που έχουν καθιερώσει έναν κώδικα σιωπής για την προστασία των σπορ που υπηρετούν και των αθλητών που διαχειρίζονται. Αυτό, το ζημιογόνο κώδικα σιωπής έσπασε η Αυστραλιανή Υπηρεσία Δίωξης Εγκλήματος με την ενδελεχή έρευνά της για χρήση επικίνδυνων ουσιών από αθλητές, που διακινούν κυκλώματα του υποκόσμου.

Η συγκλονιστική, πραγματικά, έρευνα της Υπηρεσίας Δίωξης Εγκλήματος αποκαλύπτει, ότι πολλοί Αυστραλοί αθλητές έχουν γίνει πειραματόζωα, στα οποία γιατροί, φυσιολόγοι, διατροφολόγοι και λογής άλλοι ειδικοί δοκιμάζουν επικίνδυνες ορμόνες και συμπληρώματα διατροφής. Προμηθευτές των επικίνδυνων ουσιών «ενίσχυσης» της απόδοσης ενός αθλητή ή ταχύρυθμης ανάρρωσής του από τραυματισμό είναι στελέχη του υποκόσμου, που παράγουν τα ζημιογόνα «αγαθά» τους στην Αυστραλία ή τα εισάγουν.

Η εμπεριστατωμένη έρευνα της διωκτικής Αρχής της χώρας αποκάλυψε και το «στήσιμο» αγώνων από παράγοντες του υποκόσμου με άμεση πρόσβαση σε αθλητές συλλόγους.

Το οργανωμένο έγκλημα έχει αφήσει «ορατά, μεγεθυνόμενα σημάδια» σε επαγγελματικούς αθλητικούς συλλόγους αποφαίνεται η έρευνα και προσθέτει, ότι η δραστηριότητα του υποκόσμου εκτείνεται και πέραν της προμήθειας παράνομων ουσιών.

«Σχέσεις μεταξύ αθλητών και στελεχών του οργανωμένου εγκλήματος χρησιμοποιούνται από εγκληματικές φυσιογνωμίες για τη διάβρωση των αθλητών και την εξασφάλιση κοινωνικής αναγνώρισης, κατά τον ίδιο τρόπο που η αγορά χρησιμοποιείται από τους διακινητές τέτοιων προϊόντων για τη διάβρωση οργάνων του νόμου.

Η χρήση παράνομων ναρκωτικών από τους αθλητές τούς καθιστούν ιδιαίτερα ευάλωτους στην εκμετάλλευση για άλλους σκοπούς, όπως στήσιμο αγώνων και απάτες που διευκολύνονται από την παροχή εσωτερικών πληροφοριών» υπογραμμίζει η έρευνα της αστυνομίας και επισημαίνει ότι, επί του παρόντος, αθλητικοί σύλλογοι της Αυστραλίας –πιεζόμενοι από τις οικονομικές ανάγκες τους– είναι «αμπέλια ξέφραγα στα οποία μπαίνουν με ευκολία και «αλωνίζουν» ομάδες και στελέχη του υποκόσμου.

Δεν θα σας κουράσω με περισσότερες λεπτομέρειες. Τα αποσπάσματα της έρευνας, που παρέθεσα, πιστοποιούν ότι το ντοπάρισμα αθλητών αποτελεί κατεστημένη πρακτική και στην Αυστραλία, όπου σύλλογοι και αθλητές αγωνίζονται –όπως και στον υπόλοιπο, διεφθαρμένο κόσμο– για αστρονομικές αμοιβές και υψηλά εμπορικά συμβόλαια (Sponsorship) οι δεύτεροι.

Κερδισμένοι από το αλισβερίσι αθλητών και προμηθευτών παράνομων ουσιών είναι και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, που έχουν αναγάγει τον τζόγο σε αδιαίρετο στοιχείο του αθλητικού πολιτισμού της χώρας. Τζόγος και αθλητισμός πηγαίνουν χέρι-χέρι στη σύγχρονη Αυστραλία, καθώς οι λάτρεις των σπορ έχουν πεισθεί, ότι το στοίχημα σε έναν αγώνα Φούτι, Ράγκμπι, ποδοσφαίρου ή τένις επιτείνει την απόλαυση.

Όχι, δεν είμαστε αθώες περιστερές οι Αυστραλοί πολίτες. Υποκρίνονται, δολίως, όσοι διαψεύδουν τον ισχυρό δεσμό αθλητισμού και τζόγου. Αυτό που, ενδεχομένως, δεν γνωρίζαμε μέχρι προχθές – κάποιοι κήρυκες της αθωότητάς μας και η πλειοψηφία του αυστραλιανού λαού– ήταν η επιθετική διείσδυση του υποκόσμου στον αθλητισμό για να τον μεταβάλλει βαθμιαία σε χώρο εγκληματικών συναλλαγών.

Δεν είναι δυνατόν να μην γνώριζαν ή να μην είχαν υποπτευθεί την παρουσία του οργανωμένου εγκλήματος «οι φύλακες» της βιομηχανίας αθλητισμού –διότι περί βιομηχανίας πρόκειται με ετήσιο τζίρο δισεκατομμυρίων δολαρίων– από την οποία ζει παρασιτικά η βιομηχανία τζόγου ο ετήσιος τζίρος της οποίας υπολογίζεται σε 20 δισεκατομμύρια δολάρια.

 Δεν είναι δυνατόν να μην αναρωτήθηκαν, ποτέ, οι διοικήσεις αυστραλιανών συλλόγων και ομοσπονδιών, πού καταλήγουν τα εισαγόμενα σκευάσματα ενίσχυσης της απόδοσης αθλητών. Στατιστικά στοιχεία των τελωνειακών Αρχών και της αστυνομίας δείχνουν, ότι τα τελευταία χρόνια οι εισαγωγές τέτοιων σκευασμάτων αυξήθηκαν πάνω από 200%. Δεν αναρωτήθηκαν, ποτέ, που καταλήγουν τα σκευάσματα αυτά; Ή μήπως η σιωπή βόλευε τους συλλόγους, ιδιαίτερα τους συλλόγους που προωθούν τα σπορ σωματικής επαφής (body contact sports), διότι οι αθλητές του χρειάζονται «ενισχυτικά» για να αντέχουν στις εβδομαδιαίες συγκρούσεις με αντιπάλους μέχρι τελικής πτώσης;
 Δεν αναρωτήθηκαν, ποτέ, ομοσπονδίες και σύλλογοι, γιατί μετά από κάθε αγώνα τα αποδυτήρια των συλλόγων θυμίζουν νοσοκομεία; Ή σώπαιναν, επειδή τα παράνομα σκευάσματα πολλαπλασιάζουν τη μυϊκή μάζα των παικτών και επιταχύνουν την αποθεραπεία από τραύματα;

Η ιδέα του “fair play” (του θεμιτού ανταγωνισμού) πέθανε και στην Αυστραλία και αν δεν ληφθούν δραστικά μέτρα από τις Αρχές ο αυστραλιανός αθλητισμός θα υποστεί τις τραγικές συνέπειες, που προκαλεί η στενή σχέση αθλητισμού-ντοπαρίσματος και αθλητισμού-τζόγου.

Συμφωνώ απόλυτα με τον πρώην πρωθυπουργό της Βικτωρίας, Τζεφ Κένετ, ότι η κάθαρση δεν πρέπει να αφεθεί σε αποτυχημένες ομοσπονδίες και συλλόγους, πρέπει να επιτηρείται από Αρχές και φορείς με αδιάβλητο κύρος.

Ενεργό ρόλο στη διαδικασία κάθαρσης πρέπει να έχουν και τα όργανα εκπροσώπησης των αθλητών, που παράγουν το εμπορεύσιμο θέαμα με κίνδυνο της σωματικής τους ακεραιότητας, της υγείας τους, ακόμη και της ζωής τους, αν λαμβάνουν «βοηθήματα» τα οποία δεν έχουν δοκιμαστεί σε ανθρώπους και δεν έχουν μετρηθεί υπεύθυνα οι παρενέργειές τους.