«Βάλε κι άλλο πιάτο στο τραπέζι»

Μοιράζομαι μαζί σας μία ανάμνηση που με κυνηγά χρόνια τώρα, συνήθως Κυριακές και αυτή τη φορά ξανάρθε στο μυαλό μου, ξεφυλλίζοντας το εκ πρώτης όψεως, βιβλίο μαγειρικής της ομογενούς διατροφολόγου, Δρ Κατερίνας Ιτσιοπούλου:

Είκοσι χρόνια πριν…  Κυριακή μεσημέρι, όλοι μας καθισμένοι στο τραπέζι και η μαμά μου βγάζει το ταψί με το αχνιστό ψητό αρνάκι με πατάτες από το φούρνο. Η ανάμνηση του «αρώματός του» ακόμα και σήμερα με ταξιδεύει…  Η μαμά μου ρωτά πρώτα τη γιαγιά…  ‘Μάνα να σου βάλω παϊδάκι ή θες από την πλάτη;’. Μετά κάνει την ίδια ερώτηση στον πατέρα μου…. Εκείνος (κλασσικός Έλληνας καλοφαγάς) της απαντά: ‘Δεν με πειράζει αρκεί να είναι μπόλικο’. Σε εμάς τα παιδιά καμία ερώτηση. Η μαμά ήξερε… ‘Το ψαχνό το φιλάω για τα παιδιά’ έλεγε πάντα στον αιωνίως παραπονούμενο με τη μερίδα του μπαμπά. Εκείνος κερνάει το κρασί στα ποτήρια. Κόκκινο το κρασί. Εγώ φέρνω τη μαρουλοσαλάτα στο τραπέζι…  Χειμώνας καιρός είναι και η μάνα που ποτέ δεν έβαλε σαλατικό εκτός εποχής στο σπίτι. Στη μέση του τραπεζιού φέτα και ζυμωτό ψωμί.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το βιβλίο «The Mediterranean Diet» μου γέννησε τούτη την ανάμνηση και το θεωρώ σχεδόν σίγουρο ότι θα αγγίξει με τον ίδιο τρόπο όποιον το ξεφυλλίσει. Και το λέω αυτό, γιατί -όπως η ίδια η Δρ Ιτσιοπούλου δήλωσε λίγο πριν την παρουσίαση του βιβλίου της στην αγγλική έκδοση του «Νέου Κόσμου»- μπορεί να έγραψε ένα βιβλίο μαγειρικής εκ πρώτης όψεως αλλά αυτό γράφτηκε πάνω σε δύο βασικούς άξονες: σ’ αυτόν των ευεργετικών ποιοτήτων που έχει η μεσογειακή διατροφή στην υγεία του καθενός μας, αλλά και σ’ αυτόν της πεμπτουσίας της ελληνικής κουλτούρας όπως αυτή προκύπτει από τη σχεδόν «τελετουργική» διαδικασία της ομαδικής βρώσης των εδεσμάτων.

Η ομογενής επιστήμονας δεν κοιτά μόνο τη θρεπτική αξία των διαφορετικών πιάτων της μεσογειακής κουζίνας στο βιβλίο της, ερευνά και αποκαλύπτει μία πιο ολιστική λειτουργία της ελληνικής κουζίνας, που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της κουλτούρας μας, αυτή που παίζει ένα πολύ σημαντικό ρόλο στο προσωπικό αλλά και κοινωνικό μας ευ ζην.

«ΒΑΛΕ ΚΙ ΑΛΛΟ ΠΙΑΤΟ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ»

Το παραδοσιακό οικογενειακό ελληνικό τραπέζι, η ιδιαίτερη θέση που έχουν οι ηλικιωμένοι γονείς σ’ αυτό, η φροντίδα με την οποία η μάνα σερβίρει το φαγητό, το εκλεκτό κομμάτι του ψητού που πρέπει να δοθεί στα παιδιά, το κόκκινο κρασί, η σαλάτα της εποχής, μέσα από το βιβλίο της ομογενούς επιστήμονα αποκτούν μία πολύ πιο σημαντική δυναμική απ’ αυτήν της απλής ανάμνησης, γίνονται μαρτυρία μίας κουλτούρας αλλά και των αξιών που την διέπουν.

«Ζούμε, τρώμε και υπάρχουμε, μέσα σε μία μόνιμη βιασύνη», λέει η ίδια, «αν διώξουμε από τη ζωή μας αυτή τη βιασύνη την ώρα του φαγητού, αποβάλλουμε την ίδια στιγμή την άγνοια για το τι τρώμε, αρχίζουμε να σκεφτόμαστε τι τρώμε, τρώμε αργότερα. Το οικογενειακό τραπέζι, το πιάτο που βάζουμε πάνω σ’ αυτό αποκτά μία άλλη διάσταση γίνεται μέσο επικοινωνίας, ουσιαστικής επικοινωνίας. Το οικογενειακό τραπέζι γίνεται μία μαρτυρία της κουλτούρας μας, μίας κουλτούρας στην οποία η επικοινωνία, το γλέντι, η χαρά, το μοίρασμα είναι βασικά της χαρακτηριστικά» αναφέρει η κ. Ιτσιοπούλου.

Η ομογενής επιστήμονας μιλά για τους ηλικιωμένους της οικογένειας, για μία απαραίτητη «παρουσία» στο ελληνικό παραδοσιακό τραπέζι.
Μπορεί στο μυαλό όλων μας η παρουσία του παππού και της γιαγιάς στο τραπέζι ήταν και είναι μία απόδειξη και έκφραση του σεβασμού μας προς το πρόσωπό τους κάτι που από μικρά παιδιά μάθαμε να τρέφουμε προς τους μεγαλύτερούς μας, και το οποίο μαθαίνουμε με τη σειρά μας στα παιδιά μας και αποτελεί μία από τις βασικές αρχές της κουλτούρας μας, η ομογενής επιστήμονας ερμηνεύει αυτήν την «τελετουργία» ως θεραπεία. Ναι μία μοναδική θεραπεία όχι μόνο για την κατάθλιψη αλλά και για πολλές άλλες χρόνιες ασθένειες που μαστίζουν στην κυριολεξία τον σημερινό άνθρωπο.

«ΒΑΛΕ ΚΙ ΑΛΛΗ ΑΓΑΠΗ -ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ- ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ»

«Η απομόνωση των ηλικιωμένων, η μοναξιά μέσα στην οποία ο σημερινός τρόπος ζωής μας αναγκάζει να ζούμε, θεωρούνται ως οι βασικότεροι παράγοντες που «ταΐζουν» την κατάθλιψη η οποία έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι συμβάλλει στην εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων, διαβήτη, αλλά και καρκίνου. Μέσα από το βιβλίο μου δεν προσπαθώ μόνο να βοηθήσω στην υιοθέτηση ενός πιο υγιεινού τρόπου διατροφής, όπως έχει αποδειχθεί ότι είναι η μεσογειακή διατροφή αλλά στην υιοθέτηση ενός πιο υγιεινού τρόπου ζωής. Μίας επιστροφής στην πεμπτουσία της ελληνικής κουλτούρας που, μαζί με τη διατροφή, βοηθά σε μία πιο ολοκληρωμένη και κατ’ επέκταση υγιέστερη ζωή» αναφέρει ενδεικτικά η δρ Ιτσιοπούλου.

Και καθ’ ότι επιστήμονας όσα αναφέρει στηρίζονται σε επιστημονικές αποδείξεις.
Πριν από κάμποσο καιρό, η επιστημονική της ομάδα ερεύνησε την επίδραση της μεσογειακής διατροφής αλλά και στοιχείων της ελληνικής κουλτούρας που σχετίζονται με αυτή σε αγγλοσαξονικής καταγωγής άνδρες και γυναίκες που έπασχαν από διαβήτη τύπου β’. Και τα αποτελέσματα της έρευνάς της αποτελούν την καλύτερη απόδειξη όχι μόνο για το πόσο ευεργετική είναι η διατροφή μας στην υγεία αλλά και για το πόσο η μεσογειακή διατροφή σε συνάρτηση με τον τρόπο και όσο και αν ακούγεται παράξενο τα έθιμα της παρασκευής του αλλά και τα έθιμα της βρώσης του βελτιώνουν τη γενικότερη ψυχοσωματική υγεία του σημερινού ανθρώπου και λειτουργούν ως αρωγός αλλαγής του τρόπου με τον οποίο ζούμε την καθημερινότητά μας.

«Δεν υιοθέτησαν μόνο τα υλικά και τα πιάτα της ελληνικής διατροφής αλλά και την κοινωνικότητα που αποπνέει αυτή» μας λέει και συμπληρώνει: «Για μένα αυτό το βιβλίο μαγειρικής είναι κάτι παραπάνω από ένα βιβλίο με συνταγές. Είναι η δουλειά μίας ζωής, είναι η βάση για να αλλάξουν πολλοί άνθρωποι όχι μόνο την υγεία τους προς το καλύτερο αλλά και τον τρόπο ζωής τους προς το καλύτερο».
Αξίζει τον κόπο να αναφέρουμε ότι στο βιβλίο και σε κάθε συνταγή συμπεριλαμβάνεται και ειδικός οδηγός θερμίδων αλλά και συγκεκριμένες διατροφικές συμβουλές και δίαιτες για όσους θέλουν να αδυνατίσουν.

Ναι, αυτό το βιβλίο δεν είναι μόνο, ένα βιβλίο μαγειρικής… Είναι ο καρπός πολύχρονων επιστημονικών ερευνών, μία γευστική ποικιλία που περιμένει όλους μας να την δοκιμάσουμε μα πάνω απ’ όλα μία εξαιρετικά «νόστιμη» παρουσίαση της ελληνικής κουλτούρας. Μία πρόσκληση και πρόκληση για όλους μας εκ μέρους της δρ Ιτσιοπούλου να αναβιώσουμε αυτά που ζήσαμε, απολαύσαμε και θυμόμαστε με γλυκιά νοσταλγία και η καθημερινότητα που είτε από επιλογή είτε από ανάγκη μας οδήγησε να τα ξεχάσουμε.