Την περασμένη εβδομάδα αναφέρθηκα στο βιβλίο του Αμερικανού Καθηγητή Οικονομικών Πολ Κρούγκμαν με τίτλο «Τέλος στην ύφεση τώρα!», στα αγγλικά “End the recession now!”.

Στο βιβλίο του ο Π. Κρούγκμαν αποδίδει την οικονομική ύφεση, που τα τελευταία χρόνια πλήττει τις οικονομίες των ΗΠΑ και πολλών ευρωπαϊκών χωρών, στην πολιτική λιτότητας που ακολουθούν αυτές οι χώρες, με τη συρρίκνωση των κρατικών εξόδων από τη μια, και την αυξημένη φορολογία από την άλλη.
Για την έξοδο από την οικονομική ύφεση, και την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, ο Π. Κρούγκμαν εισηγείται την εγκατάλειψη των προγραμμάτων οικονομικής λιτότητας, και τη δημιουργία κλίματος που θα συμβάλει στις επενδύσεις σε παραγωγικά προγράμματα με έργα υποδομής από τον δημόσιο τομέα, και γενικά την υιοθέτηση μιας επεκτατικής οικονομικής πολιτικής.
Σήμερα θα με απασχολήσει το βιβλίο ενός άλλου Αμερικανού Καθηγητή Οικονομικών, του Joseph E. Stiglitz, ο τίτλος του οποίου είναι «The Price of Inequality», Allen Lane, 2012.

Το βιβλίο έχει κυκλοφορήσει στην Ελλάδα από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος: Τζόζεφ Στίγκλιτς, «Το τίμημα της ανισότητας», 2012.
O Τζόζεφ Στίγκλιτς είναι Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια των ΗΠΑ, τιμημένος με βραβείο Νόμπελ στις Οικονομικές Επιστήμες το 2001. Παγκοσμίως είναι γνωστός για την κριτική που έχει ασκήσει στους υπέρμαχους του νεοφιλελευθερισμού και της απορρύθμισης της αγοράς. Θεωρείται ένας από τους κορυφαίους οικονομολόγους της εποχής μας.
Ο Πρόλογος του βιβλίου του Στίγκλιτς αρχίζει ως ακολούθως:
«Υπάρχουν κάποιες στιγμές στην ιστορία όπου φαίνεται πως οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο ξεσηκώνονται, για να πουν ότι κάτι δεν πάει καλά, για να ζητήσουν αλλαγές».
Και πράγματι, στο βιβλίο του ο Αμερικανός οικονομολόγος δείχνει, με την αδιάψευστη γλώσσα των αριθμών, πως πολλά είναι εκείνα που δεν πάνε καλά στην πατρίδα του Αμερική.

«Ένας από τους λόγους γι’ αυτό είναι ότι ένα μεγάλο μέρος της ανισότητας είναι αποτέλεσμα των παραποιήσεων της αγοράς, καθότι τα κίνητρα δεν είναι για τη δημιουργία νέου πλούτου, αλλά για την υφαρπαγή του από άλλους», γράφει ο διακεκριμένος οικονομολόγος.
Ας αφήσουμε όμως τα στατιστικά στοιχεία που δίνει ο Τ. Στίγκλιτς, τα οποία με το δικό τους απηνή τρόπο δίνουν την τρομακτικών διαστάσεων ανισότητα που έχει επικρατήσει στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια:
«Εδώ και τρεις δεκαετίες τα άτομα με χαμηλά ημερομίσθια (στο φτωχότερο 90%) είδαν τα ημερομίσθιά τους να αυξάνονται μόλις 15% περίπου, οι δε αμοιβές που ανήκουν στο πλουσιότερο 1% απήλαυσαν μια αύξηση σχεδόν 150%, οι δε αμοιβές των ατόμων που ανήκουν στο πλουσιότερο 0,1% αυξήθηκαν πάνω από 300%».
Ένας άλλος δείκτης της τεράστιας ανισότητας είναι η κατανομή του πλούτου μεταξύ των πολιτών των ΗΠΑ. Το πλουσιότερο 1% του πληθυσμού κατέχει το 33% του πλούτου των ΗΠΑ.

Πράγματι, η αύξηση των εισοδημάτων στην κορυφή της οικονομικής πυραμίδας και η μείωσή τους στη βάση της, είναι τρομακτικών διαστάσεων.
Σύμφωνα με τον Στίγκλιτς, η απλή ιστορία για την Αμερική είναι η ακόλουθη: «Οι πλούσιοι γίνονται πιο πλούσιοι, οι πλουσιότεροι μεταξύ των πλουσίων γίνονται ακόμη πιο πλούσιοι, οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι, ενώ η μεσαία τάξη αδειάζει».

ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΙΣΤΟΤΗΤΑΣ

Σε ένα σημείο του βιβλίου του ο Στίγκλιτς γράφει: «Στις Ηνωμένες Πολιτείες πετάμε εκατομμύρια συμπολίτες μας από τα σπίτια τους. Έτσι έχουμε άδεια σπίτια και άστεγους ανθρώπους…».

Στην ερώτηση που θέτει αν το σύστημα αγοράς όπως λειτουργεί στις ΗΠΑ υποσκάπτει στοιχειώδεις αξίες, απαντάει δίνοντας δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Το πρώτο αφορά την καπνοβιομηχανία. Ενώ οι καπνοβιομήχανοι έκαμναν τα τσιγάρα πιο εθιστικά, και προσπαθούσαν να πείσουν τους καπνιστές ότι επιστημονικά δεν έχει αποδειχθεί πως το κάπνισμα βλάπτει την υγεία, τα αρχεία τους ήταν γεμάτα με στοιχεία που έδειχναν το αντίθετο.
Αναφορικά με τις εταιρείες πετρελαίου, ο Στίγκλιτς αναφέρεται στην αμερικανική εταιρεία Exxon, η οποία ξοδεύει υπέρογκα ποσά για να πείσει τους Αμερικανούς πως οι επιστήμονες δεν έχουν παρουσιάσει πειστικά στοιχεία που να δείχνουν πως πράγματι παρατηρείται θέρμανση της ατμόσφαιρας σε παγκόσμια κλίμακα, ενώ η Εθνική Εταιρεία Επιστημών και κάθε άλλο επιστημονικό σώμα δηλώνουν ανεπιφύλακτα πως όλες οι ενδείξεις τείνουν προς το συμπέρασμα πως η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας αυξάνεται σταδιακά.

Σύμφωνα με τον Στίγκλιτς, αν οι αγορές είχαν πραγματοποιήσει τις υποσχέσεις τους ότι θα βελτίωναν το επίπεδο ζωής της πλειονότητας των πολιτών, τότε όλες οι αμαρτίες των βιομηχάνων, η κοινωνική αδικία, οι περιβαλλοντικές ζημιές, η εκμετάλλευση των ανήμπορων, θα μπορούσαν να συγχωρεθούν. Όμως τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν πως ο ανεξέλεγκτος καπιταλισμός απέτυχε στην εκπλήρωση των υποσχέσεών του, και επιπλέον είναι υπεύθυνος για την αύξηση στην ανισότητα, στη μόλυνση του περιβάλλοντος, στην ανεργία, και για άλλα σύγχρονα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα.
Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα ακόλουθα σχόλια του Στίγκλιτς αναφορικά με τη σχέση μεταξύ της ανισότητας, και της φτώχειας που πλήττει μεγάλα στρώματα της κοινωνίας των ΗΠΑ, καθώς και της εγκληματικότητας:

«Οι συνέπειες της διαβρωτικής και επίμονης πτώχειας και η χρόνια ανεπαρκής χρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης και άλλων κοινωνικών υπηρεσιών, αποτελούν ενδείξεις πως η κοινωνία μας δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε, αφού παρατηρούνται υψηλά επίπεδα εγκληματικότητας και μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού στις φυλακές… Ο αριθμός των φυλακισμένων ανέρχεται στα 2.300.000 άτομα, σχεδόν ένας ενήλικας στους 100. Αυτός ο αριθμός ως ποσοστό του πληθυσμού είναι ο υψηλότερος στον κόσμο, και δέκα φορές υψηλότερος από ότι σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Κάποιες Πολιτείες των ΗΠΑ δαπανούν για τους φυλακισμένους όσα και για τα πανεπιστήμια».

ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ

Στο βιβλίο του ο Στίγκλιτς αναλύει και την καταστροφική επίδραση της ανισότητας στη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος των ΗΠΑ, αλλά και της ίδιας της οικονομίας, και εξετάζει πώς η δημοσιονομική πολιτική, παράλληλα με την παγκοσμιοποίηση, συνέβαλαν στη διόγκωση των προβλημάτων που απορρέουν από την ανισότητα.
Με την εμβρίθεια και εμβάθυνση που τον χαρακτηρίζουν, ο Τ. Στίγκλιτς παρουσιάζει το πρόβλημα της ανισότητας με σαφήνεια, και προτείνει ένα πραγματοποιήσιμο όραμα για ένα πιο λειτουργικό, και ταυτόχρονα πιο δίκαιο, μέλλον για τη χώρα του.
Άλλοι επιφανείς πανεπιστημιακοί οικονομολόγοι χαρακτηρίζουν το βιβλίο του Στίγκλιτς ως ολοκληρωμένο αντεπιχείρημα στον νεοφιλελευθερισμό των δεκαετιών του 1980 και 1990, που ξεκίνησε από το Πανεπιστήμιο του Σικάγου, με πρωταγωνιστή τον Καθηγητή Μίλτον Φρίντμαν και τους οπαδούς του.
Ο Φρίντμαν και οι συνεργάτες του υποστήριζαν την άποψη ότι κάνοντας τους πλούσιους ακόμα πλουσιότερους θα επέλθει ανάπτυξη και, άρα, διάχυση του οφέλους προς τα κάτω. Αυτή η θεωρία, γνωστή ως «trickle down economics», δεν λειτούργησε στην πράξη. Αντιθέτως, η συσσώρευση του πλούτου στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας επιταχύνθηκε και αυξήθηκε.

Όπως αποδείχθηκε στην πράξη, οι κοινωνίες που χαρακτηρίζονται από μεγάλη κοινωνική και οικονομική ανισότητα δεν λειτουργούν δίκαια, και με το πέρασμα του χρόνου δεν είναι σταθερές, ούτε βιώσιμες.
Είναι προφανές πως όταν μια ομάδα κατέχει μεγάλη ισχύ, και είναι σε θέση να επιβάλει πολιτικές που ευνοούν τα συμφέροντά της, τότε το τίμημα το πληρώνουν οι μεσαίοι και, κυρίως, όσοι βρίσκονται στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας. Σε γενικές όμως γραμμές, το σύνολο της κοινωνίας καθίσταται ασταθές, και οι δημοκρατικοί θεσμοί αποδυναμώνονται.

Σύμφωνα με τον Τζόζεφ Στίγκλιτς, η ασυγκράτητη απληστία της κεφαλαιοκρατικής μειονότητας έχει καταστήσει ανέφικτο το αμερικανικό ιδανικό, που σημαίνει ο κάθε πολίτης να έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει το όνειρό του.
Είναι σημαντικό να τονίσω εδώ πως ο Στίγκλιτς δεν παρακινείται από αντικαπιταλιστικά κίνητρα στην κριτική που ασκεί στο ισχύον οικονομικό μοντέλο των ΗΠΑ. Πρόθεσή του είναι να εμφυσήσει ηθικές αρχές στον σύγχρονο καπιταλισμό, ώστε παράλληλα με την κερδοφορία του κεφαλαίου να προάγονται και τα συμφέροντα της ευρύτερης κοινωνίας, και να ενδυναμώνονται οι δημοκρατικοί θεσμοί.

Τα στοιχεία για τη στήριξη των επιχειρημάτων του ο Τζόζεφ Στίγκλιτς τα αντλεί από τις ΗΠΑ. Τα πορίσματα όμως της ανάλυσής του ισχύουν για τις οικονομίες όλων των ανεπτυγμένων χωρών.