Οι πολιτικοί μας «δεν αφήνουν τους γάμους να πάνε για πουρνάρια», εφόσον τα έξοδα κίνησης και διαμονής τους, εκτός έδρας, χρεώνονται στους φορολογουμένους. Εργατικοί, Φιλελεύθεροι, Εθνικοί, δεν αφήνουν ευκαιρία να πάει χαμένη. Δεν χάνουν ευκαιρία να διασκεδάσουν στην υγεία των κορόιδων, των φορολογουμένων.
Κατά την άλλη σοφή ελληνική ρήση, «όπου γάμος και γιορτή η Μαρίτσα πρώτη», οι πολιτικοί μας «αξιοποιούν» κάθε πρόσκληση να παραστούν σε γάμους επωνύμων, υποστηρικτών των κομμάτων τους, χρηματοδοτών της προεκλογικής εκστρατείας τους και ενίοτε υποστηρικτών των εθνικών μας συμφερόντων. Τρώνε, πίνουν και χορεύουν οι πολιτικοί μας και στέλνουν το λογαριασμό στους μεροκαματιάρηδες και τους μισθοσυντήρητους, που λόγω οικονομικής στενότητας δυσκολεύονται να παραστούν ακόμη και στο γάμο των παιδιών τους.
Ναι, τέτοιοι μας κυβερνούν. Ναι, τέτοια λαμόγια-πολιτικοί υπάρχουν και στην αυστραλιανή πολιτική και ας τείνουν υποτιμητικά τη χείρα προς τους Έλληνες και άλλους «διεφθαρμένους» πολιτικούς της Ευρώπης και του τρίτου κόσμου.
Ο νυν πρωθυπουργός, Tony Abbott, και άλλα στελέχη της κυβέρνησής του, παρευρέθηκαν το 2006 ομαδικά στο γάμο της «δικής μας», της Σοφίας Μιραμπέλα (πρώην Πανοπούλου) και «εκ παραδρομής» χρέωσαν στους φορολογουμένους το κόστος της συμμετοχής τους στη μεγάλη χαρά της Σοφίας. Θεώρησαν «υποχρέωσή τους» να παραστούν στο γάμο του ανερχόμενου αστεριού του Λίμπεραλ Πάρτι, στην επαρχιακή πόλη Wangaratta, αλλά με το «αζημίωτο».
«Υποχρέωσή του» θεώρησε και ο Γενικός Εισαγγελέας, George Brandis, να παραστεί στο γάμο του φιλικά διακείμενου –προς τη συντηρητική παράταξη– ραδιοσχολιαστή Mike Smith, χρεώνοντας τους φορολογουμένους $1,700.
Η περίπτωση του κ. Brandis χρίζει ιδιαίτερης μελέτης και προβολής από τα μέσα ενημέρωσης, διότι ως σκιώδης Γενικός Εισαγγελέας ο ηθικολόγος Brandis μαζί με τον Tony Abbott, ισοπέδωσαν προσωπικά και επαγγελματικά τον πρώην πρόεδρο της κοινοπολιτειακής βουλής, Peter Slipper, για αδήλωτες δαπάνες ταξί χιλίων δολαρίων, περίπου, που είχε κάνει ο κ. Slipper για επισκέψεις σε οινοποιεία – ναι, οι φορολογούμενοι πληρώνουμε για όλα τα βίτσια των πολιτικών.
Η περίπτωση Brandis και Σία χρίζει έντονης προβολής από τα μέσα ενημέρωσης για τον πρόσθετο λόγο, ότι ο κ. Slipper προσφέρθηκε να επιστρέψει στον κρατικό κορβανά τα $1,000 που είχε δαπανήσει, αλλά η αξιωματική αντιπολίτευση –νυν κυβέρνηση– απέτρεψε την πληρωμή, προκειμένου να κρατά ανοιχτό «το σκάνδαλο» στρατολόγησης από την πρώην κυβέρνηση Gillard ενός αναξιόπιστου πρώην Λίμπεραλ, που η κ. Gillard διόρισε πρόεδρο της βουλής – για την ιστορία αναφέρουμε, ότι το 2006 ο κ. Abbott είχε παραστεί στο γάμο του κ. Slipper με χρήματα των φορολογουμένων.
Τρία άλλα αστέρια του Συνασπισμού, ο Barnaby Joyce (ηγετικό στέλεχος του Νάσιοναλ Πάρτι και νυν υπουργός Γεωργίας), η Julie Bishop (νυν υπουργός Εξωτερικών) και η βουλευτής του Λίμπεραλ Teresa Gambaro, αποδέχθηκαν πρόσκληση της πλουσιότερης γυναίκας της Αυστραλίας Gina Reinhart, να παραστούν στο γάμο εγγονής Ινδού μεγιστάνα και χρέωσαν τους Αυστραλούς φορολογουμένους $12,000 δολάρια για την παράστασή τους στο γάμο μαζί με χιλιάδες άλλες προσκεκλημένους.
Λίγο μετά το γάμο, η εταιρεία της κ. Reinhart υπέγραψε εμπορική συμφωνία με τον παππού της νύφης αξίας ενός και πλέον δισεκατομμυρίων δολαρίων. «Υποχρέωσή» της τριάδας να στηρίξει την Αυστραλή μεγιστάνα που, συν τοις άλλοις, είναι και μεγαλομέτοχος στο συγκρότημα Fairfax Media (ο νοών νοήτω).
Ο πρωθυπουργός μας συμμετέχει –με την επιδότηση των φορολογουμένων– και σε αθλητικές και άλλες δραστηριότητες, μια και είναι πολυπράγμων και εκτός βουλής, αλλά επιστρέφει την επιδότηση οσάκις τον ανακαλύψει το υπουργείο Οικονομικών και τον κράξει.
Το μεγαλύτερο, καταγεγραμμένο «λάθος» του κ. Abbott διεπράχθη το 2009, που χρέωσε τους φορολογουμένους $9,400 ταξιδιωτικές δαπάνες για την προβολή του βιβλίου του «Battlelines». Το 2010 ο κ. Abbott επέστρεψε τα χρήματα στο δημόσιο, με το αιτιολογικό ότι «εκ παραδρομής το γραφείο του έκανε τις κρατήσεις εισιτηρίων ως υπηρεσιακές, αντί ιδιωτικές». Υποτιμούν τη νοημοσύνη μας οι πολιτικοί για να καλύπτουν τις πομπές τους.
«Πρόθυμοι» πολιτικοί να εκμεταλλευθούν την «ασάφεια» της σχετικής απόφασης του υπουργείου Οικονομικών υπάρχουν και στην αντίπερα όχθη, στο Εργατικό Κόμμα.
Τον παρελθόντα Μάρτιο, η κ. Gillard ναύλωσε ιδιωτικό αεροπλάνο για να παραστεί στο γάμο του Γραμματέα Τύπου του πρωθυπουργικού γραφείου στο Byron Bay. Η επίσημη ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου υπογράμμιζε, ότι «παρεμπιπτόντως» βρέθηκε η πρωθυπουργός στο γάμο του μέλους του προσωπικού του γραφείου της, διότι «είχε άλλες υποχρεώσεις στην περιοχή». Προκλητική υποτίμηση της νοημοσύνης του λαού.
Τον παρελθόντα μήνα δημοσιεύτηκαν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το 2007 η κ. Gillard –υπαρχηγός, τότε, του Εργατικού Κόμματος– επέστρεψε στο δημόσιο $4,243, που είχε δαπανήσει ο σύντροφός της, Tim Matheson, για τη χρήση υπηρεσιακού αυτοκινήτου, που δεν δικαιούνταν ως μη μέλος του εθνικού κοινοβουλίου.
Αλλά και ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, Mark Dreyfus, σκληρός επικριτής των «αφρόνων» Λίμπεραλς, χρέωσε τους φορολογούμενους με δαπάνη για διαμονή με την οικογένειά του σε γνωστό χειμερινό θέρετρο.
Το τελευταίο, καραμπινάτο σκάνδαλο κατάχρησης του συστήματος είναι η περίπτωση του ανεξάρτητου βουλευτή Frankston, Geoff Shaw, o οποίος παραπέμφθηκε στη Δικαιοσύνη με 24 κατηγορίες για παράνομη χρήση του υπηρεσιακού αυτοκινήτου από την επιχείρησή του.
Η υπόθεση Shaw απειλεί να ανατρέψει την κυβέρνηση της Βικτωρίας, διότι αν ο πρώην βουλευτής του Λίμπεραλ Πάρτι –που είναι ο ρυθμιστής της εξουσίας στην πολιτειακή βουλή– κριθεί ένοχος θα εκπέσει του βουλευτικού αξιώματος και θα στερήσει από την κυβέρνηση Napthine την ψήφο που χρειάζεται για να επιτελεί νομοθετικό έργο.
Η κομπίνα με τα οδοιπορικά των κοινοπολιτειακών βουλευτών και γερουσιαστών ενθαρρύνεται από μία ασαφή απόφαση του υπουργείου Οικονομικών, η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους πολιτικούς να ταξιδεύουν εκτός έδρας για υποθέσεις που σχετίζονται με τον τίτλο και το αντικείμενό τους, την εκλογική του περιφέρεια ή ειδικές κομματικές υποχρεώσεις τους (κομματικά συνέδρια κ.ά.). Δεν υπάρχει απόλυτα σαφής οδηγία, που να δεσμεύει απόλυτα τα μέλη του εθνικού κοινοβουλίου.
Η αοριστία της απόφασης του αρμόδιου υπουργείου επιτρέπει στους πολιτικούς να «χαρακτηρίζουν τα ταξιδάκια τους εντός και εκτός Αυστραλίας με τον παραπλανητικό μανδύα «της ενημέρωσης», της «δικτύωσης», της «συλλογής χρήσιμων πληροφοριών», της «προώθησης των εθνικών συμφερόντων» και άλλες εντυπωσιακούς χαρακτηρισμούς, που στην πράξη δεν σημαίνουν τίποτα.
Οι πατέρες του έθνους φρόντισαν να καλυφθούν έναντι παντός ενδεχομένου –συμπεριλαμβανομένης και της ποινικής δίωξης– με νομοθετική πράξη, γνωστή ως “Minchin Protocol” από το όνομα του υπουργού Οικονομικών των πρώην κυβερνήσεων Χάουαρντ που την προώθησε στην εθνική βουλή. Η ρύθμιση αυτή κατοχυρώνει το δικαίωμα των πολιτικών να επιστρέφουν στο δημόσιο χρήματα που διεκδίκησαν χωρίς να τα δικαιούνται, για ταξίδια στο εσωτερικό και το εξωτερικό.
Στην περίπτωση του Peter Slipper το «Πρωτόκολλο Minchin” δεν λειτούργησε. Οι συνάδελφοί του δεν του επέτρεψαν να επιστρέψει στο δημόσιο τις «αδικαιολόγητες» δαπάνες για ταξί και η υπόθεση παραπέμφθηκε στην Κοινοπολιτειακή Αστυνομία και ακολούθως στο δικαστήριο – έτσι λειτουργεί η δημοκρατία στην κοινοπολιτειακή βουλή της Αυστραλίας.
Η αναθεώρηση των δαπανών των βουλευτών και γερουσιαστών –Belcher Review– που έγινε το 2010 επισήμανε την ασάφεια της σχετικής απόφασης του υπουργείο Οικονομικών και διαπίστωσε, ότι η αύξηση των παροχών αυτών – γεννά την αδιαφάνεια και ενθαρρύνει βουλευτές και γερουσιαστές στην κατάχρηση του συστήματος. Με άλλα λόγια, το σύστημα δεν αποκλείει, δεν απαγορεύει κατηγορηματικά την κατάχρηση των ειδικών παροχών από βουλευτές και γερουσιαστές, μήτε προβλέπει μέτρα για την παραδειγματική τιμωρία των «αμελών» αντιπροσώπων μας στην Καμπέρα.
Η αναθεώρηση Belcher έκανε συγκεκριμένες προτάσεις για αποτελεσματικότερο έλεγχο των δαπανών των πολιτικών μας, αλλά οι περισσότερες απορρίφθηκαν από τα μέλη του εθνικού κοινοβουλίου. Να χάσουν το μέλι οι άνθρωποι;
Η ίδια, σχεδόν κατάσταση επικρατεί και στις πολιτείες, όπως προκύπτει από την απολογία του Geoff Shaw. Λέγεται, ότι κατά την ανάκρισή του από την αστυνομία ο βουλευτής Frankston ισχυρίστηκε, ότι ο κυβερνητικό κώδικας χρήσης υπηρεσιακών αυτοκινήτων λέει, ότι τα μέλη του κοινοβουλίου της Βικτωρίας «δεν θα ‘πρεπε» να χρησιμοποιούν υπηρεσιακά αυτοκίνητα για εμπορικούς λόγους, δεν λέει «δεν πρέπει» να χρησιμοποιούν υπηρεσιακά αυτοκίνητα για εμπορικού λόγους.
Ομολογουμένως, δεν πρόκειται για «τρανταχτές» καταχρήσεις παροχών από μέλη του εθνικού κοινοβουλίου. Εγείρουν, όμως, ένα μείζον ηθικό θέμα, το οποίον συνόψισε θαυμάσια ο πρώην αρχηγός του Λίμπεραλ Πάρτι, John Hewson: «Οι βουλευτές και γερουσιαστές του Συνασπισμού δεν μπορούν να διακηρύττουν ότι στόχος του είναι ο έλεγχος των κρατικών δαπανών, ενώ δαπανούν χρήματα των φορολογουμένων για προσωπικές τους υποθέσεις» (The Age, 7/10/2013).
Ο δε, πρώην ανεξάρτητος βουλευτής και βετεράνος της αυστραλιανής πολιτικής Tony Windsor δηλώνει, ότι «η συμπεριφορά των πολιτικών ενισχύει τον κυνισμό του λαού» (Financial Review 9/10/2013).
O Tony Abbott και οι στενοί συνεργάτες του διαμορφώνουν το νέο κώδικα ηθικής των μελών του εθνικού κοινοβουλίου. Αναμένουμε με ενδιαφέρον τους ηθικούς φραγμούς που θα θέσει ο πρωθυπουργός στους καιροσκόπους συναδέλφους του. Ο κώδικας θα δώσει και το δικό του ηθικό στίγμα.