Θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στο φετινό διαγωνισμό της Γιουροβίζιον με τους Koza Mostra και το «Alcohol is free». Ανήκει στη σχολή της αναβίωσης του ρεμπέτικου. Εσχάτως, άνοιξε και μερικές κόντρες με συναδέλφους του εκτοξεύοντας σκληρές κουβέντες, όπως για τη Μαριώ. Ο λαϊκός τραγουδιστής ετοιμάζει τις βαλίτσες του για το Μάλμε Σουηδίας και στο mp3 θα ακούει Γιώργο Παπασιδέρη.
«Καλώς το φαβορί μας» αναφώνησε η μάνατζερ στην πρώτη παρουσίαση των τραγουδιών για τον τελικό της Γιουροβίζιον στο πολυτελές ξενοδοχείο των βορείων προαστίων. Εκείνος χαμογέλασε κάτω απ’ τα μουστάκια του, θυμίζοντας Αστερίξ σε μάχες κατά Ρωμαίων. Δεν τον πτοούσε που ήταν στη φωλιά του λύκου, μέσα στους «Ρωμαίους», στην καρδιά του μαζικού, ποπ ευρωπαϊκού τραγουδιού. Δεκαπέντε ημέρες αργότερα αυτός και οι Koza Mostra κέρδισαν το διαγωνισμό με το «Alcohol is free» και στις 14 Μαΐου θα εκπροσωπήσουν την Ελλάδα στα προκριματικά της Γιουροβίζιον στη Σουηδία. Για πρώτη φορά η Ελλάδα θα στείλει έναν γνήσιο αναβιωτή του ρεμπέτικου είδους – έστω και πλαισιωμένο από μέλη του συγκροτήματος Koza Mostra με σκωτσέζικες φούστες. Για πρώτη φορά έπειτα από χρόνια θα στείλει κάποιον χωρίς γυμνασμένους κοιλιακούς. Τον Αγάθωνα Ιακωβίδη. Τι γυρεύει όμως η αλεπού στο παζάρι;
«ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΤΗΣ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ»
«Τα παιδιά μού πρότειναν να πω το τραγούδι τους πολύ πριν γεννηθεί η ιδέα για τη συμμετοχή στη Γιουροβίζιον. Όταν κάποιος με τιμά με την πρότασή του, τον τιμώ με την αποδοχή μου». Για την ακρίβεια, το πρόβαραν σπίτι του, εκείνος έβαλε το δικό του χρώμα με τον μπαγλαμά και όταν στη συνέχεια τού έριξαν την ιδέα διστακτικά για τη Γιουροβίζιον, είπε: «Επιτέλους, θα γνωρίσω και την Παπαρίζου».
Ο Αγάθωνας δηλώνει σουρεαλιστής εκ γενετής και εκτός από τη λατρεία του για το ρεμπέτικο, αγαπάει το δημοτικό, τα μπλουζ, το ροκαμπίλι, το χέβι μέταλ. Έχει συμμετάσχει σε δίσκο των Πυξ Λαξ, έχει συνεργαστεί με τον Αντώνη Τουρκογιώργη, έχει τραγουδήσει για τη διαφήμιση των λαϊκών λαχείων το 1998 («Την είδα απόψε λαϊκά») ενώ το 1980 είχε πάει προσκεκλημένος του Μάνου Χατζιδάκι με το σχήμα του (το Ρεμπέτικο Συγκρότημα Θεσσαλονίκης) στα Ανώγεια και από εκεί βρήκε τις άκρες να κάνει τους δύο πρώτους του δίσκους.
Ο Αγάθωνας γεννήθηκε στον Ευαγγελισμό Λαγκαδά από γονείς μικρασιάτες πρόσφυγες το 1955. Οι μελωδίες της Μικράς Ασίας ήταν τα πρώτα του ακούσματα. Αυτοδίδακτος, στα 16 του πιάνει κιθάρα και μπαγλαμά, το 1973 παίζει σε μπουάτ της συμπρωτεύουσας, το 1977 φτιάχνει το Ρεμπέτικο Συγκρότημα Θεσσαλονίκης και δουλεύει σε δεκάδες ταβέρνες και μαγαζιά. Πρώτη του δουλειά ήταν στο καφεθέατρο Καλαμαριάς.
«Μου έκανε καλό στην αντοχή, αφού έπαιζα 60-70 τραγούδια σκέτα. Χωρίς ενισχυτές, μηχανήματα» θυμάται. Μπουλούκι στην οδό Παπάφη, στον Άγιο Φανούριο. Παμπ Σελήνη, δίπλα στο Κρατικό Θέατρο. Και άλλα πολλά. Με στέκι το «Ντο-Ρε», τότε που δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα, οργανώνει το στρατηγείο του, κάνει πρόβες, κλείνει δουλειές και λίγο μετά κατεβαίνει στην Αθήνα ύστερα από μετάκληση του Δημήτρη Κοντογιάννη για να συνεργαστούν «Στου Σαμπάνη» στον Άγιο Λουκά στα Πατήσια.
Τότε είναι που αποκρυσταλλώνεται το μεγάλο ρεύμα της αναβίωσης του ρεμπέτικου. Η αναβίωση: η Ρεμπέτικη Κομπανία μέσα στη χούντα κάνει την αρχή, η Αθηναϊκή του Δημήτρη Χατζηδιάκου, η Οπισθοδρομική με την Ελευθερία Αρβανιτάκη και λίγο πριν την εκπνοή της δεκαετίας του 1970 ο Αγάθωνας, ο Μπάμπης Γκολές εκ Πάτρας, ο Γιώργος Ξηντάρης εκ Σκοπέλου. Το 1985 η Αθήνα μόνον είχε 200 κομπανίες που έπαιζαν ρεμπέτικα! Οι πιο πολλές βέβαια ήταν ερασιτεχνικές και το ζητούμενο ήταν η πιστότητα και η αποτύπωση, οι πιο πολλοί δεν είχαν γνώση να αντιγράψουν το ύφος και τις νότες.
Σε αυτό ο Αγάθωνας ήταν από τους καλύτερους. «Πάτησε» πάνω στους Γιώργο Κάβουρα, Αντώνη Νταλγκά και Στελάκη Περπινιάδη. Λάτρης του Τούντα, του Γιοβάν Τσαούς, του Βαγγέλη Παπάζογλου, πιο πολύ όμως του Ανέστη Δελιά, φτιάχνει το δικό του ύφος. Όταν κατεβαίνει στου «Σαμπάνη», πλάι στον Δημήτρη Κοντογιάννη, συνεργάζεται με τον Οδυσσέα Μοσχονά, τον Χρόνη Αηδονίδη, τη Ρένα Στάμου. Το κέντρο λειτουργούσε στα Πατήσια και άφησε εποχή, αφού εδώ συνδέθηκαν τρεις γενιές: ο προπολεμικός Μοσχονάς, η μεταπολεμική Στάμου, ο μεταπολιτευτικός Κοντογιάννης και ο λίγο νεότερος τότε Αγάθωνας, αλλά και ο ακόμη νεότερος Θόδωρος Παπαδόπουλος.
Τότε ο κόσμος δεν ήξερε ακριβώς ρεμπέτικο, εκτός από τις ψαγμένες παρέες όπως εκείνη γύρω από τον γκουρού, Τάσο Φαληρέα, ή μοναχικούς συλλέκτες σαν τον Σπύρο Παπαϊωάννου. Ακόμη και το «Πίνω και μεθώ» θεωρείται άγνωστο – ζούμε στην εποχή του αμπέχονου και του ανερχόμενου ζιβάγκο, να μην το ξεχνάμε. Ο Αγάθωνας επιστρέφει ύστερα από 3-4 σεζόν στη Θεσσαλονίκη το 1987 και γίνεται πατέρας. Ο γιος του Νίκος σήμερα είναι φοιτητής Φυσικής και μουσικός (ούτι, λαούτο, βιολί).
Στο μεταξύ, βέβαια, ο Αγάθωνας κατεβαίνει στην Αθήνα συχνά, εργάζεται σε διάφορα ρεμπετάδικα όπως «Στοά των αθανάτων», «Περιβόλι του ουρανού» (μόνο για μία νύχτα, όπως λέει έπειτα από τσακωμό με τον μαγαζάτορα), «Τζιβαέρι» και αλλού.
ΚΟΦΤΕΡΟ ΛΕΠΙΔΙ
Δεν είναι βιρτουόζος, είναι όμως άρτιος παίχτης του μπαγλαμά, ενώ παίζει και κιθάρα. Έχει ασχοληθεί βαθιά με το ρεμπέτικο, υπάρχουν συνάδελφοί του που του τηλεφωνούν για να ρωτήσουν. Υπάρχουν όμως και κάποιοι που δεν θα του τηλεφωνήσουν ποτέ. Και τώρα με τις απανωτές του τηλεοπτικές συνεντεύξεις, οι πληγές ξανάνοιξαν.
Μία συνάδελφός του, ας πούμε, είναι και η Μαριώ από τη Θεσσαλονίκη.
«Οι περισσότεροι ενθουσιάστηκαν και με πήραν τηλέφωνο για να μου πουν μπράβο, εκτός από μία, που δεν την θεωρώ συνάδελφό μου. Τραγουδάει απαίσια, δεν θα έπρεπε να τραγουδάει ρεμπέτικα» υποστηρίζει σε μια τηλεοπτική εκπομπή και ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Και δεν σταματάει εδώ: «Μας κάνει χαλάστρα η Μαριώ· να καταλάβεις, όταν τραγουδούσε στη Θεσσαλονίκη, έκανε κάτι επιφωνήματα τύπου αγαπάρες, ευχαριστάρες, άιντε μπράβο!».
Από τα βέλη του δεν γλιτώνει ούτε ο Γιώργος Νταλάρας: «Τραγουδάει γενικά καλά. Ρεμπέτικα δεν θα ‘πρεπε να τραγουδάει, αλλά έχει τραγουδήσει τόσα πράγματα. Και Λάτιν έχει τραγουδήσει, γελάνε οι Ισπανοί βέβαια». Κι όμως, το 1984 η δεύτερη φωνή στο «Φεγγάρι χλωμό», από τον δίσκο «Καλημέρα Κυρία Λύδια» του Νταλάρα και της Γιώτα Λύδια, είναι του Αγάθωνα. «Πρέπει να παίρνουμε θέση στη ζωή» σημειώνει στα «ΝΕΑ» ενώ δεν διστάζει να τα βάλει και με το εμπορικό τραγούδι. «Ο Φοίβος βάζει το κομπιούτερ του και γράφει 50 πράγματα».
Σκωπτικός, διεκδικητικός (κάποτε απολύθηκε από εργοστάσιο αλλαντικών στη Θεσσαλονίκη επειδή συνδικαλιζόταν), δηλώνει λάτρης του τραγουδιστή των δημοτικών Γιώργου Παπασιδέρη, και δεν μασάει τα λόγια του. «Όποιος κριτικάρει την επιλογή μου να πάω στη Γιοροβίζιον θα φάει μπουνιές από κοντά. Από μακριά ό,τι θέλουν…», προσθέτει. Είπαμε, Αστερίξ!