Βαρύ πένθος στους δικούς, αλλά και βαθύτατη θλίψη σε όλους όσους είχαν την τύχη να την γνωρίσουν προκάλεσε ο θάνατος μιας αθόρυβης, αλλά ιδιαίτερα αξιόλογης Ελληνίδας της Μελβούρνης.

Η Μαρία Τσαπραηλίδου έχασε τη μάχη της με την επάρατη ασθένεια δείχνοντας πρωτοφανή γενναιότητα αλλά και ψυχραιμία.

Οι τελευταίοι δυο μήνες ήταν εφιαλτικοί για την ίδια και την οικογένειά της και όταν ο γιατρός της είπε ότι η επιστήμη έκανε ό,τι ήταν να κάνει και τώρα πια σηκώνει τα χέρια ψηλά, η Μαρία Τσαπραηλίδου απάντησε:
«Αν ο Θεός με θέλει κοντά του είμαι έτοιμη να πάω»…  Και έφυγε λίγες ώρες αργότερα βυθίζοντας στο πένθος τον λατρευτό της σύζυγό Τάσο, τα παιδιά και τα εγγόνια της.
 Η Μαρία καταγόταν από το χωριό Κτένα της Μακεδονίας. Το ίδιο χωριό με του Τάσου. Τα σπίτια τους γειτόνευαν. Ερωτεύτηκαν και παντρεύτηκαν σε μικρή ηλικία το 1959. Στην Ελλάδα απέκτησαν τα πρώτα τους παιδιά, τη Δέσποινα και την Ερμιόνη πριν αναχωρήσουν για την Αυστραλία το 1964 όπου απόκτησαν και τον γιο τους Κώστα.

Στη Μελβούρνη η Μαρία εργάστηκε ως νοσοκόμα και ως μασινίστ πριν ξεκινήσουν με το σύζυγό της τα Υφαντουργεία «Κτένα», τη γνωστή παροικιακή επιχείρηση που έκτοτε προοδεύει.

Ο ρόλος της Μαρίας στη δημιουργία και ανάπτυξη της επιχείρησης υπήρξε καθοριστικός. Εκείνη έκανε τα πρώτα σχέδια των πλεκτών και εκείνη ήταν η μασινίστ. Ατελείωτες οι ώρες εργασίες της στην παραγωγή έως ότου «ορθοποδήσει» το εργοστάσιο.

Μα η συμβολή της στη δημιουργία της συγκεκριμένης μονάδας δεν είναι ο λόγος που ο «Νέος Κόσμος» κάνει αυτή την αναφορά του.
Ο λόγος είναι άλλος:
Η Μαρία Τσαπραηλίδου, γόνος προσφύγων από την Τραπεζούντα, γαλουχήθηκε από τους δικούς της και κυρίως από την γιαγιά της να συμπονά και να συμπαραστέκεται στους συνανθρώπους της. Η γιαγιά της έσωσε πολλούς Πόντιους πρόσφυγες από την πείνα αλλά και τον θάνατο.

Αυτό που χαρακτήριζε την Μαρία, λοιπόν, πάνω από όλα, ήταν η φιλευσπλαχνία της.
Βοηθούσε τους αναξιοπαθούντες αλλά πάντα αθόρυβα. Και η δράση της έγινε γνωστή τώρα με την αρρώστια και το θάνατό της που την επισκέφθηκαν πολυάριθμοι ευεργετούμενοι από αυτήν αλλά και φίλοι και συγγενείς.

 

Όλοι είχαν να πουν μόνο καλά λόγια για τη Μαρία και τη γενναιοδωρία της. Παράλληλα, ενίσχυσε και το έργο πολλών μοναστηριών στην Ελλάδα, χωρίς ποτέ να επιδιώκει δημοσιότητα.

Ο γαμπρός της, Σάκης Ζαφειρόπουλος, συντετριμμένος μας λέει για την απώλειά της:
«Ήταν ένας βαθύτατα πνευματικός άνθρωπος. Δυνατή, γενναία, αλλά δίκαιη, με μεγάλη καρδιά και ελεήμων. Δεν την ένοιαζε ο εαυτός της και έδινε στους άλλους».

 Όσοι την γνωρίζουμε την θυμόμαστε πάντα καλοσυνάτη και χαμογελαστή. Πάντα είχε ένα καλό λόγο για όλους. Ακόμα και όταν η ίδια ήταν στην εντατική επί δυο μήνες.

Πραγματικά θα αφήσει μεγάλο κενό στην παροικία μας και θα λείψε σε πολλούς.