Στις 9 Μαΐου από την στήλη αυτή αναφέρθηκα στο βιβλίο του νομπελίστα Καθηγητή Οικονομικών, Τζόζεφ Στίγκλιτς, «Το τίμημα της ανισότητας».
Το κύριο πόρισμα του Τ. Στίγκλιτς, με αναφορά στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι πως οι κοινωνίες που χαρακτηρίζονται από μεγάλη κοινωνική και οικονομική ανισότητα δεν λειτουργούν δίκαια, και με το πέρασμα του χρόνου δεν είναι σταθερές, ούτε βιώσιμες.

Τις δύο προηγούμενες εβδομάδες εστίασα την προσοχή μου στο βιβλίο του Andrew Leigh, “Battlers & Billionaires – The story of inequality in Australia”. Ο Andrew Leigh υπήρξε Καθηγητής Οικονομικών, και τα τελευταία χρόνια είναι βουλευτής στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο.
Το πόρισμα από την έρευνα του Andrew Leigh είναι ότι από το 1910 μέχρι το 1980 παρατηρείται μια σταδιακή πτώση στα εισοδήματα που αναλογούσαν στο 1% των υψηλόμισθων Αυστραλών, σε σύγκριση με το 99% των υπόλοιπων εισοδηματιών. Ως συνέπεια, κατά την περίοδο εκείνη η οικονομική ανισότητα στην Αυστραλία μειώθηκε από το 12% που ίσχυε το 1910 στο 5% το 1980.

 Όμως από το 1980 μέχρι το 2010 παρατηρείται μια αντίστροφη τάση, με αποτέλεσμα τα 30 τελευταία χρόνια τα εισοδήματα του 1% των Αυστραλών στην κορυφή της εισοδηματικής κλίμακας να έχουν αυξηθεί με ταχύτερο ρυθμό από τα εισοδήματα του 99% των πολιτών, με αποτέλεσμα η ανισότητα από το 5% που είχε πέσει το 1980 να αυξηθεί στο 10%, με άλλα λόγια να διπλασιασθεί.

Σύμφωνα με τον Andrew Leigh η αύξηση στην ανισότητα κατά τα τελευταία 30 χρόνια οφείλεται σε τρεις κύριους παράγοντες:
*Στην νέα τεχνολογία και στην παγκοσμιοποίηση.
*Στην αποδυνάμωση του συνδικαλιστικού κινήματος.
*Στη μείωση της φορολογίας εισοδημάτων.
Ενώ οι προαναφερθέντες Καθηγητές Οικονομικών, Τζόζεφ Στίγκλιτς και Andrew Leigh, ερεύνησαν το θέμα της οικονομικής ανισότητας, όπως αυτή ισχύει στις ΗΠΑ και στην Αυστραλία αντίστοιχα, ένας άλλος Αμερικανός Καθηγητής Οικονομικών, σε πρόσφατο βιβλίο του εξετάζει το θέμα της ανισότητας σε παγκόσμια κλίμακα, μέχρι το 2008, χρονιά που σηματοδοτεί την έναρξη της οικονομικής κρίσης των τελευταίων χρόνων.

Πρόκειται για τον James K. Galbraith, Καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Austin, της Πολιτείας Τέξας των ΗΠΑ.
Ο τίτλος του βιβλίου του James K. Galbraith είναι “Inequality and Instability – A Study of the World Economy just before the Great Crisis”, Oxford University Press 2012.
Στα ελληνικά ο τίτλος του βιβλίου μεταφράζεται ως ακολούθως: «Ανισότητα και Αστάθεια – Μελέτη της Παγκόσμιας Οικονομίας πριν από την Μεγάλη Κρίση». Με μεγάλη κρίση ο J. K. Galbraith εννοεί την κρίση που άρχισε το 2008 από τις ΗΠΑ και απλώθηκε στις υπόλοιπες χώρες.

Στο Πρώτο Κεφάλαιο του βιβλίου του ο J. K. Galbraith γράφει πως, σύμφωνα με το περιοδικό Journal of Economic Literature, μέχρι την κυκλοφορία του βιβλίου του σε καμιά μελέτη οικονομολογικού χαρακτήρα δεν γινόταν συσχετισμός μεταξύ της ανισότητας και της αστάθειας των οικονομικών συστημάτων. Σημειώνω πως το βιβλίο του Τζόζεφ Στίγκλιτς, στο οποίο αναφέρθηκα πιο πάνω, δεν είχε ακόμη κυκλοφορήσει.

Προηγούμενοι πανεπιστημιακοί οικονομολόγοι είχαν επικεντρώσει τα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα σε πτυχές της ανισότητας όπως η φτώχεια, τα ημερομίσθια, τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, η εκπαίδευση, κλπ. Με αυτό ο J. K. Galbraith υποδηλώνει πως τα αποτελέσματα της δικής του έρευνας, όπως έχουν καταχωρηθεί στο βιβλίο του, κάνουν για πρώτη φορά τη συσχέτιση της ανισότητας με την οικονομική αστάθεια σε κρατικό, αλλά και σε παγκόσμιο, επίπεδο.

Εδώ αξίζει να μεταφέρω στα ελληνικά μια άποψη που εκφράζει ο Joseph Stiglitz για το έργο του J. K. Galbraith στο οπισθόφυλλο του υπό συζήτηση βιβλίου:
«Στο βιβλίο του ‘Ανισότητα και Αστάθεια’ ο J. K. Galbraith εξετάζει ένα από τα πιο ζωτικά ζητήματα της εποχής μας. Σε αυτό το ευκολοδιάβαστο και σημαντικό βιβλίο ο J. K. Galbraith δεν ερευνά μόνο το βάθος και το εύρος της ανισότητας στην Ευρώπη, στην Αμερική και σε άλλες περιοχές, αλλά και τις πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις της. Το βιβλίο αποτελεί απαραίτητο ανάγνωσμα για όσους επιθυμούν να κατανοήσουν την εποχή μας από την πολιτική και οικονομική της δομή».

ΟΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑΣ

Για τον J. K. Galbraith η ανισότητα δεν είναι επιλήψιμη μόνο από ηθικής πλευράς, δηλαδή για την πέραν του ανεκτού βαθμού ανισοκατανομή του εθνικού πλούτου, και την περιθωριοποίηση μεγάλων στρωμάτων της κοινωνίας σε κρατικό επίπεδο. Η ανισότητα είναι κατακριτέα και για τις ευρύτερες οικονομικές της επιπτώσεις, καθότι με λάβαρο τον νεοφιλελευθερισμό, ο ανεξέλεγκτος χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός, με την αχαλίνωτη αναδιανομή του πλούτου εις βάρος της εργατικής και της μεσαίας τάξης, κλονίζει την εμπιστοσύνη των λαών στη δημοκρατία, αφού υποθάλπει την ακόρεστη βουλιμία των κεφαλαιοκρατών.

Με άλλα λόγια, η διευρυνόμενη ανισότητα τα τελευταία χρόνια αποτελεί ένδειξη πως το πολιτικό σύστημα στις χώρες της Δύσης είναι αιχμάλωτο των οικονομικών συμφερόντων του διεθνούς κεφαλαίου, αφού δεν καταβάλλεται καμιά προσπάθεια από κρατικές αρχές και διεθνείς οργανισμούς για τον έλεγχό του.
Μέχρι πρόσφατα, οι υπέρμαχοι του νεοφιλελευθερισμού δικαιολογούσαν την αυξανόμενη ανισότητα με το επιχείρημα ότι είναι το τίμημα που πρέπει να πληρωθεί αν θέλουμε η οικονομία μιας χώρας να αυξάνεται με ταχείς αναπτυξιακούς ρυθμούς.

Το βιβλίο του J. K. Galbraith, με την πολυετή έρευνα που προηγήθηκε της συγγραφής του από ομάδα πανεπιστημιακών οικονομολόγων, και τα τεκμηριωμένα συμπεράσματα που περιέχει, έρχεται ως απάντηση στο παραπάνω επιχείρημα, το οποίο αποδεικνύεται ως απολύτως αστήρικτο και παραπλανητικό.
Ο Galbraith αποδεικνύει, με τα στατιστικά στοιχεία που παραθέτει, πως η ανισότητα δεν αποτελεί κίνητρο για την οικονομική ανάπτυξη. Αντιθέτως, από την ερευνά του προκύπτει πως όταν η ανισότητα αυξάνεται, με άλλα λόγια όταν το χάσμα μεταξύ του 1% των ατόμων με πολύ υψηλά εισοδήματα και των υπόλοιπων 99% διευρύνεται, η οικονομική ανάπτυξη καταρρέει.

Ένας από τους λόγους που εξηγεί τις αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία από την διευρυνόμενη ανισότητα είναι η εμπειρική διαπίστωση πως όταν υπερβολικά μεγάλα ποσοστά του εισοδήματος σε μια χώρα συγκεντρώνονται σε ένα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού η καταναλωτική δαπάνη μειώνεται, αφού η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών δεν διαθέτει εισοδήματα επαρκή για να ικανοποιήσουν τις καταναλωτικές τους ανάγκες.

ΠΟΛΛΑΠΛΕΣ ΟΙ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΥΞΑΝΟΜΕΝΗΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑΣ

Οι αρνητικές επιπτώσεις της συνεχώς αυξανόμενης ανισότητας δεν περιορίζονται στην σταδιακή συρρίκνωση της οικονομίας μιας χώρας. Όταν η ζήτηση για καταναλωτικά αγαθά και για διάφορες υπηρεσίες περιορίζεται, λόγω της οικονομικής δυσπραγίας μεγάλου ποσοστού του πληθυσμού μιας χώρας, παράλληλα συρρικνώνεται και η παραγωγική της βάση, με αποτέλεσμα την άνοδο στην ανεργία, ή την αύξηση στην υποαπασχόληση, με την μετατροπή θέσεων εργασίας με πλήρη απασχόληση, σε θέσεις με μερική απασχόληση.

Μια τέτοια εξέλιξη, εκτός από την οικογενειακή δυσπραγία μεγάλου αριθμού νοικοκυριών, έχει και το ψυχολογικό της κόστος, λόγω της πτώσης στο βιοτικό επίπεδο των μελών τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις το κακό δεν σταματάει στην οικονομική δυσπραγία και το ψυχολογικό τραύμα, αλλά επεκτείνεται και στη βία, στο έγκλημα, ακόμη και στις κοινωνικές συγκρούσεις.

Ένα από τα ενδιαφέροντα πορίσματα της έρευνας του J. K. Galbraith είναι ότι, σε παγκόσμια κλίμακα, η ανισότητα παρουσίασε μεγάλη αύξηση κατά το διάστημα 1980 – 2000.

Όπως είδαμε την περασμένη εβδομάδα, και ο Αυστραλός πανεπιστημιακός οικονομολόγος Andrew Leigh κατέληξε σε παρόμοιο συμπέρασμα στην περίπτωση της Αυστραλίας, με την ανισότητα να διπλασιάζεται κατά το διάστημα 1980 – 2010.
Θα κλείσω την σύντομη αυτή αναφορά στο βιβλίο του James K. Galbraith με απόσπασμα από το τελευταίο Κεφάλαιο με τίτλο: «Οικονομική Ανισότητα και η Παγκόσμια Κρίση».

Στο ερώτημα που θέτει για το ποια είναι η σχέση μεταξύ της ανισότητας και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ο Galbraith δίνει την ακόλουθη απάντηση, σε δική μου μετάφραση:
«Η μεγάλη αύξηση της ανισότητας στην παγκόσμια οικονομία από το 1980 έως το 2000, με την κορύφωσή της στις περισσότερες χώρες το 2000– περιλαμβανομένων και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής – αποτελεί αδιάψευστη αντανάκλαση της συγκέντρωσης εισοδημάτων και πλούτου στους πλουσιότερους μεταξύ των πλουσίων, και την αντίστοιχη οικονομική καχεξία των υπολοίπων…», σελ. 292.

Το τίμημα, λοιπόν της ανισότητας είναι ένα οικονομικό σύστημα στο οποίο η αποδοτικότητα μειώνεται και η σταθερότητα παραπαίει, ενώ οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι, και οι δημοκρατικοί θεσμοί, καθώς και οι κοινωνικοί δεσμοί, δοκιμάζονται στο έπακρο.