ΓΙΑ τα όνειρα, την πανσέληνο, τον Καβάφη και την Κοινότητα, δυο κουβέντες σήμερα.

ΕΝΑ από τα μεγάλα όνειρα τούτης της παροικίας ήταν να αποκτήσει μια μέρα ένα Πολιτιστικό Κέντρο για το οποίο να είναι περήφανη.

ΓΙΑ περισσότερα από 30 χρόνια, μιλούσαμε, γράφαμε, σχεδιάζαμε και προσδοκούσαμε ότι μια μέρα θα το αποκτούσαμε.

Η μέρα έφτασε, ο θεμέλιος λίθος μπήκε και τους μήνες που θα ακολουθήσουν το όνειρο θα αρχίσει να παίρνει «σάρκα και οστά».

ΜΟΛΙΣ 50 μέτρα πιο πάνω, το περασμένο Σαββατοκύριακο, με πρωτοβουλία της Κοινότητας έγινε το Συμπόσιο για τον Κωνσταντίνο Καβάφη.

ΤΟ συμπόσιο έγινε επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης 150 χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου Έλληνα ποιητή και 80 χρόνια από το θάνατό του.

ΗΤΑΝ μια κορυφαία πολιτιστική εκδήλωση, όχι μόνο για την παροικία μας, αλλά και για την Μελβούρνη.

ΗΤΑΝ ένα ξεχωριστό Σαββατοκύριακο το περασμένο που το σημάδεψε και ένα άλλο γεγονός: η πανσέληνος.

Η Σελήνη βρέθηκε κατά 70 χιλιάδες χιλιόμετρα πιο κοντά στη Γη και αυτός ήταν ο λόγος που ήταν κατά 30% πιο λαμπρή και κατά 13% πιο μεγάλη, απ’ ό,τι συνήθως.

ΚΑΤΑ χιλιάδες χιλιόμετρα πιο κοντά μας βρέθηκαν επίσης και οι καθηγητές από τα πιο γνωστά πανεπιστήμια του κόσμου που ήλθαν στην πόλη μας για να μιλήσουν (και τιμήσουν) τον Καβάφη.
 
ΔΕΝ ξέρω πόσοι από εσάς είχατε τη τύχη να δείτε τη Σελήνη να αναδύεται στο πεντακάθαρο παγωμένο ουρανό, ξέρω όμως ότι οι τυχεροί που παρακολούθησαν το Συμπόσιο για τον Καβάφη ήταν ελάχιστοι.

ΑΠΕΛΠΙΣΤΙΚΑ ελάχιστοι, θα έλεγα, για μια παροικία εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων που υποτίθεται ότι ενδιαφέρεται για τη γλώσσα και τον πολιτισμό της και χτίζει ολάκερο πύργο για να τον στεγάσει.

Η συντριπτική πλειοψηφία, για άλλη μια φορά, προτίμησε να μη διαταράξει τα λιμνάζοντα της καθημερινότητάς της.

ΚΑΙ όταν λέω η «συντριπτική πλειοψηφία», δεν αναφέρομαι, βέβαια, στους εκατοντάδες χιλιάδες συμπάροικους, αλλά σε αυτούς που υποτίθεται ότι ασχολούνται και ενδιαφέρονται για τον πολιτισμό, τις Τέχνες και τα Γράμματα.

ΑΝΑΦΕΡΟΜΑΙ στους ποιητές μας, τους λογοτέχνες μας, τους εκπαιδευτικούς μας, τους ηθοποιούς μας και όλους, τέλος πάντων, τους καλλιτέχνες (και καλλιτεχνίζοντες) που ζουν ανάμεσά μας.

ΑΝΑΦΕΡΟΜΑΙ χοντρικά, σε λίγες έστω εκατοντάδες άτομα που υποτίθεται ότι θα πρέπει να έχουν πνευματικές ανησυχίες.

Ε, λοιπόν, κανείς, ή για να είμαι ειλικρινής (προκειμένου να μην αδικήσω κανέναν) μετρημένοι στα δάχτυλα τους ενός χεριού ήταν αυτοί που έδωσαν το παρών τους.

ΚΑΙ εδώ δεν μιλάμε για οποιαδήποτε εκδήλωση, αλλά για την κορυφαία πολιτιστική εκδήλωση των τελευταίων ετών που έχει γίνει στην παροικία μας.

ΜΙΑ εκδήλωση, που, όπως προανέφερα, τίμησαν με την παρουσία τους έξι διακεκριμένοι πανεπιστημιακοί καθηγητές από την Αμερική, την Ευρώπη και την Αυστραλία.

ΑΥΤΟΙ μας τίμησαν, αλλά εμείς τους σνομπάραμε, δείχνοντας με αυτό τον τρόπο και το ουσιαστικό μας ενδιαφέρον και τον πραγματικό πολιτισμό μας.

ΜΙΑ από τις πιο ενδιαφέρουσες διαλέξεις του Συμποσίου, ήταν αυτή που έδωσε ο συμπατριώτης μας καθηγητής του Πανεπιστημίου Οξφόρδης, Δημήτρης Παπανικολάου.

Η διάλεξη είχε τίτλο «Το παρελθόν ως ανάμνηση, το παρών ως αίσθηση και το μέλλον ως ήθος» και ο Παπανικολάου άρχισε τη ομιλία του, αναλύοντας το ποίημα του Καβάφη «Απ’ τες εννιά».

ΓΙΑ το πώς ο μεγάλος ποιητής της ελληνικής Διασποράς, ακολουθώντας το μονοπάτι των αναμνήσεων, κατάφερε μέσα σε λίγες αράδες να συμπυκνώσει και ανακαλέσει τον παρελθόντα της ζωής του χρόνο.

Η ανάκληση του παρελθόντος χρόνου, σύμφωνα με τον πρωτομάστορα της διαδικασίας αυτής, Μαρσέλ Προυστ, είναι ο μόνος τρόπος να ξανακερδίσουμε το χαμένο χρόνο.

ΚΑΤΗΦΟΡΙΖΟΝΤΑΣ μετά τη διάλεξη προς το Lonsdale Street, για να πάρω τη μοτοσικλέτα μου, που είχα αφήσει μπρος στο υπό ανέγερση Πολιτιστικό μας Κέντρο, ανακάλεσα και εγώ το κοινοτικό μας παρελθόν.

ΣΚΕΦΤΗΚΑ τους ανθρώπους που πέρασαν από το κτίριο αυτό, που τώρα πια δεν υπάρχει και τις ατελείωτες συζητήσεις που κάθε τόσο γίνονταν για το μέλλον της Κοινότητας και της παροικίας.

«ΕΠΙΣΚΕΦΤΗΚΑ», μάλιστα, μελαγχολικά (και με κάποιο δισταγμό θα έλεγα), τις αναφορές που στο παρελθόν είχα κάνει (και) από αυτή τη στήλη για την ανέγερση του Κέντρου, θέτοντας το ερώτημα «ποιον πολιτισμό θα στεγάσουμε;».

ΕΠ’ ΕΥΚΑΙΡΙΑ του Συμποσίου, έκανα την ίδια ερώτηση, προσθέτοντας, αν αξίζει ο κόπος και τα εκατομμύρια δολάρια που δαπανούνται, να χτιστεί ένα τέτοιο Κέντρο για μια παροικία που ελάχιστη με τον πραγματικό ελληνικό πολιτισμό σχέση έχει.

ΑΝ ήταν να αποφασίσουμε λαμβάνοντας υπόψη μας τις στατιστικές, την ανταποδοτικότητα και τους οικονομικούς κανόνες που διέπουν της «αγορές» κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό.

ΚΑΝΕΙΣ δεν χτίζει ένα τέτοιο κτίριο για να καλύψει τις ανάγκες και πνευματικές αναζητήσεις μιας χούφτας ανθρώπων.

ΕΥΤΥΧΩΣ, όμως, που ο πολιτισμός δεν μετριέται με τη μεζούρα και την οικονομική ανταποδοτικότητα, όπως η αξία των πολύτιμων λίθων δεν μετριέται με τη χρηστικότητά τους.

ΚΑΙ μιας και ο κύβος έχει ριφθεί και το Κέντρο έχει αρχίσει να χτίζεται, ας δούμε (τουλάχιστον) τι μπορεί να γίνει από εδώ πέρα.

ΚΑΙ μπορούν να γίνουν πολλά, γιατί η δεύτερη και τρίτη γενιά έχει πλέον και τις γνώσεις και το χρόνο και τους οικονομικούς πόρους, να κάνουν πολύ περισσότερα (και πιο αξιόλογα πράγματα) από τη δική μας γενιά, την πρώτη.

ΤΑ δυο τρία τελευταία χρόνια η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης έχει μπει σε άλλη τροχιά και έχει δώσει δείγματα διαφορετικής «γραφής».

ΜΕΧΡΙ στιγμής όλα δείχνουν ότι η ηγεσία και το σημερινό Διοικητικό Συμβούλιο της Κοινότητας έχει καταφέρει να ξεπεράσει ανώδυνα πολλές αγκυλώσεις του παρελθόντος που βασάνιζαν και ταλαιπωρούσαν τη δική μας γενιά.

ΤΟ σημερινό Δ.Σ. έχει απαλλαγεί από τις διαμάχες και τη μιζέρια του παρελθόντος και έχει ως στόχο του να κάνει την Κοινότητα έναν χρήσιμο οργανισμό της παροικίας μας.

ΕΝΑΝ οργανισμό για τον οποίο ολόκληρη η παροικία θα είναι περήφανη. Μια Κοινότητα, έτσι όπως την είχαν οραματιστεί οι ιδρυτές της: όλων των Ελλήνων.

ΤΟ κέντρο που χτίζεται θα βοηθήσει στη συσπείρωση των παροικιακών δυνάμεων γύρω από την Κοινότητα και, ας ελπίσουμε, ότι θα συμβάλει στο να αυξηθεί το ενδιαφέρον στον πολιτισμό μας.

ΝΑ σημειώσουμε εδώ ότι οι εκδηλώσεις της Κοινότητας έχουν αναβαθμιστεί κατά πολύ από ποιοτικής άποψης τα τελευταία χρόνια και αυτό είναι μια ένδειξη πολιτισμού.

ΒΕΛΤΙΩΜΕΝΕΣ και ενδιαφέρουσες δεν είναι μόνο οι εκδηλώσεις, αλλά και έντυπα που εκδίδει η Κοινότητα για να καλύψει τις εκδηλώσεις αυτές.

Η εφημερίδα της Κοινότητας «Κοινοτικά Νέα» έχει γίνει στην κυριολεξία αγνώριστη χάρη στις προσπάθειες του Σταύρου Μεσσήνη που την επιμελείται, και του γραμματέα Κώστα Μάρκου που την φροντίζει.

ΑΓΝΩΡΙΣΤΗ είναι και από πλευράς ύλη και αισθητικής, σε σχέση με το τι ήταν πριν τέσσερα-πέντε χρόνια, όπως αγνώριστα είναι και τα διάφορα άλλα έντυπα που εκδίδει η Κοινότητα για το Φεστιβάλ «Αντίποδες», το ημερήσιο Κολέγιο Alphington, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου και άλλα.

ΕΝΑΣ καινούργιος (παρήγορος) αέρας φυσά στην Κοινότητα. Για πρώτη φορά (απ’ όσα χρόνια θυμάμαι) υπάρχουν άτομα που γράφονται εθελοντικά μέλη, επιλέγοντας μάλιστα να πληρώνουν $20 αντί $5, για να γίνουν premium μέλη.

Η ανάληψη της ηγεσίας της Κοινότητας από τη δεύτερη γενιά έδωσε να ώθηση στον οργανισμό.

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, του έδωσε και τη δυνατότητα να ξανοιχτεί και σε άλλους τομείς, που η πρώτη γενιά δεν τολμούσε να κάνει.

ΑΣ μη κρυβόμαστε, το Συμπόσιο για τον Καβάφη δεν θα είχε γίνει από τα προηγούμενα Διοικητικά Συμβούλια.

ΟΠΩΣ δεν θα είχε χτιστεί ποτέ το Κέντρο στο Lonsdale Street το οποίο και συνέβαλε στην αξιοποίηση μέρους (έστω) της κοινοτικής περιουσίας.

ΜΕ δυο κουβέντες, η αρχή είναι καλή, πράγμα που μας επιτρέπει να ελπίζουμε ότι θα γίνουν ακόμα περισσότερα.

ΑΥΤΑ για σήμερα να είστε καλά και θα τα πούμε πάλι από βδομάδα. Γεια χαρά.