Ο Mark Brandon (Chopper) Read, o άνθρωπος που σοκάρισε την Αυστραλία με τη ζωή του, ο εγκληματίας που έκανε τα «αφεντικά» της μαφίας της Μελβούρνης να κόβουν χιλιόμετρα μόνο στο άκουσμα του ονόματός του, ο ληστής, ο ‘προστάτης’ του υποκόσμου, ο δολοφόνος που στην συνέχεια έγινε ο ήρωας μίας ταινίας η οποία θεωρείται από τις πλέον σημαντικές του αυστραλιανού κινηματογράφου, ο συγγραφέας Chopper αλλά και ζωγράφος, δεν υπάρχει πια.
Ο καρκίνος του ήπατος έκοψε το νήμα της ζωής του θρυλικού εγκληματία Chopper Read την Τετάρτη. Ήταν 58 χρόνων. Τα 23 από τα 58 του χρόνια τα πέρασε στα κελιά φυλακών υψίστης ασφαλείας.
Μπορεί ο Chopper Read να ήταν στυγνός εγκληματίας, αλλά στη συλλογική συνείδηση της αυστραλιανής κοινής γνώμης ήταν -και θα παραμείνει- μία μορφή που καθόρισε και θα καθορίζει -μαζί με τον Ned Kelly, έναν άλλο ληστή, μίας άλλης εποχής- την ιστορία της παρανομίας και του εγκλήματος στο κοινωνικό γίγνεσθαι της Αυστραλίας.
Ήταν ο άνθρωπος που μας άρεσε να απεχθανόμαστε, που προκάλεσε τις αντιλήψεις μας περί εγκληματιών και παρανομίας, που μας έκανε κοινωνούς του κόσμου του από την ασφάλεια της τηλεοπτικής ή κινηματογραφικής οθόνης, που τόλμησε να διεκδικήσει στον μικρής διάρκειας έννομο βίο του το δικαίωμα στο δικό του όνειρο.
Έξυπνος, με χιούμορ που θα ζήλευαν ακόμα και οι διώκτες του, ευρηματικός, τολμηρός, άκρως επικίνδυνος και αδίστακτος, ατρόμητος, φιλόδοξος, «τρελός». Αυτός ήταν ο Chopper Read που τα παιδικά του χρόνια δεν προδίκαζαν ποτέ ότι θα εξελιχθεί σε διασημότητα του εγκλήματος.
ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ ΕΝΟΣ ΘΡΥΛΙΚΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΑ
Ο Mark Brandon (Chopper) Read γεννήθηκε στις 17 Νοεμβρίου του 1954 στα βόρεια προάστια της Μελβούρνης. Η μητέρα του ήταν βαθιά θρησκευόμενη γυναίκα (κόρη ιερέα) που είχε αφιερώσει τη ζωή της στα δύο της παιδιά και ο πατέρας του απόστρατος που πολέμησε στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο πατέρας του Chopper, Keith, ήταν ένας καθ’ όλα νομοταγής πολίτης. Εντούτοις, ο πόλεμος τον είχε «σημαδέψει» ανεπανόρθωτα. Δεν υπήρχε περίπτωση ο Keith Read να πάει για τον βραδινό του ύπνο χωρίς να έχει στο πλευρό του το γεμάτο σφαίρες όπλο του. Όπως ο Chopper Read, είπε αργότερα… «πηγαίναμε στην εκκλησία, δοξάζαμε το θεό και μετά γεμίζαμε με σφαίρες το όπλο».
Τα γράμματα δεν ήταν το φόρτε του Mark Brandon Read. Παράτησε το σχολείο μικρός. Με τους φίλους του «έπαιζαν» τους δήθεν νταήδες στη γειτονιά, αλλά μην φανταστείτε καμία εγκληματική δράση, περισσότερο καβγατζήδες της κακιάς ώρας ήσαν. Το όνειρό του ήταν να καταταγεί στον στρατό και να κάνει καριέρα εκεί. Το προσπάθησε, αλλά λόγω της πλατυποδίας από την οποία έπασχε τον απέρριψαν. Και αυτή η απόρριψη ήταν η αρχή του τέλους της φυσιολογικής ζωής του Mark Brandon Read, και η αρχή της θρυλικής εγκληματικής του δράσης.
Άρχισε να εργάζεται ως φύλακας σε κλαμπ της Μελβούρνης και εκεί μυήθηκε στον υπόκοσμο. Δεν άργησε από φύλακας να γίνει μπράβος και να «πουλά προστασία» στα νυχτερινά μαγαζιά. Αρχικά, δεν ήταν ο μπράβος που ενέπνεε τον τρόμο στην πιάτσα, αλλά δεν φοβόταν τον πόνο ούτε τις συνέπειες και αυτά του τα χαρακτηριστικά «χαρίσματα» στον κόσμο που ζούσε, άρχισαν να κερδίζουν τον «σεβασμό» των «συναδέρφων» αλλά και να προσδίδουν στον Read τη φήμη του αδίστακτου. Είχε γίνει γνωστός στους κύκλους της παρανομίας ως ο άνθρωπος που όταν τα έβαζε με άλλους παρανόμους δεν «έπαιζε τις κουμπάρες»…
Μία ληστεία το 1974 τον κλείδωσε στην φυλακή. «Ξεκλείδωσε», όμως, την εγκληματική προσωπικότητα και την φήμη του Chopper Read που, κατ’ επιλογή, αποφάσισε μέσα στο τμήμα H, τμήμα υψίστης ασφαλείας της φυλακής Pentridge, να απαρνηθεί το όνομα Μark Brandon και να βαφτιστεί Chopper παίρνοντας το όνομα ενός ήρωα κόμικς. Εκεί, στη φυλακή δημιούργησε και τον δικό του μικρό στρατό, την συμμορία «Overcoat Gang». Μέλη της συμμορίας του; Όλα τα «καλά» παιδιά της εποχής και της φυλακής. Πρώτος και καλύτερος ο Greg Blazer, ένας ψυχοπαθής δολοφόνος που είχε σκοτώσει τρεις ανθρώπους, αλλά και ο Jimmy Loughnan, ένας ακόμα ληστής που ο Read τον θεωρούσε πιστό του φίλο.
Η έξοδός του από τη φυλακή σήμανε και την επιστροφή του στα παλιά του λημέρια. Δεν «μάσαγε» ο Chopper, δεν φοβόταν τον νόμο και, σίγουρα, δεν ήταν από τους μπράβους που προσπαθούσαν να κρύψουν τα ίχνη τους. Το 1978 «μπουκάρει» στην κυριολεξία με μία κοντόκανη καραμπίνα σε δικαστήριο της Μελβούρνης και με την κάνη της στον κρόταφο του δικαστή τον εκβιάζει να αφήσει ελεύθερο τον φίλο του Jimmy Loughnan. Σίγουρα ήταν παγκοσμίως μία πρωτόγνωρα τολμηρή απόπειρα ομηρίας δικαστή, που, όμως, έστειλε το Read πάλι στη φυλακή αυτή τη φορά για 16 συναπτά έτη.
Το Φλεβάρη του 1978, ο «αδίστακτος», όχι μόνο προς τα θύματά του Chopper, δίνει μία άλλη υπόσταση στο νέο του όνομα. Ζητά από έναν «συνάδελφό του», τον Kevin Taylor, να του κόψει με το ξυράφι τα αυτιά. Γιατί; Για να καταφέρει, όπως εξομολογείται ο ίδιος στο βιβλίο του αργότερα, να αποδείξει στα υπόλοιπα «παιδιά τζιμάνια» στο τμήμα H, ότι μπορεί οποιαδήποτε ώρα θέλει να βγει από τη φυλακή και να μεταφερθεί στο νοσοκομείο. Και έτσι έγινε. Ο Chopper (μπαλντάς στα ελληνικά), κατέληξε στο νοσοκομείο με κομμένα τα αυτιά του. Ήταν πλέον δεδομένο ότι ο Read ήταν απ’ αυτούς που αψηφούσε τον πόνο και τον κίνδυνο. Ήταν το καταλυτικό γεγονός στο να εδραιώσει τη «φήμη» του ή «κακοφημία» του, «ερεθίζοντας» τη φαντασία της αυστραλιανής κοινής γνώμης αλλά και προκαλώντας το ενδιαφέρον της.
Το Δεκέμβριο του 1978 και λίγους μόλις μήνες μετά την μεταφορά του πάλι στη φυλακή ο Loughnan και ο Read κάνουν απόπειρα για να δραπετεύσουν, σκαρφαλώνουν στη σκεπή της φυλακής και ο Read επιδεικνύει για μία ακόμα φορά την τρελή του τόλμη. «Αυτομαστιγώνεται» με μία τάβλα από την οποία εξέχουν καρφιά, οπότε μετά τη σύλληψή του ακολουθεί μία ακόμα επίσκεψη στο νοσοκομείο. Και δεν ήταν η τελευταία στην «καριέρα» του Chopper στα κάτεργα.
Τον Αύγουστο του 1979 ο «φίλος» του Jimmy Loughnan και ο επίσης «φίλος» του Blaze, επιτίθενται στον Read και τον σφάζουν στην κοιλιά όπως θα άνοιγε κανείς το στομάχι ενός αρνιού. Ο Read έχασε κάμποσα μέτρα του εντέρου του από την επίθεση αλλά μία μόλις μέρα μετά την επέμβαση που του έκαναν οι γιατροί σηκώνεται από το κρεβάτι του νοσοκομείου για να κάνει push ups και μπροστά στα έντρομα μάτια γιατρών και νοσοκόμων σπάει κάμποσα ράμματα.
Μετά την αποφυλάκισή του το 1987 συνεχίζει το «έργο» του. Πουλά προστασία και δεν τσιγκουνεύεται ούτε τις σφαίρες ούτε τις μπουνιές. Χαρακτηριστικό είναι ένα περιστατικό που αποδεικνύει για άλλη μία φορά ότι ο Chopper ήταν πλέον ο φόβος και ο τρόμος του υποκόσμου. Σε μία από τις πολλές σκοτεινές του στιγμές κρύβει δύο δυναμίτες κάτω από το σακάκι του και μπαίνει σε ένα νάιτ κλαμπ με ένα πούρο αναμμένο να κρέμεται από τα χείλη του απειλώντας ότι θα τινάξει το μαγαζί στον αέρα. Εκείνη την εποχή προστασία σε αυτό το μαγαζί αλλά και σε κάμποσα άλλα πουλούσε ο γνωστός, μακαρίτης πλέον, πρωτοπαλίκαρο της μελβουρνιώτικης μαφίας Alfonso Gangitano, ο οποίος με το που έμαθε ποιος ήταν στο μαγαζί και πουλούσε νταηλίκι, προτίμησε να το σκάσει από το παράθυρο. Μπορεί ο Gangitano να το «έπαιζε» άτρωτος και «μάγκας», ο «πρίγκιπας του σκότους» όπως χαρακτηριστικά τον αποκαλούσαν, στην περιοχή του Lygon Street, αλλά όταν έμαθε ότι ο Read τον έψαχνε προτίμησε να το σκάσει στο εξωτερικό. Αργότερα, όταν επέστρεψε ο Read του έκοψε μηνιαία ταρίφα για προστασία, χρήματα που ο Gangitano δέχθηκε να του πληρώνει χωρίς να φέρει πολλές αντιρρήσεις, ιδιαίτερα όταν ο Read φρόντισε να τον πληροφορήσει «πόσο γλυκιά ήταν η μητέρα του την οποία είχε γνωρίσει σε κεντρική λαϊκή αγορά της Μελβούρνης».
Ο ομογενής έμπορος ναρκωτικών, Χρήστος Λιάπης, ήταν μεταξύ αυτών που γεύτηκαν το μένος του Read, γιατί, όπως έγραψε στο βιβλίο του, ο Λιάπης αντιμίλησε. Παρ’ ολίγο να τον στείλει στον άλλο κόσμο ο Chopper που μετά την εμπλοκή και προκειμένου να μην εντοπίσει η αστυνομία το γεμιστήρα που έπεσε από το πιστόλι του, ο «μπαλντάς» έκαψε το σπίτι του Νίκου Αποστολίδη όπου είχε γίνει και το περιστατικό. Λίγο καιρό αργότερα σκοτώνει τον Sammy Ozerkam που ήταν «πληρωμένος» δολοφόνος και επιχείρησε να στείλει τον Chopper στον άλλο κόσμο, αλλά ατύχησε.
Ο Read ξεμπέρδεψε με τις φυλακές τον Φεβρουάριο του 1998, παντρεύτηκε στη φυλακή την Mary–Ann Hodge το 1995 και είχε ένα γιό απ’ αυτόν του το γάμο και απέκτησε ένα ακόμα γιό από το δεύτερο γάμο του με την Margaret Cassar.
Η ιστορία του κυκλοφόρησε σε βιβλίο και η ταινία «Romper Stomper» με αποκλειστικό θέμα τη ζωή του και τον μέχρι τότε άγνωστο Eric Bana να ενσαρκώνει τον Read. Να αναφέρουμε ότι αυτή η ταινία άνοιξε και τις πόρτες του Χόλιγουντ για τον Bana, ενώ σήμερα θεωρείται μία από τις πλέον επιτυχημένες ταινίες της χώρας.
Ο Read δοκίμασε την τύχη του στη ζωγραφική, στην τηλεόραση, στην παραγωγή ταινιών, αλλά και στην κωμωδία. Αποτυχημένα τις περισσότερες φορές αλλά πάντα με θάρρος και πολύ χιούμορ. Αποκάλυψε ότι πάσχει από καρκίνο στο συκώτι πέρσι. Έπασχε χρόνια από Ηπατίτιδα Γ που ο ίδιος έλεγε ότι την κόλλησε στη φυλακή από τα μολυσμένα ξυράφια που χρησιμοποιούσε για να ξυριστεί. Αυτό ήταν γραφτό να τον σκοτώσει.
Ήταν τρελός, ήταν εγκληματίας, ήταν άνθρωπος του υποκόσμου, ήταν αρρωστημένα «ερωτευμένος» με τον εαυτό του, ήταν αρκετά «έξυπνος» ώστε να εκμεταλλευτεί την «καριέρα» του στην παρανομία προκειμένου να γίνει διάσημος. Ναι ήταν, ήταν, ήταν… Δεν είναι πια! Δεν θα ξεχαστεί όμως…