Διάβαζα προχθές, έτσι για να χαλαρώσω, ένα χιουμοριστικό κομμάτι του μεγάλου Παύλου Νιρβάνα, όταν συνεργαζόταν με την εφημερίδα «Εστία», το 1933. Θα πάρω τα καλύτερα του διηγήματος, θα τα φέρω στα μέτρα μας και θα τα προσφέρω στον εαυτό μου και στους φίλους που βρίσκονται και αυτοί, στο άνθος της τρίτης ηλικίας, για να αναπτερώσουμε τις… ελπίδες μας.
Μ’ άρεσε γιατί μιλούσε για κάποιον υπέργηρο, περασμένα τα 90, που πολύ θα ήθελα, όταν μεγαλώσω και φτάσω με το καλό στα χρόνια του και να… του μοιάσω.
Είχε περάσει ότι αρρώστια μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου και στα ενενήντα του, απ’ ό,τι γράφει ο Νιρβάνας, ήταν άκρως υγιής και πολύ ευτυχισμένος.
Δόξα τω Θεώ –έλεγε στη συντροφιά του– δεν υποφέρω από τίποτα. Είμαι περδίκι.
– Να μη βασκαθείς. Είσαι μια χαρά. Να ζήσεις. Φαίνεσαι πως είσαι γερό σκαρί.
– Σαχλαμάρες. Ποτέ μου δεν υπήρξα γερό σκαρί. Υπέφερα πολύ στη ζωή μου. Όλες οι αρρώστιες του κόσμου πέρασαν από πάνω μου. Σαν νέος υπέφερα από το στομάχι μου. Δεν μπορούσα να χωνέψω τίποτα. Αργότερα υπέφερα από την καρδιά μου. Είχα παλμούς διαλείψεις, λιποθυμίες. Νόμιζα πως θα πεθάνω από τη μια στιγμή στην άλλη. Αργότερα με βασάνισε μια τρομερή νευρασθένεια. Να σκεφτείτε πως αναγκάστηκα ν’ αφήσω τη δουλειά μου και να γυρίζω τα βουνά και τις θάλασσες για να συνέλθω. Στα εξήντα μου, με βρήκαν οι ρευματισμοί. Είχα πιαστεί ολόκληρος. Με τους ρευματισμούς μου βασανίστηκα είκοσι χρόνια. Ξόδεψα μια περιουσία στα ιαματικά λουτρά, βασανίστηκα σας λέω. Ευτυχώς τώρα πέρασαν όλα. Είμαι μια χαρά. Θηρίο.
– Και αν δεν είμαι αδιάκριτος, πόσων χρόνων είσαι;
– Μόλις πέρασα τα ενενήντα. Δεν υποφέρω από τίποτα.
– Καλά, το στομάχι, η καρδιά σας, η νευρασθένειά σας, οι ρευματισμοί σας;
– «Πάνε όλα. Πέρασαν. Χωρίς κι εγώ να το καταλάβω, θεραπεύτηκα από το στομάχι μου, έπειτα έπαυσαν σιγά-σιγά οι ενοχλήσεις της καρδιάς μου, κατόπιν εξαφανίστηκε η νευρασθένειά μου και είναι λίγα χρόνια τώρα που δεν έχω ενοχληθεί πια από τους διαβολεμένους εκείνους ρευματισμούς. Όπως σας είπα, είμαι περδίκι».
Όπως καταλαβαίνετε, φίλες και φίλοι, πολυπληθείς αναγνώστες, όχι το 1933, αλλά, ακόμη και σήμερα, όποιος τον έβλεπε ή και μόνο να τον άκουγε, θα χάζευε. Να έχεις περάσει στα 50, στα 60 και στα εβδομήντα σου τέτοιες αρρώστιες και στα 90 σου να είσαι έτοιμος να λάβεις μέρος στις… γυμναστικές επιδείξεις εφήβων, δεν είναι ούτε λίγο, ούτε αστείο.
Ο περί ου ο λόγος φίλος μας, ο ενενηντάχρονος, έδωσε την εξήγηση του φαινομένου.
«Μερικές αρρώστιες, κύριοι, έχουν μια ορισμένη ζωή. Ζουν και πεθαίνουν. Αν δεν προφτάσουν να σε πεθάνουν, πεθαίνουν αυτές. Το παν λοιπόν είναι να τα καταφέρεις να ζήσεις περισσότερο απ’ αυτές. Αν τα καταφέρεις, τη γλύτωσες.»
Ο φίλος μας επέζησε των ασθενειών. Και κατά τη γνώμη μου δεν είναι ο μόνος. Υπάρχουν αρκετοί της παλιότερης και της δικής μας γενιάς, που είναι καλύτερα σήμερα στα ογδόντα και στα ενενήντα τους, απ’ ότι στα εξήντα τους.
Να ευχηθώ και στα δικά μας. Να πατήσουμε τα ενενήντα αφού προηγμένως… ποδοπατήσουμε όλες τις ασθένειές μας.
Advertisement