Μια βδομάδα μετά, την πτώση της Τζούλια Γκίλαρντ από την πρωθυπουργία, μιλώντας με τη Μαρία Βαμβακινού, βουλευτή της ομοσπονδιακής έδρας Calwell, επιχειρούμε μια ανατομική εξέταση.
Στους λόγους που εν μία νυκτί ανέτρεψαν το πολιτικό σκηνικό της χώρας, με τους ίδιους σχεδόν πρωταγωνιστές και συντελεστές, όπως ακριβώς είχε συμβεί, πριν τρία χρόνια και τρεις μέρες.
Ξεκινάμε από τους καθοριστικούς παράγοντες που οδήγησαν στην εκδίωξη της πρώην πρωθυπουργού από την ηγεσία και ζητάμε την άποψη της Ελληνίδας πολιτικού του ιδίου κόμματος.
«Οι λόγοι είναι πολλοί και ίσως σύνθετοι. Ο κυριότερος, ότι το εκλογικό σώμα, στην πλειονότητά του, δεν μπόρεσε ποτέ να ξεχάσει, αλλά ούτε και να συγχωρήσει τον τρόπο με τον οποίο η Τζούλια Γκίλαρντ ανέλαβε την αρχηγία. Η αιματηρή, άδικη κατά πολλούς, εκδίωξη του πρωθυπουργού Κέβιν Ραντ, από την πρωθυπουργία, δεν ήταν κάτι που οι ψηφοφόροι ήταν διατεθειμένοι να ξεχάσουν εύκολα. Ήταν ένα στίγμα που θα έμενε εκεί και ο,τιδήποτε συνέβαινε, από κει και πέρα, θα την κυνηγούσε σταθερά και αδιάλειπτα».
Το ίδιο, εντούτοις, θα συνέβαινε και από την πλευρά του Ραντ, τα τραύματα του οποίου, στην ουσία, μπορούμε να το πούμε με μεγαλύτερη βεβαιότητα σήμερα, δεν επουλώθηκαν ποτέ. Είναι γεγονός ότι δεν έπαυσε να υποσκάπτει το έργο της και να παραμονεύει για την κατάλληλη ευκαιρία της διεκδίκησης της ηγεσίας.
«Ό,τι συνέβη πριν τρία χρόνια, είναι φυσικό να έχει τις επιπτώσεις που είδαμε κατά καιρούς. Η ουσία του θέματος όμως είναι ότι ο σφυγμός του εκλογικού σώματος, θα υπαγόρευε, όπως συνέβη εξάλλου, οποιαδήποτε αλλαγή. Ο Κέβιν Ραντ, ως σοβαρός πολιτικός, δεν ήταν δυνατόν να βλέπει εκ του μακρόθεν το σφαγιασμό του Εργατικού Κόμματος που έδειχναν φανερά οι τελευταίες σφυγμομετρήσεις. Το είπε εξάλλου ευθαρσώς: ”Δεν πρέπει να κερδίσει τις εκλογές ο Άμποτ, από δική μας αναξιότητα”. Οπότε αυτός κυρίως ήταν ο λόγος, όπως διατείνεται ο ίδιος, που τον έκανε να δεχτεί την αναμέτρηση το ιστορικό βράδυ της Τετάρτης 26 Ιουνίου».
Ξεκινώντας από το αποτέλεσμα της αναμέτρησης των 57 υπέρ και 45 κατά του «αναστηθέντος» πρωθυπουργού, τι ώθησε στην εγκατάλειψη της πρώην πρωθυπουργού, αν όχι την προδοσία, ορισμένων πιστών υποστηρικτών της, όπως για παράδειγμα, του Μπιλ Σόρτεν; Toν ακούσαμε 20 λεπτά πριν τη «φονική εκτέλεση» να διατείνεται ότι αλλάζει στρατόπεδο για το καλό της χώρας. Μέχρι αυτή τη στιγμή ελάχιστοι γνώριζαν τις προθέσεις του. Εκ του αποτελέσματος οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε κάποια δέσμευση από τον Ραντ για ανταλλαγή «χαρίτων». Εσύ τι πιστεύεις;
«Κοίταξε. Δεν ήταν εύκολη απόφαση για κανέναν από τους στενούς συνεργάτες της που αυτομόλησαν. Αναμφίβολα, ενήργησε το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Ο Σόρτεν, για παράδειγμα, αν δεν γινόταν η αλλαγή, το βέβαιο ήταν ότι θα έχανε την έδρα του. Μπορείς τώρα να φανταστείς έναν νέο πρωτοκλασσάτο, φιλόδοξο πολιτικό με βλέψεις στο ανώτατο αξίωμα μια μέρα –είναι κοινό μυστικό αυτό– να βρεθεί εκτός πολιτικού χώρου; Πέρα όμως από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, υπήρξε και το φάσμα της καταστροφικής ήττας του κόμματος. Κινδυνεύαμε να χάσουμε τις 40 από τις 72 έδρες».
Οι σφυγμομετρήσεις ενήργησαν λοιπόν πιστεύεις, σαν τον κώδωνα του κινδύνου, σ’ ένα καράβι που βουλιάζει και «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Που σημαίνει ότι οι διακηρύξεις της πρώην πρωθυπουργού ότι είναι η πιο κατάλληλη για να οδηγήσει το κόμμα στις εκλογές, έπεφταν σε «ώτα κωφεύοντα».
«Ο χώρος της πολιτικής είναι σκληρός και, λέγοντας αυτό, δεν κάνω αυτή τη στιγμή τη μεγάλη αποκάλυψη. Πρυτανεύει η ψυχρή λογική και αυτή έδειχνε καθαρά ότι όχι απλά θα έχανε το Εργατικό Κόμμα, αλλά θα πάθαινε τέτοια πανωλεθρία που θα χρειάζονταν δέκα χρόνια για να συνέλθει και να διεκδικήσει την ηγεσία της χώρας. Ο συνασπισμός δεν θα κέρδιζε απλά την πλειοψηφία στη Βουλή, αλλά θα ήλεγχε και τη Γερουσία. Οπότε μιλάμε για πλήγμα στην ίδια τη δημοκρατία. Κάποιος έπρεπε να δράσει άμεσα για να μην πάει το κόμμα στο γκρεμό».
Και αυτό έγινε από 57 βουλευτές. Στην ουσία, βέβαια, ενήργησαν βάσει των αποφάσεων του εκλογικού σώματος. Εκτός από το «αίμα αυτού του δικαίου», που είπες ότι την ακολουθούσε, ο τρόπος ο «ανορθόδοξος» αν θέλεις που ανέβηκε στην αρχή, τα μίντια που δεν την άφησαν σε χλωρό κλαρί, ο φόρος του άνθρακα και η παραπληροφόρηση γύρω από αυτόν, τι άλλο προκάλεσε την πτώση της; Μήπως, απλά, το ότι ήταν γυναίκα;
«Δεν θα το έλεγα έτσι απλά. Εκείνο που έπαιξε ρόλο στη ψυχολογία των ψηφοφόρων, εκτός από την πραξικοπηματική, αν θέλεις, άνοδό της, είναι ότι ήταν διαφορετική από το συνηθισμένο μοντέλο των αρχηγών κρατών. Ήταν άθεη, πράγμα που δήλωσε ευθαρσώς. Ήταν άγαμη και άτεκνη. Επιπλέον, ενώ ήταν γυναίκα, είχε τα χαρακτηριστικά άντρα πολιτικού και μάλιστα κορυφαίου. Τολμηρή, διεκδικητική, απτόητη, ανυποχώρητη στις δυσκολίες».
Μπορούμε, επομένως, να πούμε ότι τα χαρακτηριστικά αυτά, απαραίτητα σ’ έναν αρχηγό, δεν ήταν αποδεκτά σε μια γυναίκα, επομένως ήταν και απωθητικά; Και αν ναι, πώς αλλιώς θα μπορούσε να επιβληθεί και να κυβερνήσει; Ποια θα ήταν, κατά τη γνώμη σου, η εναλλακτική λύση;
«Ειλικρινά δε γνωρίζω. Γεγονός είναι ότι οι γυναίκες στην πολιτική και σε υψηλόβαθμες θέσεις γενικά, είναι μόνες. Ένα μεγάλο ποσοστό του γυναικείου πληθυσμού δεν μπορεί, ακόμη τουλάχιστον, να δεχτεί τις γυναίκες να λειτουργούν με χαρακτηριστικά αντρών. Το ίδιο ισχύει και για πολλούς άντρες. Όπως είπε η ίδια, θα είναι ευκολότερα τα πράγματα για την επόμενη πρωθυπουργό της χώρας και ακόμη πιο εύκολα για τη μεθεπόμενη. Οπότε, ναι, είναι θέμα κουλτούρας και τι είναι έτοιμοι οι άνθρωποι ενός έθνους να δεχτούν από τον/την αρχηγό τους».
Σε τελευταία ανάλυση όμως είναι άδικο. Η γυναίκα στην κορυφή κρίνεται με διαφορετικά κριτήρια από τον άντρα.
«Και ποιος είπε ότι η πολιτική είναι δίκαιη; Εκείνο που δεν πρέπει να μας διαφεύγει, αναφορικά με την πρώην πρωθυπουργό είναι ότι όχι μόνο ανέβηκε ανορθόδοξα στο θρόνο, αλλά έπρεπε, μετά το αποτέλεσμα των εκλογών, να περπατήσει και με δεκανίκια, Το αποτέλεσμα των εκλογών, τον Αύγουστο του 2010, προδίκαζε δυστυχώς ότι δεν θα μπορούσε να σταθεί δυναμικά στα πόδια της. Θα χρειαζόταν δεκανίκια. Και αυτά, ως γνωστό, ήταν τα συνδικάτα και οι ανεξάρτητοι βουλευτές».
Μολαταύτα, έκανε τομές και μεταρρυθμίσεις που θα μείνουν στην ιστορία. Γνωρίζοντας ότι όλα αυτά συνεπάγονται πολιτικό κόστος. Το κυριότερο, έφυγε με το κεφάλι ψηλά.
«Κοιτάζοντας τρία χρόνια πίσω, παρ’ ότι ο δρόμος υπήρξε ένας απότομος ανήφορος, η όλη πορεία και οι επιτεύξεις, ριζοσπαστικές και γενναίες, θα μείνουν στην ιστορία. Τα λάθη και οι κάποιες άστοχες τυχόν κινήσεις και πρωτοβουλίες δεν θα σταθούν ικανές να διαγράψουν το σπουδαίο έργο της. Στην πραγματικότητα υπήρξε γενναιότερη των αντρών πολιτικών. Αυτό είναι αδιαμφισβήτητο και αδιαφιλονίκητο».