Η εκτίμηση του πρώην πρωθυπουργού, Paul Keating, ότι «ένας κουβάς χρήματα είναι ικανός να αλλάξει τις προθέσεις των πολιτειακών κυβερνήσεων» επιβεβαιώθηκε εκ νέου από την υπογραφή της συμφωνίας της Κοινοπολιτείας με την Φιλελεύθερη κυβέρνηση της Νέας Νότιας Ουαλίας για τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις Gonski.
Σαράντα οκτώ ώρες μετά την ατελέσφορη σύσκεψη των πρωθυπουργών της χώρας (COAG Meeting) ο πρωθυπουργός της Ν.Ν.Ουαλία, Barry O’Farrell, υπέγραψε τη συμφωνία με την Κοινοπολιτεία πολλαπλασιάζοντας την πίεση στις άλλες πολιτειακές κυβερνήσεις, Φιλελεύθερες και μη, να τον μιμηθούν.
Δεν χωρά αμφιβολία, ότι ο κ. O’Farrell αντάλλαξε την υπογραφή του με πρόσθετες χορηγίες από την κοινοπολιτεία. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι, τι πήρε για να υπογράψει, που δεν έχει ιδιαίτερη σημασία εάν ληφθεί υπόψη η πανομολογούμενη σημασία των εκπαιδευτικών αλλαγών Gonski για το μέλλον της παιδείας και της χώρας.
Η πρωθυπουργός είχε διακηρύξει σε όλους τους τόνους -πριν και μετά τη σύσκεψή της με τους πολιτειακούς συναδέλφους της- να διαπραγματευθεί ιδιωτικά με κάθε Πολιτεία, δηλαδή να αναθεωρήσει τα ανταλλάγματα προς τις Πολιτείες για την υπογραφή τους.

Η αποφασιστικότητα της πρωθυπουργού «να στριμώξει» τις Πολιτείες απορρέει από την ομόφωνη εκτίμηση των πολιτειακών κυβερνήσεων, ότι οι μεταρρυθμίσεις Gonski είναι αναγκαίες για την ποιοτική αναβάθμιση της παιδείας, ιδιαίτερα της παραμελημένης, υποβαθμισμένης κρατικής παιδείας.
 Για την κ. Gillard, η υλοποίηση των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων από τις πολιτείες έχει και μείζονα πολιτική σημασία. Είναι θέμα πολιτικής επιβίωσης της ίδιας στο κλίμα αβεβαιότητας που έχουν δημιουργήσει οι δημοσκοπήσεις και η συνεχής αμφισβήτησή της από εχθρούς και φίλους.

 Η κ. Gillard δηλώνει, ότι η ποιοτική αναβάθμιση της παιδείας είναι «στόχος ζωής» για την ίδια και θέμα υψίστης σημασίας για το μέλλον της Αυστραλίας. Εξ ου και η αποφασιστικότητά της να βάλει βαθύτερα το χέρι στον κρατικό κορβανά για να εξασφαλίσει τις υπογραφές των κρατικών συναδέλφων της. Εάν η απόφαση της Ν.Ν.Ουαλίας να υπογράψει τη συμφωνία πάρει διάσταση χιονοστιβάδας, τότε η κ. Gillard θα επιτύχει τη μεγαλύτερη πολιτική νίκη της δεύτερης θητείας της.
Ήδη, η υπογραφή της Νέας Νότιας Ουαλίας -της μεγαλύτερης, πληθυσμιακά, Πολιτείας της Αυστραλίας- χαρακτηρίζεται «μεγάλη πολιτική νίκη», που θα φιμώσει τους πολιτικούς αντιπάλους της και θα υποχρεώσει τους εσωκομματικούς επικριτές της να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους για τη δυνατότητά της να επαναπροσεγγίσει τους ψηφοφόρους και να αντιστρέψει το αντικυβερνητικό ρεύμα.

Οι δημοσκοπήσεις βεβαιώνουν, ότι η παιδεία, η δημόσια υγεία και οι κοινωνικές ασφαλίσεις είναι τα τρία θέματα που θα κυριαρχήσουν στην προεκλογική εκστρατεία για τις εθνικές εκλογές της 14ης Σεπτεμβρίου. Αν η κ. Gillard αποσπάσει τις υπογραφές των Πολιτειών για τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, θα επιτύχει τη δεύτερη, μεγάλη πολιτική νίκη μετά την έγκριση από τις Πολιτείες της δοκιμαστικής λειτουργίας της Ασφάλειας για Αναπήρους (NDIS).
Η αξιωματική αντιπολίτευση, που προειδοποιούσε για ακύρωση των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων Gonski, αναδιπλώνεται άτακτα μετά την υπογραφή της συμφωνίας από τη Νέα Νότια Ουαλία. Χαρακτηριστική η δήλωση του σκιώδους υπουργού Παιδείας, Christopher Pyne, ότι «ως κυβέρνηση, ο Συνασπισμός δεν θα μπορέσει να ακυρώσει μία συμφωνία, που έχουν υπογράψει όλες οι Πολιτείες».

Ως φορολογούμενοι θέλουμε να ξέρουμε το τελικό κόστος της συμφωνίας της Κοινοπολιτείας με τις Πολιτείες. Υποθέτω, ότι δεν θα το μάθουμε πριν τις εκλογές. Αυτό που θα ακούμε συνέχεια από τους κυβερνώντες είναι η εκτίμηση του Grattan Institute, ότι το κόστος των εκπαιδευτικών αλλαγών (που κατά την κυβέρνηση θα κοστίσει στην κοινοπολιτεία 9,5 δις δολάρια) δεν πρόκειται να επηρεάσει τις αυξητικές τάσεις του ελλείμματος του προϋπολογισμού.
Στην τελευταία εκτίμησή του για την πορεία της αυστραλιανής οικονομίας, το Ινστιτούτο προβλέπει, ότι «κυβερνητικές πρωτοβουλίες για τη δοκιμαστική λειτουργία της Ασφάλειας για Αναπήρους, την υλοποίηση των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων, τα μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος και η γονική άδεια σε εργαζόμενους γονείς, αποτελούν μικρό μέρος του ελλείμματος του προϋπολογισμού».

Αυτό που, επίσης, θα μάθουμε προεκλογικά -μέσω των δημοσκοπήσεων — είναι η αντίδραση της παραδοσιακής βάσης του Εργατικού Κόμματος στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Λογικά η αντίδραση πρέπει να είναι θετική διότι στόχος των μεταρρυθμίσεων είναι η ενίσχυση των κρατικών σχολείων, στα οποία φοιτούν τα παιδιά της εργατιάς. Αν η επιστροφή του Εργατικού Κόμματος στις «παραδοσιακές αξίες του» δεν παραδοσιακές αξίες του» αξίες του» δεν αλλάξει τη διάθεση των ψηφοφόρων του η τύχη του στις εκλογές είναι προδιαγραμμένη. Βαριά ήττα.