Στην ελληνική γλώσσα υπάρχει η έκφραση «άνθρακες ο θησαυρός», με την οποία δηλώνουμε τη διάψευση της προσδοκίας για μια αίσια έκβαση κάποιας προσπάθειας ή πρωτοβουλίας ή για την αξία κάποιου αντικειμένου.
Πρόσφατα χρησιμοποιήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, αν και με λανθασμένη διατύπωση. Για να δώσει στον ελληνικό λαό την εντύπωση πως το πρόσφατο ταξίδι του Αντώνη Σαμαρά, Πρωθυπουργού της Ελλάδας, στις ΗΠΑ, δεν απέφερε τα αναμενόμενα θετικά αποτελέσματα για τη χώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε «Άνθρακας ο θησαυρός», αντί για «Άνθρακες ο θησαυρός».
Ο τίτλος της σημερινής στήλης υποδηλώνει, με δύο λέξεις, την εκτίμηση των συγγραφέων του βιβλίου “Big Coal”, στο οποίο αναφέρθηκα την περασμένη Πέμπτη, πως οι προσδοκίες των πολιτικών της Αυστραλίας για τα οικονομικά οφέλη από τη χρήση, και τις εξαγωγές, των γαιανθράκων δεν είναι μόνο ανεδαφικές, αλλά σε μεγάλο βαθμό θα έχουν τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Με αυτήν την πτυχή των συμπερασμάτων τους θα ασχοληθώ σήμερα.
Κάθε φορά που γράφεται ή λέγεται κάτι επικριτικό για τους γαιάνθρακες, οι εταιρείες που ασχολούνται με την εξόρυξή τους δεν παραλείπουν να τονίσουν πως το 2011 οι εξαγωγές γαιανθράκων απέφεραν το ποσό των 48 δισεκατομμυρίων δολαρίων, και έρχονται δεύτερες μετά τις εξαγωγές σιδηρομεταλλευμάτων, αξίας 64 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Όταν λάβουμε υπόψη πως η αξία εξαγωγών προϊόντων και υπηρεσιών το 2011 ήταν 313 δισεκατομμύρια δολάρια, βλέπουμε πως οι γαιάνθρακες αποτελούσαν το 15% του συνόλου. Εκ πρώτης όψεως, αυτό δεν είναι μικρό ποσοστό, θα δούμε όμως πώς επηρεάζουν αρνητικά άλλους τομείς της οικονομίας της Αυστραλίας, καθώς και τις κλιματικές επιπτώσεις από την καύση τους.
Παράλληλα, οι εταιρείες εξόρυξης γαιανθράκων τονίζουν πως ο τομέας τους απασχολεί 46.000 άτομα, και προσελκύει τεράστια κεφάλαια για επενδύσεις.
Όταν όμως λάβουμε υπόψη πως το εργατικό δυναμικό της Αυστραλίας ανέρχεται σε 11 εκατομμύρια άτομα, τότε οι 46.000 που απασχολούνται στον τομέα εξόρυξης γαιανθράκων αποτελούν ένα ασήμαντο ποσοστό του συνόλου, συγκεκριμένα 0,4%. Επιπλέον, ένα ποσοστό των 46.000 εργαζομένων είναι άτομα που οι εταιρείες τα φέρνουν από άλλες χώρες αποκλειστικά για το σκοπό αυτό.
Όσο για τις επενδύσεις, ένα μεγάλο μέρος πηγαίνει στην αγορά μηχανημάτων, τα οποία εισάγονται, και ως εκ τούτου δεν συμβάλλουν στην οικονομία της χώρας, ενώ το υπόλοιπο μέρος χρησιμοποιείται για σιδηροδρομικές γραμμές και λιμάνια, αποκλειστικά για τη μεταφορά των γαιανθράκων.
Εκείνο που δεν λένε οι εταιρείες εξόρυξης γαιανθράκων είναι πως, σύμφωνα με τους συγγραφείς του υπό συζήτηση βιβλίου, το 80% από αυτές είναι πολυεθνικές, και ως εκ τούτου τα κέρδη τους δεν μένουν στην Αυστραλία, αλλά πηγαίνουν σε υπεράκτιες εταιρείες.
ΟΙ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΑΙΑΝΘΡΑΚΩΝ
Οι συγγραφείς του βιβλίου επισημαίνουν και μια άλλη αρνητική πτυχή των εξαγωγών γαιανθράκων, παράλληλα με τις εξαγωγές σιδηρομεταλλευμάτων: την επίδραση που έχουν στην άνοδο της αξίας του αυστραλιανού δολαρίου, το οποίο πριν από λίγες εβδομάδες είχε φτάσει στο 1.10 σεντς του δολαρίου Αμερικής. Τώρα, μετά την κάμψη στη ζήτηση γαιανθράκων και σιδηρομεταλλευμάτων, το αυστραλιανό δολάριο κυμαίνεται στα 90 cents του αμερικανικού.
Όταν η αξία του αυστραλιανού δολαρίου είναι υψηλή σε σύγκριση με το αμερικανικό δολάριο και το ευρώ, τότε τα εξαγώγιμα προϊόντα της Αυστραλίας γίνονται πιο ακριβά στο διεθνές εμπόριο, με αποτέλεσμα την ελαττωμένη ζήτησή τους.
Τέτοια προϊόντα είναι τα σιτηρά, το μαλλί, το κρέας, και διάφορα βιομηχανικά προϊόντα. Άρα, οι τομείς αυτοί της οικονομίας της Αυστραλίας επηρεάζονται αρνητικά από τις υψηλές εξαγωγές γαιανθράκων.
Ένας άλλος τομέας που επηρεάζεται αρνητικά από την άνοδο στην αξία του αυστραλιανού δολαρίου είναι η εκπαίδευση, και συγκεκριμένα ο αριθμός των μαθητών και φοιτητών που έρχονται από άλλες χώρες για σπουδές στην Αυστραλία, αφού θα χρειάζονται μεγαλύτερα ποσά του δικού τους συναλλάγματος κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Το αυξημένο κόστος οδηγεί κάποιους από τους μελλοντικούς μαθητές/φοιτητές σε άλλες χώρες, όπου το κόστος σπουδών είναι χαμηλότερο.
Και οι τουρίστες από το εξωτερικό αποθαρρύνονται να επιλέξουν την Αυστραλία για τις διακοπές τους, γιατί η υψηλή αξία του δολαρίου καθιστά την Αυστραλία πιο ακριβή.
Αντιθέτως, κάποιοι Αυστραλοί τουρίστες βρίσκουν πως με την υψηλή τιμή του δολαρίου έναντι άλλων νομισμάτων, τους συμφέρει να περάσουν τις διακοπές τους σε γειτονικές χώρες, αντί να επισκεφθούν άλλες περιοχές της Αυστραλίας. Άρα και ο εσωτερικός τουρισμός στην Αυστραλία επηρεάζεται αρνητικά από την υψηλή αξία του αυστραλιανού δολαρίου, αποτέλεσμα των εξαγωγών γαιανθράκων και άλλων μεταλλευμάτων.
ΟΙ ΓΑΙΑΝΘΡΑΚΕΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΕΙΡΟΤΕΡΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΛΙΜΑ
Οι συγγραφείς του βιβλίου “Big Coal” τονίζουν πως παρά τις δεσμεύσεις της διεθνούς κοινότητας στη Σύσκεψη του Ρίο της Βραζιλίας το 1992 για τη λήψη μέτρων, με στόχο τη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα που ευθύνεται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η αύξηση στη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας συνεχίζει την ανοδική της πορεία.
Ενώ από το 1980 μέχρι το 2000 η διεθνής ζήτηση για γαιάνθρακες αυξανόταν κατά 1% κατ’ έτος, από το 2000 μέχρι το 2009 το ετήσιο ποσοστό αύξησης ήταν 4%.
Κατά το διάστημα αυτό οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα αυξήθηκαν κατά 29%. Ένα μεγάλο ποσοστό αυτής της αύξησης αποδίδεται στην αυξημένη χρήση γαιανθράκων ως πηγή ενέργειας.
Εν όψει αυτής της εξέλιξης, ο James Hansen, πρώην Διευθυντής του Ινστιτούτου Goddard της NASA (National Aeronautics and Space Administration) των ΗΠΑ, εξέφρασε την ακόλουθη άποψη για τους γαιάνθρακες:
«Οι γαιάνθρακες αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τον πολιτισμό και τη ζωή στον Πλανήτη μας», “Big Coal”, σελ. 7.
Οι επιπτώσεις της αυξανόμενης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας γίνονται όλο και πιο εμφανείς με την πάροδο του χρόνου. Για παράδειγμα, στην Αρκτική, με άλλα λόγια στον Βόρειο Πόλο, η τήξη των πάγων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού πήρε μεγάλες διαστάσεις, με αποτέλεσμα η έκταση που καλύπτεται από πάγους να είναι η μικρότερη από τότε που άρχισαν να κρατούνται στατιστικά στοιχεία.
Όταν το λιώσιμο των πάγων επεκταθεί και στην Ανταρκτική (Νότιο Πώλο), πράγμα που είναι βέβαιο, η στάθμη των ωκεανών θα ανέλθει σε τέτοιο επίπεδο, που θα απειληθούν πολλές παράκτιες πόλεις.
Οι συγγραφείς του βιβλίου εκφράζουν την άποψη πως οι εξαγωγές γαιανθράκων από την Αυστραλία στο μέλλον θα συμβάλλουν σε μεγαλύτερο ακόμη βαθμό στη θέρμανση της ατμόσφαιρας.
Όπως εξηγούν, μέχρι τώρα η Κίνα, οι ΗΠΑ και η Ινδία καταναλώνουν περίπου 5 από τα 7 δισεκατομμύρια τόνους γαιανθράκων που χρησιμοποιούνται παγκοσμίως για την παραγωγή ενέργειας σε ετήσια βάση.
Μέχρι πρόσφατα, οι τρεις αυτές χώρες αντλούσαν μεγάλο μέρος των γαιανθράκων από τα δικά τους ορυχεία. Τα τελευταία χρόνια η Κίνα και η Ινδία, λόγω της αυξανόμενης βιομηχανικής παραγωγής τους, εισάγουν ένα μεγάλο μέρος των γαιανθράκων που χρειάζονται από την Αυστραλία.
Όταν στις τρεις αυτές χώρες προστεθούν και άλλες, όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, γίνεται αντιληπτός ο ζωτικός ρόλος της Αυστραλίας στην προμήθεια γαιανθράκων. Σημειωτέον ότι η Αυστραλία εξάγει το ένα τρίτο των γαιανθράκων σε παγκόσμια κλίμακα.
Από τα 7 δισεκατομμύρια τόνους γαιανθράκων που χρησιμοποιούνται σε ετήσια βάση τα τελευταία χρόνια, οι εταιρείες εξόρυξης γαιανθράκων υπολογίζουν πως κατά τα επόμενα 15 με 20 χρόνια η ζήτηση θα αυξηθεί στα 11 δισεκατομμύρια τόνους το χρόνο.
Σκεφτείτε τις κλιματικές επιπτώσεις από μια τέτοια εξέλιξη, στο επίκεντρο της οποίας θα βρίσκεται η Αυστραλία. Δεδομένου ότι ένα μεγάλο μέρος της Αυστραλίας θα επηρεασθεί αρνητικά σε μεγάλο βαθμό από τις κλιματικές αλλαγές, παράλληλα με τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις που οι εξαγωγές γαιανθράκων έχουν σε άλλα προϊόντα που εξάγει η χώρα και στον τουρισμό, κατά την άποψή μου στην περίπτωση της Αυστραλίας βρίσκει την επαλήθευσή της η ρήση «Άνθρακες οι γαιάνθρακες».