Η πρόσφατη παρουσίαση της επιτυχημένης πορείας της οικονομίας της Αυστραλίας στην Τράπεζα της Ελλάδος από το ΙΟΒΕ και το Επιχειρηματικό Συμβούλιο Ελλάδος-Αυστραλίας δεν έγινε βεβαίως χωρίς σημαντικό λόγο.

Η Ελλάδα βρίσκεται σε βαθιά κρίση και αναζητεί λύσεις και τρόπους να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας της, την ίδια ώρα που η οικονομία της Αυστραλίας ευημερεί και τείνει να υποκαταστήσει την Ελβετία ως χρηματοπιστωτικό κέντρο με τις εισροές κεφαλαίων που δέχεται.

Αναμφίβολα, λοιπόν, η Ελλάδα έχει να διδαχθεί πολλά πράγματα από την πορεία μιας οικονομίας όπως της Αυστραλίας, όπως και κάθε άλλης επιτυχημένης οικονομίας. Όμως το λάθος στο οποίο συνήθως πέφτουμε στην Ελλάδα είναι πως αναζητούμε υποδείγματα οικονομιών προς μίμηση. Κι ό,τι περίπου έκαναν οι πολέμιοι του ευρώ με την Αργεντινή προβάλλοντας τα εσφαλμένα πιστεύω ως πρότυπο, το ίδιο κάνουν οι νεοφιλελεύθεροι τώρα με την Αυστραλία.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗΣΗ

 Όπως εξήγησε ο καθηγητής, Γκάρι Μπαρνς, στην ομιλία του, η Αυστραλία πέτυχε να αναστρέψει μία πτωτική πορεία που είχε σε παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα μεταπολεμικά μετά το 1970, όταν κατάφερε σε διάρκεια 30 ετών με πολιτική βούληση και μεθόδευση -και έχοντας σχεδιάσει τη δημιουργία των κατάλληλων θεσμών- να απελευθερώσει τις αγορές της, να διπλασιάσει την εξωστρέφειά της και να βελτιώσει όχι μόνο την αύξηση της παραγωγικότητας, αλλά και των εισοδημάτων, ούτως ώστε να εξασφαλίσει κοινωνική συναίνεση στις μεταρρυθμίσεις.

Όσο ζηλευτή όμως κι αν είναι μία τέτοια πορεία, και μόνο το γεγονός ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές επιτεύχθηκαν βαθμιαία σε διάρκεια τριών δεκαετιών μαρτυρεί την αδυναμία υιοθέτησης του «αυστραλιανού υποδείγματος» από την Ελλάδα. Εκτός κι αν εγκαταλείψει τη θεραπεία-σοκ της τρόικας και προχωρήσει σε μία μακροχρόνια διοικητική, θεσμική και παραγωγική μεταρρύθμιση. Γιατί, όπως σωστά επισημάνθηκε, ο χρόνος είναι φίλος των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες έχουν υψηλά κόστη στην αρχή και τα περισσότερα οφέλη τους γίνονται διακριτά μόνο στο τέλος.

Όμως δεν είναι μόνο η διάρκεια του χρόνου των μεταρρυθμίσεων που διαφοροποιεί κατά κράτος την αυστραλιανή εμπειρία από την ελληνική. Είναι και το γεγονός ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές επιτεύχθηκαν σε μία μακροχρόνια περίοδο παγκοσμιοποίησης της ανάπτυξης και παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής επέκτασης και όχι κρίσης, όπως η σημερινή. Επίσης, η Αυστραλία είχε την τύχη να βρεθεί στη γειτονιά τής πλέον δυναμικά αναπτυσσόμενης περιοχής, με την Κίνα επικεφαλής να διψά για φυσικούς πόρους ικανούς να τροφοδοτήσουν την ανάπτυξή της. Και η ηπειρωτικών διαστάσεων οικονομία της Αυστραλίας είχε όλα τα περιθώρια να τους προμηθεύσει και με το παραπάνω, αφού είναι μία οικονομία που βασίζεται στην παραγωγή και επεξεργασία ορυκτών, μετάλλων και γεωργικών προϊόντων. Ως παραγωγός χρυσού, μάλιστα, η Αυστραλία έχει ένα πολύ ισχυρά υποστηριζόμενο νόμισμα, που λειτουργεί σήμερα ως μαγνήτης προσέλκυσης κεφαλαίων.

ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ

 Τα συγκριτικά αυτά πλεονεκτήματα της Αυστραλίας δεν τα διαθέτει η Ελλάδα. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να διδαχθεί από όσα καλά έγιναν στην Αυστραλία και να προχωρήσει:

(α) στην παράταση της δημοσιονομικής προσαρμογής και στη διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του χρέους, ώστε να μην την εμποδίζει αναπτυξιακά, δεδομένου ότι η Αυστραλία ουδέποτε είχε δημόσιο χρέος πάνω από το 30% του ΑΕΠ της,
 (β) στην πολιτική της κάθαρση και στην αυτονόμηση των θεσμών όπως το Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας, το οποίο έχει πέσει στην αφάνεια, ενώ θα μπορούσε να λειτουργεί καταλυτικά και κοινωνικά επωφελώς, όπως η Επιτροπή Παραγωγικότητας στην Αυστραλία,
 (γ) στη σύνδεση της αύξησης της παραγωγικότητας με την αύξηση των αμοιβών, ώστε να περάσει μέρος των ωφελειών της οικονομικής προσαρμογής στην κοινωνία και στις χαμηλότερες τάξεις της.

Ακόμη κι έτσι, ωστόσο, η οικονομία της Αυστραλίας δεν μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για την Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε τι απέγινε το πρότυπο του «ιρλανδικού τίγρη», μιας οικονομίας τα μακροοικονομικά μεγέθη της οποίας ήταν όλα πολύ υγιή και δυναμικά, αλλά της οποίας ο χρηματοπιστωτικός τομέας νοσούσε, και όταν ξέσπασε η κρίση, τη μετέδωσε σε όλη τη λοιπή οικονομία της. Στην εποχή, λοιπόν, της κυριαρχίας του χρηματοπιστωτικού τομέα πάνω στην πραγματική οικονομία, η Αυστραλία διατρέχει σοβαρούς κινδύνους να γνωρίσει μία απότομη κρίση. Γιατί η βασική εξαγωγική της αγορά, η Κίνα, επιβραδύνει σταθερά, ενώ η εγχώρια οικονομία είναι φορτωμένη από ιδιωτικά χρέη και μία φούσκα στην αγορά ακινήτων.

Ας αφήσουμε λοιπόν κατά μέρος την αναζήτηση μοντέλων για απομίμηση και ας κοιτάξουμε να πάρουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε από κάθε ξένη επιτυχία. Θαύματα δεν υπάρχουν και οι μεταρρυθμίσεις χρειάζονται χρόνο και κοινωνική συμμετοχή και συναίνεση. Αυτό είναι το δίδαγμα που κομίζει η Αυστραλία και παραλήπτες του πρέπει να είναι η ελληνική κυβέρνηση και η τρόικα.