Το βιβλίο αυτό είναι από πολλές απόψεις πολύ ενδιαφέρον. Ο Χανδρινός συγκεντρώνει, για πρώτη φορά σε ένα σώμα, ένα πλήθος πηγών για την λιγότερο συζητημένη (από την αριστερά) όψη της αντιστασιακής δράσης κατά την γερμανική κατοχή, για την δράση της Οργάνωσης Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα (ΟΠΛΑ).
Σύμφωνα με κάποιες πηγές, η ΟΠΛΑ της Αθήνας πραγματοποίησε στην περίοδο 1943-44 μέχρι και 650 εκτελέσεις δοσιλόγων συνεργατών των γερμανικών Αρχών κατοχής και συγγενών τους, αλλά και αποσκιρτησάντων της αντίστασης που πέρασαν στο απέναντι στρατόπεδο.

Η ΟΠΛΑ γεννήθηκε το 1943 και δραστηριοποιήθηκε παράλληλα με τα εθνικόφρονα τάγματα ασφαλείας, σε μια εποχή που η ένοπλη αντιπαράθεση στους δρόμους της Αθήνας φαινόταν να παίζει κομβικό ρόλο στην κατεύθυνση που θα έπαιρναν τα πράγματα μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας και τη διαφαινόμενη γερμανική ήττα. Φορείς των όπλων και της αποφασιστικότητας της ΟΠΛΑ, νεαρά παιδιά που είχαν διαμορφώσει την κοινωνική και πολιτική τους συνείδηση μέσα σε συνθήκες γερμανικής κατοχής. Η συχνά αλαζονική βεβαιότητά τους για σκοπούς και μέσα εδράζεται και στην εδαφική διάσταση του αστικού πεδίου: η Αθήνα το 1943 είναι πια μια πόλη χωρισμένη σε τομείς όπου ο έλεγχος ασκείται τμηματικά και ad hoc και όχι θεσμικά – εκτός αν ονομάσουμε θεσμική, όπως ο Χανδρινός, την αγριότητατων δυνάμεων κατοχής και των Ελλήνων συνεργατών τους.

Το βιβλίο συνοψίζει τον κυρίαρχο και τραγικό ρόλο της πολιτικής ένοπλης βίας σε μεταβατικές περιόδους και προσφέρει χρήσιμο κι επίκαιρο προβληματισμό.
Πρώτον, γράφει μια ιστορία που λίγο επηρεάζεται από την «υψηλή πολιτική» του Λονδίνου, του Καΐρου, των συμμαχικών δυνάμεων ή της Γιάλτας, με την έννοια ότι αναδεικνύει ως πρωταγωνιστές της Ιστορίας τα δυναμικά βλαστάρια του ενεγού λαού – με όσα λάθη κι αν έχουν κάνει – απέναντι στους εξίσου δυναμικούς κρατικούς και παρακρατικούς αντιπάλους τους.

Δεύτερον, μιλά αντικειμενικά και θαρραλέα για μια σειρά δράσεων που η επίσημη αριστερά προτιμά να κρύβει κάτω από το χαλί, υποκύπτοντας παράλληλα στην παγίδα της θυματοποίησης. Τρίτον, δείχνει ανάγλυφα τις ακραίες μορφές αντίδρασης της εξουσίας προς αυτούς που έμπρακτα αμφισβητούν το κρατικό μονοπώλιο της βίας, την πηγή αυτή της ύπαρξης του κράτους ως θεσμού.

Τέλος, αναδεικνύει τις χαμένες ευκαιρίες του κινήματος και τις συνέπειές τους πάνω στους ανθρώπους που το στελεχώνουν – αν και, κατά την άποψη του γράφοντος, άλλες, ανώτερης πολυπλοκότητας σχέσεις μεταξύ δυνάμεων είχαν μάλλον προδιαγράψει πού θα κατέληγε όλη αυτή η ιστορία. Ναι μεν, χαμένες μάχες είναι μόνο εκείνες που δεν δίνονται, αλλά κερδισμένες μάχες είναι μόνο εκείνες που δίνονται στο κατάλληλο έδαφος, με την κατάλληλη τακτική και με έναν στρατηγικό στόχο. Η μάχη της ΟΠΛΑ φαντάζει αναπόφευκτη, διαβάζοντας το βιβλίου του Χανδρινού, ωστόσο, με την ασφάλεια της χρονικής απόστασης και το προνόμιο της γνώσης του μέλλοντος που διαθέτει ο σημερινός παρατηρητής, φαντάζει χαμένη εκ των προτέρων. Δεν γίνεται, όμως, να μπει κανείς σήμερα στη θέση των πρωταγωνιστών εκείνης της σκληρής μα ιστορικής εποχής, ούτε να κρίνει τις τοτινές τους πράξεις με σημερινά κριτήρια.