Με καθαρά πολιτικό τρόπο υπολόγισε ο πρωθυπουργός Tony Abbott, το κόστος –ανθρώπινο και οικονομικό– της δωδεκάχρονης συμμετοχής της Αυστραλίας στον πόλεμο στο Αφγανιστάν.

«Ούτε χάσαμε ούτε κερδίσαμε» από την εμπλοκή μας στον πόλεμο κατά του Οσάμα Μπιν Λάντεν και των τρομοκρατών Ταλιμπάν, είπε ο Αυστραλός πρωθυπουργός στα μέλη της αυστραλιανής δύναμης που τον υποδέχθηκε στην αρχή της εβδομάδας –μαζί με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Bill Shorten- στη στρατιωτική βάση Tarin Kot της επαρχίας Uruzgan του Αφγανιστάν.

Ο πρωθυπουργός προέβη στην παραπάνω δήλωση μετά την κατάθεση στεφάνου –μαζί με τον αρχηγό της αντιπολίτευσης– στο μνημείο πεσόντων της στρατιωτικής βάσης, στο οποίο είναι καταγεγραμμένα τα ονόματα των 40 Αυστραλών στρατιωτών, που άφησαν την τελευταία τους πνοή στο Αφγανιστάν. Ο αριθμός των νεκρών ίσως ήταν μεγαλύτερος, εάν δεν είχε διαφοροποιηθεί ο ρόλος της αυστραλιανής δύναμης, δηλαδή αν η αυστραλιανή δύναμη είχε παραμείνει στην πρώτη γραμμή.
Οι 40 νεκροί δεν είναι «απώλεια», κ. πρωθυπουργέ; Τι είναι;

Και δεν είναι μόνο οι 40 νεκροί –παιδιά, σύζυγοι, αδελφοί, σύντροφοι– που χάθηκαν στον ατελέσφορο πόλεμο. Είναι και οι 257 τραυματίες, που σημαδεύτηκαν σωματικά και ψυχικά από τα τραύματά τους και το 10% έως 20% των μελών της αυστραλιανής δύναμης που, κατά τους ειδικούς, υπέστησαν ανήκεστη βλάβη της ψυχικής υγείας τους από τις τραγικές εμπειρίες του πολέμου. Το ανθρώπινο και οικονομικό κόστος αυτών των βλαβών δεν περιλαμβάνεται στις μέχρι σήμερα εκτιμήσεις τους κόστους του πολέμου.

 Σημαντικό και το οικονομικό κόστος της συμμετοχής μας στον πόλεμο. Η δωδεκάχρονη παρουσία 26.000 Αυστραλών, εναλλάξ, στο Αφγανιστάν κόστισε στους φορολογουμένους 7,5 δις δολάρια. Το κονδύλι θα πλησιάσει τα 8 δισεκατομμύρια δολάρια, αν η κυβέρνηση Abbott διαθέσει την οικονομική βοήθεια 300 εκ. δολαρίων, που είχε υποσχεθεί η πρώην πρωθυπουργός, Julia Gillard, για την ολοκλήρωση του κοινωνικού έργου και των έργων υποδομής, που απαιτούνται για τη βαθμιαία αποκατάσταση των ζημιών του πολέμου και του εκσυγχρονισμού της αφγανικής κοινωνίας.

Σίγουρα χάσαμε, κ. Abbott, από τη συμμετοχή μας στον πόλεμο που κήρυξαν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά των μουσουλμάνων φονταμενταλιστών υπευθύνων, κατά την Ουάσιγκτον, για την ισοπέδωση των δίδυμων πύργων της Νέας Υόρκης, την επίθεση στο αμερικανικό Πεντάγωνο.

 Οι απώλειές μας ήταν προδιαγεγραμμένες, διότι δεν νοείται πόλεμος χωρίς θύματα. Το ερώτημα που μένει αναπάντητο –μετά από δώδεκα χρόνια– είναι, γιατί πήγαμε στο Αφγανιστάν. Πήγαμε στο Αφγανιστάν για να υπερασπιστούμε την ασφάλεια και την εδαφική μας ακεραιότητα από τις σκοτεινές δυνάμεις που αντιστρατεύονται τη δύση; Πήγαμε στο Αφγανιστάν για να συμβάλλουμε στην απέλπιδα προσπάθεια της μεγάλης μας συμμάχου, της Αμερικής, να προστατεύσει το πληγωμένο γόητρό της; Ή μήπως πήγαμε για να μηνύσουμε στην Κίνα, ότι η αμφισβήτηση της αμερικανικής κυριαρχίας στο χώρο της Ασίας μας αφορά άμεσα ως χώρα προσαρτημένη στο αμερικανικό άρμα;

Πολλές ήταν οι αιτιάσεις για την εμπλοκή μας στον πόλεμο στο Αφγανιστάν, που δεν έπεισαν το σκεπτόμενο Αυστραλό πολίτη.
 Μας είπαν κατ’ αρχήν, ότι είχαμε υποχρέωση να βοηθήσουμε το Αφγανιστάν να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του πολέμου εξόντωσης των Ταλιμπάν, δηλαδή να κάνουμε εμείς για τους Αφγανούς αυτά που όφειλαν να κάνουν οι ίδιοι για τους εαυτούς τους. Δεν μας είπαν, όμως, το κόστος –ανθρώπινο και οικονομικό– που θα πλήρωνε η αυστραλιανή κοινωνία για να αποτρέψει, μαζί με τους δυτικούς συμμάχους, την άλωση του Αφγανιστάν από την Αλ Κάϊντα.

Οι ηγέτες της δύσης -συμπεριλαμβανομένων και των Αυστραλών πολιτικών ηγετών– τόνιζαν επίμονα, τότε, ότι ο αποκλεισμός των Ταλιμπάν από το Αφγανιστάν θα προστάτευε τη δύση από τρομοκρατικές επιθέσεις. Μας υπενθύμιζαν ενοχλητικά, ότι οι επιθέσεις στους δίδυμους πύργους και οι πολύνεκρες βομβιστικές επιθέσεις στο Μπαλί θα επαναλαμβάνονταν, αν η δύση αποσυρόταν από το Αφγανιστάν. Όμως η τρομοκρατία δεν περιορίζεται γεωγραφικά, γι’ αυτό και η αποδυνάμωση τρομοκρατικών οργανώσεων σε μία χώρα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο τρομοκρατικών επιθέσεων. Η εξάρθρωση της Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν δεν εγγυόταν την ασφάλεια καμίας χώρας, μήτε αύξανε τον κίνδυνο τρομοκρατικών επιθέσεων. Απλά, οι δυτικοί ηγέτες προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την έγκριση των λαών τους για συμμετοχή στον πόλεμο με τον εκφοβισμό, με τη δημιουργία της εντύπωσης ότι ολόκληρη η δύση βρισκόταν στο στόχαστρο της Αλ Κάιντα.

Οι πολιτικοί ηγέτες μας προσπάθησαν να μας πείσουν, ότι η επιτυχία της εκστρατείας της δύσης στο Αφγανιστάν ήταν αναγκαία για την επίλυση των προβλημάτων του γειτονικού Πακιστάν, όπου ο ισλαμικός φονταμενταλισμός, η ανεπάρκεια των κυβερνήσεών του και η κατοχή πυρηνικών όπλων το καθιστούσαν πιο επικίνδυνο από το Αφγανιστάν. Όμως, η αποκατάσταση της ομαλότητας στο Αφγανιστάν μπορούσε να αποτελέσει προϋπόθεση για ομαλοποίηση της κατάστασης και στο Πακιστάν; Η πραγματικότητα διέψευσε αυτό το συσχετισμό, διότι το Πακιστάν εξακολουθεί να ταλανίζεται από τα άλυτα ενδημικά προβλήματά του. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, ότι η αδυναμία της δύσης να λύσει τα προβλήματα του Αφγανιστάν μάλλον απέκλεισε το ενδεχόμενο εξεύρεσης λύσης των προβλημάτων του Πακιστάν.
Τέλος, οι πολιτικοί μας ταγοί υπενθύμιζαν έντονα την ανάγκη «ανταπόκρισης» της Αυστραλίας στις συμμαχικές υποχρεώσεις της. Μας υπενθύμιζαν, ότι η Αυστραλία έπρεπε να επαναδιατυπώσει την αφοσίωσή της στη συμμαχία με τη συνεισφορά δυνάμεων. Δήλωση αφοσίωσης στη μεγάλη σύμμαχο ήταν και η συμβολική αποστολή δύναμης στο Ιράκ. Στον πόλεμο εναντίον του «χασάπη της Βαγδάτης» Σαντάμ Χουσεΐν η Αυστραλία συνεισέφερε συμβολικά στρατιωτική δύναμη γα να επιβεβαιωθεί η κοινή στρατηγική της δύσης κατά του πρώην τυράννου του Ιράκ, που απειλούσε να εξοντώσει τον πλανήτη με τα χημικά όπλα που είχε στην κατοχή του. Θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει το ίδιο και στο Αφγανιστάν, χωρίς να διακινδυνεύσουμε ανθρώπινες ζωές και χωρίς να δαπανήσουμε δισεκατομμύρια δολάρια, εν μέσω και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Δεν απέχει από την πραγματικότητα η εκτίμηση, ότι η Αυστραλία σύρθηκε στον πόλεμο στο Αφγανιστάν για να βοηθήσει στην αποκατάσταση του θρυμματισμένου γοήτρου των Ηνωμένων Πολιτειών, όχι για να προστατευθεί από τη διεθνή τρομοκρατία.

Χαρακτηριστική η δήλωση του πρώην πρωθυπουργού, John Howard, σε συνέντευξή του στο Fox News των Ηνωμένων Πολιτειών (Οκτώβριο 2009) κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στην αμερικανική πρωτεύουσα. Μετά τη συνάντηση με τον «κολλητό» του, George Bush, στην Ουάσιγκτον ο κ. Howard, που μας ενέπλεξε στον πόλεμο ως υπηρεσιακός πρωθυπουργός της χώρας -μετά τη δέσμευση για συμμετοχή στον πόλεμο ο κ κήρυξε τις εθνικές εκλογές της 10ης Νοεμβρίου 2001- δήλωνε: «Κατά την κρίση μου η νίκη (των δυτικών δυνάμεων) στο Αφγανιστάν είναι κρίσιμη για το κύρος των ΗΠΑ, μακροπρόθεσμα, και της δύσης…».
Ναι, η προστασία του γοήτρου των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν ο κεντρικός στόχος του πολέμου στο Αφγανιστάν και φυσικά της εμπλοκής μας στον πόλεμο από τον Οκτώβριο του 2001 με 1500 στρατιώτες, αρχικά. Η Αυστραλία ουδέποτε κινδύνευσε από τη διεθνή τρομοκρατία, διότι βρισκόταν χαμηλά στον ονομαστικό κατάλογο των χωρών-στόχων της διεθνούς τρομοκρατίας.

Με την ίδια λογική, ο διάδοχος του John Howard, Eργατικός πρωθυπουργός Kevin Rudd, ανταποκρίθηκε στην έκκληση του προέδρου Ομπάμα, για συνεισφορά πρόσθετων αυστραλιανών δυνάμεων, με συνέπεια τη συνεχή αύξηση των θανάτων και των τραυματισμών Αυστραλών στρατιωτών.
Στα ρήματα της Ουάσιγκτον πειθάρχησε και η Julia Gillard, ως πρωθυπουργός, φοβούμενη τις πολιτικές συνέπειες της διαφοροποίησής της από τον προδιαγεγραμμένο ρόλο της Αυστραλίας στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας».

Ο Tony Abbott στάθηκε περισσότερο τυχερός από τους προκατόχους του. Ευτύχησε να επιβεβαιώσει –κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Αφγανιστάν– την επιστροφή των περισσοτέρων Αυστραλών στρατιωτών στα σπίτια τους πριν τα Χριστούγεννα, που είχαν προαναγγείλει η Julia Gillard και ο Kevin Rudd.
Φέρει, όμως, την ευθύνη προστασίας της δύναμης 400 περίπου Αυστραλών στρατιωτών, που θα μείνουν στο Αφγανιστάν για την ολοκλήρωση του έργου της αυστραλιανής δύναμης. Η αμυντική πολιτική της Αυστραλίας δεσμεύει την εκάστοτε κυβέρνηση της χώρας να μεριμνά για την ασφάλεια των δυνάμεων, που υπηρετούν σε θέατρα πολέμου εκτός των εθνικών συνόρων.

Η κυβέρνηση Abbott καλείται να λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα, για να αποφευχθεί ο αιματηρός επίλογος της αυστραλιανής παρουσίας στο Αφγανιστάν.