Νέα επανάσταση στην παιδεία κήρυξε η Εργατική κυβέρνηση Gillard, με προκαθορισμένους στόχους την εξάλειψη «της εκπαιδευτικής ανισότητας», που χαρακτηρίζει το αυστραλιανό σύστημα εκπαίδευσης και την ποιοτική βελτίωση του συστήματος.
Η νέα εκπαιδευτική επανάσταση θεμελιώνεται στις προτάσεις της Έκθεσης Gonski (Gonski Report), που η κυβέρνηση θεωρεί «βασικές» για την ποιοτική αναβάθμιση της κρατικής παιδείας και την παροχή ίσων δυνατοτήτων στα παιδιά εχόντων και μη γονέων να φοιτούν σε επαρκή κρατικά σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Παιδείας.
Η Επιτροπή Gonski (έλαβε το όνομά της από τον πρόεδρό της David Gonski, γνωστό επιχειρηματία, διευθυντικό στέλεχος επιχειρήσεων και πρύτανη του Πανεπιστημίου Νέας Νότιας Ουαλίας), ανέλαβε το δύσκολο έργο της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος, της αξιολόγησης του συστήματος χρηματοδότησης της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Παιδείας και της διαμόρφωσης προτάσεων προς την κοινοπολιτειακή κυβέρνηση για την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος με τη δικαιότερη κατανομή των κρατικών κονδυλίων για την εκπαίδευση στους τρεις φορείς της εκπαίδευσης, δηλαδή κρατικά σχολεία, καθολικά και ανεξάρτητα σχολεία της χώρας.
Σύμφωνα με τους όρους εντολής, η Επιτροπή Gonski δέχθηκε 7.000 εισηγήσεις, επισκέφθηκε 39 σχολεία και συνομίλησε με 71 οργανώσεις εκπαιδευτικών. Η ουσία των πολυάριθμων εισηγήσεων και των επαφών με σχολεία και εκπαιδευτικούς αποτέλεσε τη βάση των εισηγήσεών της προς την κυβέρνηση.
«ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ»
H Επιτροπή Gonski διαπίστωσε, ότι η ποιοτική εκπαίδευση είναι προνόμιο των εχόντων, παρά το γεγονός ότι το εκπαιδευτικό σύστημα χρηματοδοτείται και από τους φόρους και των βιοπαλαιστών και των μισθοσυντήρητων πολιτών. Στατιστικά στοιχεία του 2010, που συγκέντρωσε και δημοσίευσε η Επιτροπή πιστοποιούν την ανισότητα και στο χώρο της εκπαίδευσης τεκμηριωμένη παρενέργεια της οποίας είναι η καλύτερη απόδοση των μαθητών και μαθητριών και η χαμηλή απόδοση των μαθητών και μαθητριών που προέρχονται από οικογένειες με ή χωρίς τις οικονομικές δυνατότητες που απαιτεί η φοίτηση σε καθολικά ή ανεξάρτητα σχολεία.
Τα παιδιά με τις χαμηλότερες επιδόσεις –αγνοουμένων των εξαιρέσεων– φοιτούν σε κρατικά σχολεία, διότι είναι παιδιά βιοπαλαιστών ή μισθοσυντήρητων γονέων, παιδιά μονογονεϊκών οικογενειών, παιδιά ασθενών ή άνεργων γονέων.
Η Έκθεση Gonski αποφαίνεται, ότι η διαφορά στην απόδοση των μαθητών και μαθητριών δεν πρέπει να καθορίζεται από τον πλούτο, το εισόδημα, τη δύναμη ή τα περιουσιακά στοιχεί κάθε κοινωνικής τάξης. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Μελβούρνης, Richard Teese, σε έρευνά του για το ισχύον σύστημα χρηματοδότησης της παιδείας και τους φορείς που ευνοεί η ζημιώνει διαπίστωσε, ότι μεγαλώνει συνεχώς το χάσμα μεταξύ των πλούσιων και των μειονεκτικών σχολείων των Πολιτειών και των Περιφερειών της χώρας. Ο καθηγητής Teese διαπίστωσε προβληματική απόσταση μεταξύ των κορυφαίων και των κατώτερων μαθητών της Αυστραλίας, ιδιαίτερα μεταξύ των αβορίγινων μαθητών και των μαθητών και μαθητριών που προέρχονται από τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις.
Δυστυχώς, το υφιστάμενο σύστημα χρηματοδότησης της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης διαιωνίζει την «εκπαιδευτική ανισότητα». Βιώνουμε τον παραλογισμό της επιδότησης των καθολικών και των ανεξάρτητων σχολείων από τους φόρους των μεροκαματιάρηδων και των μισθοσυντήρητων σε βάρος της ποιότητας της εκπαίδευσης των δικών τους παιδιών.
Ο πρώην πρωθυπουργός Τζον Χάουαρντ απέδιδε την «εκπαιδευτική ανισότητα» στις «επιλογές κάθε γονέα» θαρρείς και οι βιοπαλαιστές έχουν τη δυνατότητα να στείλουν το παιδί τους ή τα παιδιά τους σε κορυφαία σχολεία , αλλά επιλέγουν να μην τα στείλουν.
Η Έκθεση Gonski εκτιμά, ότι η υφιστάμενη «εκπαιδευτική ανισότητα» θα εξαλειφθεί με τον εξορθολογισμό του συστήματος χρηματοδότησης της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Εξ ου και η απόφαση της κυβέρνησης να αλλάξει το σύστημα χρηματοδότησης της παιδείας, ώστε να προσφέρονται σε όλα τα παιδιά οι ίδιες ευκαιρίες μόρφωσης.
Η κατανομή μαθητών και μαθητριών στους διάφορους φορείς της παιδείας με κοινωνικο-οικονομικά κριτήρια, ενισχύει την εισήγηση της Επιτροπής Gonski για οικονομική ενίσχυση της κρατικής παιδείας. Η πλειοψηφία (36%) των μειονεκτικών κοινωνικά και οικονομικά μαθητών και μαθητριών φοιτούν σε κρατικά σχολεία, έναντι 21% που φοιτούν στα καθολικά και 13% στα ανεξάρτητα (ιδιωτικά) σχολεία της επικράτειας. Αντίστροφα, 47% των παιδιών εύπορων οικογενειών φοιτούν στα ανεξάρτητα σχολεία, 29% σε καθολικά και 22%, μόνο, σε κρατικά σχολεία.
Υπέρ της οικονομικής ενίσχυσης των κρατικών σχολείων συνηγορεί και η κατανομή των ιθαγενών μαθητών και μαθητριών, παιδιών σχολικής ηλικίας με αναπηρίες, παιδιών της επαρχίας και παιδιών που προέρχονται από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα σε όλες τις βαθμίδες της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
Αναλυτικά 85% των παιδιών των Αβοριγίνων, 78% των παιδιών με αναπηρίες, 83% των παιδιών της επαρχίας , 79% των παιδιών οικογενειών που ανήκουν στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, 68% των παιδιών μη αγγλόφωνων μεταναστών φοιτούν σε κρατικά σχολεία. Συνολικά το 66% των παιδιών των παραπάνω κατηγοριών φοιτούν σε κρατικά Δημοτικά και Γυμνάσια. Αντίστροφα, 14%, μόνο των παιδιών εύπορων οικογενειών φοιτούν σε κρατικά και 20% σε κρατικά σχολεία.
Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός, ότι 5% των παιδιών των Αβοριγίνων, 6% των παιδιών με αναπηρίες, 4% των παιδιών της επαρχίας, 6% των παιδιών μη εχόντων οικογενειών και 12% των παιδιών μη αγγλόφωνων μεταναστών φοιτούν σε ανεξάρτητα σχολεία.
ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ
Την περασμένη εβδομάδα η πρωθυπουργός ανακοίνωσε δαπάνη 14,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, την προσεχή εξαετία, για τη χρηματοδότηση της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Παιδείας.
Κάθε μαθητής του Δημοτικού θα επιδοτείται με $9,271 και του Γυμνασίου με $12,193, Η επιδότηση κατά μαθητή θα αυξάνεται στα σχολεία στα οποία φοιτούν Αβοριγίνες μαθητές, μαθητές από χαμηλά κοινωνικά στρώματα και μαθητές με περιορισμένη γνώση της αγγλικής γλώσσας και μαθητές με υψηλές επιδόσεις. Δημοτικά σχολεία με 200 μαθητές θα λαμβάνουν έξτρα βοήθημα 150 χιλιάδων δολαρίων και Γυμνάσια με 500 μαθητές βοήθημα 240 χιλιάδων δολαρίων. Το κράτος θα ενισχύσει με ειδικό βοήθημα και τα σχολεία της επαρχίας καθώς και εφάπαξ βοήθημα 100 εκ, δολαρίων σε σχολεία που εκπαιδεύουν παιδιά με ειδικές ανάγκες.
Από τα 14,5 δισεκατομμύρια δολάρια, που ανακοίνωσε η πρωθυπουργός, σ 12,1 δισεκατομμύρια θα διατεθούν σε κρατικά σχολεία, 1,4 δις στα καθολικά σχολεία και 1 δις στα ανεξάρτητα σχολεία.
Η διανομή των 14,5 δισεκατομμυρίων ανά πολιτεία θα γίνει ως ακολούθως:
Πολιτεία Ποσόν Σύνολο
$ δις Εξαετίας
2014-19
ΝΝΟ 5 δις 87 δις
Βικτώρια 4 δις 68 δις
Κουηνσλάνδη 3,8 δις 65 δις
Δ. Αυστραλία 300 εκ. 38 δις
Ν. Αυστραλία 600 εκ. 21 δις
Τασμανία 400 εκ. 7 δις
ACT 300 εκ.. 5 δις
Καθολικά Σχολεία 1,4 δις 50 δις
Ανεξάρτητα σχολεία 1 δις 35 δις
Η πρωθυπουργός ανακοίνωσε, επίσης, ότι η χρηματοδότηση της παιδείας θα αναπροσαρμόζεται το κόστος ζωής, ώστε να διασφαλίζεται η δυνατότητα των σχολείων αν προγραμματίζουν χωρίς κίνδυνο μείωσης των πόρων τους.
ΑΝΑΜΕΙΚΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
Όπως αναμενόταν το νέο μοντέλο χρηματοδότησης της παιδείας προκάλεσε ανάμεικτες αντιδράσεις. Κάποιες από τις πολιτειακές κυβερνήσεις δηλώνουν «διαθέσιμες» να διαπραγματευθούν με την κοινοπολιτεία, ενώ άλλες (βλέπε κυβέρνηση Δυτικής Αυστραλίας και Κουηνσλάνδης) απορρίπτουν εκ προοιμίου το νέο μοντέλο.
Η τύχη της «εκπαιδευτικής επανάστασης» θα κριθεί στην αυριανή σύσκεψη των πρωθυπουργών των Πολιτειών (COAG) στην Καμπέρα, όπου ο κάθε πολιτειακός πρωθυπουργός θα διεκδικήσει τα κονδύλια που δικαιούται η Πολιτεία του.
H κ. Gillard προειδοποίησε τους πολιτειακούς συναδέλφους της, ότι αν δεν υπάρξει «ομοφωνία» στην αυριανή σύσκεψη είναι «έτοιμη» να διαπραγματευθεί χωριστά με κάθε πολιτεία.
«Αυτό που λέμε στις Πολιτείες είναι, ότι η κεντρική κυβέρνηση της χώρας θα προσφέρει δύο δολάρια για κάθε δολάριο που θα διαθέτουν για την παιδεία» δηλώνει η πρωθυπουργός και καλεί τους πολιτειακούς συναδέλφους τους να αναλογιστούν τις ευθύνες τους για τον εμβολισμό των ριζοσπαστικών αλλαγών που προωθεί η κυβέρνησή της.
Το νέο μοντέλο χρηματοδότησης αμφισβητούν και τα καθολικά και ανεξάρτητα σχολεία, τα οποία βλέπουν να μειώνεται το μερίδιό τους από τις κρατικές χορηγίες.
ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ
Η κυβέρνηση Gillard αντιμετωπίζει και σοβαρά πολιτικά εμπόδια. Η αξιωματική αντιπολίτευση και οι Πράσινοι προειδοποιούν, ότι θα καταψηφίσουν το κυβερνητικό νομοσχέδιο στη βουλή και τη γερουσία, διότι η κυβέρνηση ζητά να χρηματοδοτήσει τις αλλαγές στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
Ο υπουργός Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Craig Emerson, ανακοίνωσε περικοπές 2,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων στα πανεπιστήμια της χώρας. Τα χρήματα αυτά θα διατεθούν για τη χρηματοδότηση των κατώτερων βαθμίδων της εκπαίδευσης.
Ο κ. Emerson ανακοίνωσε, μεταξύ άλλων, την κατάργηση της έκπτωσης (10%) για την προπληρωμή διδάκτρων, την επιστροφή στο κράτος υποτροφιών και μείωση σε $2,000 των εκπαιδευτικών δαπανών του προσωπικού των ΑΕΙ. Η αξιωματική αντιπολίτευση, οι Πράσινοι και τα πανεπιστήμια επικρίνουν το κυβερνητικός σχέδιο και προειδοποιούν για μελλοντική υποβάθμιση της ανώτατης παιδείας, απολύσεις προσωπικού, διακοπή ερευνητικών προγραμμάτων.
Η αξιωματική αντιπολίτευση χαρακτηρίζοει τις κυβερνητικές εξαγγελίες «προεκλογικό τέχνασμα» και οι Πράσινοι κατηγορούν την κυβέρνηση, ότι «κλέβει μία βαθμίδα της εκπαίδευσης για να χρηματοδοτήσει την άλλη» και προειδοποιούν την κυβέρνηση, ότι το νομοσχέδιό της δεν θα περάσει από το κοινοβούλιο.
Οι Πράσινοι σχολιάζουν, ότι « η κυβέρνηση οφείλει να χρηματοδοτήσει τις προτάσεις Gonski από το φόρο υπερκερδών της εξορυκτικής βιομηχανίας, αντί να αφαιρεί χρήματα από τα πανεπιστήμια».
Κατά των περικοπών στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας τάχθηκαν και οι ανεξάρτητοι βουλευτές Rob Oakeshott και Andrew Wilkie.
ΠΑΝΗΓΥΡΙΖΟΥΝ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ
Η κυβέρνηση Gillard έχει, όμως, δύο ισχυρούς συμμάχους στην προσπάθειά της να υλοποιήσει την Έκθεση Gonski, τα συνδικάτα εκπαιδευτικών και τα σχολεία.
Ο Γραμματέας του Συνδικάτου Εκπαιδευτικών, Άγγελος Γαβριελάτος, δηλώνει, ότι «η αλλαγή του συστήματος χρηματοδότησης της παιδείας είναι αναγκαία για την παροχή ίσων ευκαιριών σε όλα τα παιδιά της Αυστραλίας».
Διευθυντές σχολείων δηλώνουν, ήδη, ότι η αύξηση της κατά κεφαλήν επιδότησης των μαθητών Δημοτικών και Γυμνασίων θα επιτρέψει στα σχολεία τους να βελτιώσουν την ποιότητα της προσφερόμενης παιδείας, να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν προγράμματα τα οποία θα ανταποκρίνονται πλήρως σε όλες τις ανάγκες των μαθητών τους και τις εκπαιδευτικές απαιτήσεις των καιρών.