Από τη στήλη αυτή, στο άρθρο με τίτλο «Σκόπελος η Γερμανία στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα» (29/11/2012), μεταξύ άλλων αναφέρθηκα και στο οικονομικό χρέος της Γερμανίας προς την Ελλάδα, ως αποζημίωση για τις καταστροφές που προκάλεσε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, αλλά και για το υποχρεωτικό κατοχικό δάνειο από το ελληνικό κράτος.
Τότε στα ελλαδικά μέσα ενημέρωσης το γερμανικό χρέος βρισκόταν σε κατάσταση χειμερίας νάρκης. Πρόσφατα έχει αναδειχθεί σε μείζον πολιτικό, οικονομικό και διπλωματικό θέμα, ο σωστός χειρισμός του οποίου θα θέσει τέρμα σε μια χρονίζουσα εκκρεμότητα, και θα επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις της Ελλάδας με τη Γερμανία.
Η ανακίνηση των γερμανικών αποζημιώσεων δεν πρέπει να ιδωθεί μέσα από το πρίσμα των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα.
Όπως θα γίνει αντιληπτό από τις πληροφορίες που θα ακολουθήσουν στη συνέχεια, αιτήματα για διευθέτηση αυτής της υπόθεσης έγιναν επανειλημμένα και στο παρελθόν. Το ότι δεν απέφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα οφείλεται κατά κύριο λόγο στην ελλιπή τεκμηρίωση των αιτημάτων, αλλά και στον υποτονικό τρόπο της προώθησής τους.
Ο Πρωθυπουργός, κ. Αντώνης Σαμαράς, ενήργησε με γνώμονα τα συμφέροντα της Ελλάδας, όταν τον περασμένο Δεκέμβριο, κατόπιν εντολής του στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών, κ. Χρήστο Σταϊκούρα, συστάθηκε στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους Επιτροπή γα να ερευνήσει τα αρχεία αναφορικά με το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων.
Μετά από ενδελεχή έρευνα και ανάλυση των σχετικών στοιχείων, μεταξύ των οποίων είναι συμφωνίες, νομοθετικά κείμενα και δικαστικές αποφάσεις, στις 8 Μαρτίου η αρμόδια Επιτροπή παρέδωσε το αρχείο, που δημιούργησε από 761 τόμους ιστορικού αρχειακού υλικού, στο υπουργείο Οικονομικών. Tο πόρισμα των 80 σελίδων της έρευνας, το οποίο χαρακτηρίστηκε «απόρρητο», παραδόθηκε στον Πρωθυπουργό.
Σύμφωνα με δηλώσεις του επικεφαλής της Επιτροπής, Παναγιώτη Καρακούση, οι εμπειρογνώμονες επεξεργάστηκαν, αλλά και αρχειοθέτησαν, 190.000 σελίδες με σχετικές πληροφορίες, διασκορπισμένες σε διάφορα κρατικά κτίρια.
Στόχος του όλου εγχειρήματος είναι να αποδείξει ότι:
*Οι γερμανικές αποζημιώσεις για τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, αλλά κυρίως τον δεύτερο, δεν δόθηκαν στην Ελλάδα.
*Το ζήτημα του κατοχικού αναγκαστικού δανείου που η ναζιστική Γερμανία πήρε από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 1942-44 δεν έχει διευθετηθεί ακόμα.
Στις 8 Μαρτίου από το γραφείο του κ. Σταϊκούρα ανακοινώθηκαν τα εξής:
«Την Παρασκευή παραδόθηκε στον Υπουργό το έργο της Ομάδας Εργασίας, που είχε συσταθεί για την Έρευνα των Αρχείων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που αφορούν στις περιόδους του Α’ και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πρόκειται για ένα έργο συλλογής, κωδικοποίησης, καταγραφής, ταξινόμησης και προστασίας του μεγάλου, παλαιού και ιστορικού αρχειακού υλικού.
Ένα έργο που για πρώτη φορά πραγματοποιήθηκε, ουσιαστικά και οργανωμένα, εντός του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με τη συγκέντρωση του ιστορικού υλικού σε χώρο του κεντρικού κτιρίου, όπου και φυλάσσεται.
Η πολιτική ηγεσία ευχαριστεί τον συντονιστή κ. Παναγιώτη Καρακούση και τα μέλη της Ομάδας Εργασίας για την ολοκλήρωση του έργου που τους ανατέθηκε».
162 ΔΙΣΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΕΥΡΩ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σε 162 δισεκατομμύρια ευρώ ανέρχεται το χρέος της Γερμανίας προς την Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα των αρχείων που αναφέρονται στον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Με εντολή του Υπουργού Εξωτερικών, κ. Δημήτρη Αβραμόπουλου, η έκθεση της Ομάδας Εργασίας του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους δόθηκε στον Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, κ. Φωκίωνα Γεωργακόπουλο, προκειμένου να γίνει νομική επεξεργασία, και στοιχειοθέτηση των αξιώσεων του Ελληνικού Δημοσίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η έκθεση αναφέρει πως η Ελλάδα δεν έχει λάβει αποζημιώσεις για τις καταστροφές που προκλήθηκαν από την γερμανική κατοχή, ούτε και για το κατοχικό δάνειο που απέσπασε η ναζιστική Γερμανία από την Ελλάδα.
Από το σύνολο των 162 δισεκατομμυρίων ευρώ, 108 δισεκατομμύρια είναι για την ανοικοδόμηση κατεστραμμένων υποδομών, και 54 δισεκατομμύρια για το κατοχικό δάνειο.
Το 1953 συγκλήθηκε διάσκεψη στο Λονδίνο για να συζητηθεί το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία προς διάφορες χώρες της Ευρώπης.
Εν όψει του γεγονότος ότι τότε η Γερμανία ήταν διχασμένη σε Δυτική και Ανατολική, και οι οικονομίες των δύο τμημάτων της δεν ήταν σε θέση να αναλάβουν την πληρωμή των πολεμικών αποζημιώσεων, η Διάσκεψη του 1953 στο Λονδίνο έλαβε την απόφαση όπως οι πολεμικές αποζημιώσεις τεθούν σε επαναδιαπραγμάτευση μετά την επανένωση των δύο τμημάτων της Γερμανίας.
Σχετικά με το θέμα αυτό είναι άκρως ενδιαφέροντα τα σχόλια του Albrecht Ritschl, Γερμανού Καθηγητή της Ιστορίας της Οικονομίας στη Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου (London School of Economics), σε συνέντευξη που έδωσε στο γερμανικό περιοδικό “Spiegel”.
Ακολουθεί απόσπασμα από την εν λόγω συνέντευξη, όπως δημοσιεύθηκε στην αθηναϊκή εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ (7/11/2011):
{Η συμφωνία έλεγε ότι οι γερμανικές πολεμικές αποζημιώσεις στην περίπτωση της επανένωσης των δύο Γερμανιών, θα πρέπει να τεθούν υπό επαναδιαπραγμάτευση. Η Γερμανία όμως πλήρωσε ελαχιστότατες αποζημιώσεις μετά το 1990, ούτε τα αναγκαστικά δάνεια που είχε συνάψει, ούτε τα έξοδα κατοχής. Η Ελλάδα είναι ένα από τα κράτη, που δεν πήραν δεκάρα. Μην κρυβόμαστε! Η Γερμανία στον 20ο αιώνα άρχισε δύο πολέμους, ο δεύτερος μάλιστα ήταν πόλεμος αφανισμού και εξολόθρευσης. Στη συνέχεια οι εχθροί της αποποιήθηκαν το δικαίωμά τους εν μέρει ή και καθολικά για αποζημιώσεις. Το περίφημο «γερμανικό θαύμα» συντελέστηκε πάνω στις πλάτες άλλων Ευρωπαίων. Αυτό δεν το ξεχνούν οι Έλληνες.}
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η ελληνική Κυβέρνηση, η Ελλάδα ζήτησε την πληρωμή για τις αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο στις ακόλουθες χρονιές: 1945, 1946, 1947, 1964, 1965, 1966, 1974, 1987, και το 1995.
Όμως οφείλουμε να ομολογήσουμε πως ποτέ δεν είχε υποβληθεί στην Γερμανική Κυβέρνηση συγκροτημένο και τεκμηριωμένο αίτημα για τις οφειλές του γερμανικού κράτους, ιδιαίτερα για το κατοχικό δάνειο, το οποίο είχε αναγνωρίσει και ο ίδιος ο Χίτλερ.
ΟΙ ΗΓΕΜΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
Δεινή εντύπωση δημιούργησαν στην Ελλάδα τα ακόλουθα σχόλια του Γερμανού Υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: «Καμία ελπίδα στην Ελλάδα για τις γερμανικές αποζημιώσεις», Καθημερινή, 12/4/2013.
Σθεναρή όμως ήταν η απάντηση από τον Υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας, Δημήτρη Αβραμόπουλο, ο οποίος τόνισε πως κανένας συσχετισμός δεν υπάρχει ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις που γίνονται στην Ελλάδα και στο ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων. Άλλωστε, παρατήρησε ο κ. Αβραμόπουλος, οι γερμανικές αποζημιώσεις είναι θέμα που έχει αναδειχθεί εδώ και πολλά χρόνια από την ελληνική Πολιτεία. Σύμφωνα με τον κ. Αβραμόπουλο, το εάν έχει λήξει ή όχι η υπόθεση αυτή θα το καθορίσει η διεθνής Δικαιοσύνη, καθώς από τη φύση του το θέμα αυτό άπτεται του διεθνούς δικαίου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το θέμα των αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο, και μάλιστα κάτω από τις σημερινές συνθήκες, που η Γερμανία, με την οικονομική της ισχύ, επηρεάζει καθοριστικά τη στάση της Ευρωζώνης απέναντι στην Ελλάδα, και πιο πρόσφατα στην Κύπρο, στη δύσκολη αυτή περίοδο της οικονομικής κρίσης που ταλανίζει τις δύο χώρες.
Όμως, άπαξ και η Ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισε να διενεργήσει την πρόσφατη διεξοδική έρευνα για το τι οφείλει η Γερμανία για τις καταστροφές που προκάλεσε στη χώρα κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, και για το κατοχικό δάνειο, θα πρέπει να προωθήσει το θέμα με αποφασιστικότητα μέχρι τη διευθέτησή του.
Θα είναι μεγάλο λάθος εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης εάν δεν προβεί στη διεκδίκηση των αποζημιώσεων, με την ελπίδα ότι έτσι θα κερδίσει την εύνοια της Γερμανίας.
Σε μια τέτοια περίπτωση η ήδη αλαζονική Γερμανία θα αποθρασυνθεί ακόμη περισσότερο, και θα συμπεριφέρεται προς τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, οι οικονομίες των οποίων παραπαίουν, ως αναμφισβήτητος ηγεμόνας, και όχι ως εταίρος.
Αυτή θα είναι η απαρχή ενός τρίτου, οικονομικού, και ευρωπαϊκού αυτήν τη φορά, πολέμου. Και τότε «ουαί τοις ηττημένοις».
Μετά από δυόμισι χιλιάδες χρόνια ας ηχήσει στα αυτιά των ηγετών της Ελλάδας η στεντόρεια φωνή του Αισχύλου:
«Ω, παίδες Ελλήνων, ίτε,…
νυν υπέρ πάντων αγών».