Η εξέγερση του Πολυτεχνείου, όπως την έζησα και την ξέρω

Παρά όλα τα σκληρά και καταπιεστικά μέτρα της χούντας, τις φυλακίσεις, τις εκτοπίσεις στα ξερονήσια, τις δολοφονίες, τις εικονικές εκτελέσεις, συνεχείς ήταν οι αντιδικτατορικές εκδηλώσεις του ελληνικού λαού σε όλη την διάρκεια της δικτατορίας, με πρωτοπόρο πάντα την νεολαία του.
Ήταν, θυμάμαι, τέλος Φλεβάρη 1973 όταν, οι φοιτητές της Νομικής Σχολής προχώρησαν στην κατάληψη της. Αυτό δεν το έκαναν έτσι ξαφνικά. Στα μέσα του Γενάρη οι φοιτητές της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Πολυτεχνείου, έκαναν αποχή από τα μαθήματά τους, ακολουθούμενοι, λίγες ημέρες αργότερα, και από τους φοιτητές της Αρχιτεκτονικής και των Χημικών Μηχανικών.

Στις αρχές Φλεβάρη οι φοιτητές του Πολυτεχνείου αποφασίζουν, σε μια συνάντηση που είχαν με φοιτητές και άλλων σχολών, να κάνουν γενική αποχή από τα μαθήματα.
Στα μέσα Φλεβάρη η χούντα εκδίδει διάταγμα που λέει ότι θα διακόπτεται η αναβολή στράτευσης όσων φοιτητών κάνουν αποχή από τα μαθήματα. Την ίδια ημέρα και την επόμενη, γίνεται διαδήλωση μέσα στο Πολυτεχνείο. Η αστυνομία συλλαμβάνει πολλούς φοιτητές και τους παραπέμπει σε δίκη. Πολλών, δε, διακόπτεται η αναβολή στράτευσης.

Οι φοιτητές μετά από αυτά καταλαμβάνουν τη Νομική Σχολή Αθήνας. Γίνεται διαδήλωση μέσα στο Πολυτεχνείο, ενώ παραιτείται η Σύγκλητος του ιδρύματοπς. Άρχισαν τότε, οι φοιτητές της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών να κάνουν διάφορες κινητοποιήσεις για να κρατήσουν τα κεκτημένα, δηλ. το δικαίωμα αναβολής στράτευσης, καθώς και να εκλέγουν αυτοί τη σύγκλητο της Σχολής τους. Αυτό το δικαίωμα (της εκλογής της Συγκλήτου), η πραξικοπηματική κυβέρνηση των προδοτών συνταγματαρχών ήθελε να το καταργήσει. Ήθελαν οι πραξικοπηματίες συνταγματάρχες να διορίζουν τις Συγκλήτους  όλων των Σχολών όλων των Πανεπιστημίων.
Έτσι, με διάφορες και πολλές υποσχέσεις, κατόρθωσαν να σταματήσουν τις μεγάλες και μαχητικές κινητοποιήσεις των φοιτητών. Για το σκοπό αυτό έστειλαν και μίλησε σε συγκέντρωση που έγινε στο αμφιθέατρο της Πολυτεχνικής Σχολής, ο επί της προπαγάνδας και δεξί χέρι του πιο μεγάλου αδελφού (Γιώργη Παπαδόπουλου), Γεώργιος Γεωργαλάς, γέννημα θρέμμα μιας άλλης κατάστασης, όπως θα δούμε πάρα-κάτω.

Πράγματι, με τις διάφορες υποσχέσεις και δεσμεύσεις της χούντας, τα παιδιά ανέστειλαν τους αγώνες τους, που ήδη είχαν αρχίσει, αγώνες που θα ξανάρχιζαν εάν και εφόσον δεν δικαιώνονταν σε αυτά που ζητούσαν. Δεν ήταν μόνον τα της φοίτησής τους δικαιώματα, αλλά και τα δικαιώματα του απλού λαού. Λαός ήταν για τους φοιτητές ο πατέρας τους, η μάνα τους, τα αδέρφια τους, ο γείτονάς τους, καθώς και ολόκληρος ο ελληνικός λαός, που η ομάδα αυτή των προδοτών τον είχε βάλει στο γύψο για έξι περίπου χρόνια, με την αιτιολογία του από βορρά κινδύνου (κομμουνισμού).

Έχουν ειπωθεί και γραφτεί τόσα γι’ αυτόν τον κίνδυνο που πρέπει να γράψω ένα βιβλίο των χιλίων δυο (1002) και πλέον σελίδων, για να αναπτύξω τα διάφορα σενάρια αρρωστημένης φαντασίας, που συνέθεταν διάφοροι αιμοσταγείς εθνικόφρονες για να στηρίξουν τις θέσεις και φιλοδοξίες τους. Ένας από αυτούς ήταν και ο προαναφερόμενος υπουργός Τύπου και Πληροφοριών, όπως αναφέρω και πιο πάνω.

Γεννημένος από Έλληνες γονείς που είχαν διαφύγει στην Ανατολική Ευρώπη και, συγκεκριμένα, στη Ρουμανία, με πολλούς άλλους, για να γλιτώσουν το κεφάλι τους, από την αιμοβόρικη επαίσχυντη ορθοδοξο-ελληνο-φασιστική δεξιά, τους ονομαζόμενους και μέχρι σήμερα χίτες, και εθνοφασίστες.
Αυτός ο άνθρωπος που είχε ζήσει την κατάσταση από την γέννα του, δέχθηκε να προπαγανδίσει υπέρ των πραξικοπηματιών, υπέρ των μισαλλόδοξων αιμοβόρων του ελληνικού έθνους.

Έτσι φθάσαμε στις αρχές του Οκτώβρη 1973, που τίποτα δεν έγινε από αυτά που, κατά κάποιο τρόπο, η χούντα είχε δεσμευθεί να κάνει. Έκανε κάτι άλλο πιο πονηρό: άλλαξε τον πρωθυπουργό και διόρισε τον Σπύρο Μαρκεζίνη στη θέση του, με σκοπό να κάνει εκλογές.

Ο Χαρίλαος Φλωράκης, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Γεώργιος Μαύρος και άλλοι πολιτικοί, έκαναν δηλώσεις γι’ αυτή την κίνηση. Η κίνηση αυτή το μόνο σκοπό που είχε ήταν να κερδίσουν λίγο χρόνο οι συνταγματάρχες, δήλωσαν οι προαναφερόμενοι. Η δέσμευση της χούντας, βέβαια, ήταν μόνο στα λόγια και όχι στα έργα.
Στο μνημόσυνο του Γεωργίου Παπανδρέου, στις 4 Νοέμβρη 1973, χιλιάδες λαού άρχισαν να ζητούν ελευθερία, ψωμί, δουλειά, και παιδεία, όπου έγιναν πολλές συλλήψεις.
Οι φοιτητές, συνεπείς στις συμφωνίες που είχαν κάνει, καθώς και στις υποσχέσεις που είχαν δώσει στους εαυτούς τους, στις αρχές του χρόνου, άρχισαν εκ νέου τις κινητοποιήσεις τους με πιο έντονο παλμό και αγωνιστικότητα. Συμπαραστάτες σε αυτόν το δίκαιο αγώνα έχουν τώρα και άλλους φοιτητές από άλλες πανεπιστημιακές σχολές, και όχι μόνον. Ο αγώνας τώρα μεταφέρεται στην καρδιά της Αθήνας, στην πιο πολυσύχναστη μεριά των Αθηνών, γωνία Πατησίων και Στουρνάρη, μέσα στο Πολυτεχνείο, δίπλα από το Άλσος του Μουσείου. Έδωσαν όρκο στο όνομα της Ελευθερίας, ότι θα αγωνιστούν μέχρις τέλους η χούντα των συνταγματαρχών να γίνει παρελθόν για όλο τον ελληνικό λαό και η χώρα να επιστρέψει πάλι στη δημοκρατική διακυβέρνηση. Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία ήταν το τρίπτυχο του αγώνα τους. Αυτά γίνονται την Τετάρτη, 14 Νοέμβρη.

Το απόγευμα της ίδιας μέρας μπήκα και εγώ μέσα στο Πολυτεχνείο. Βρέθηκα με πολλούς άλλους συμπολίτες μου και φοιτητές. Από τις συζητήσεις που είχαμε, όλο και πιο περισσότερο ο αγώνας τους δυνάμωνε. Μεγάλο ρόλο έπαιξε και ο ραδιοφωνικός σταθμός, που έφτιαξαν τρεις-τέσσερις μηχανολόγοι ηλεκτρολόγοι του Πολυτεχνείου. Τέθηκε σε λειτουργία το πρωί της 15 Νοέμβρη ημέρα Πέμπτη. Η Μαρία Δαμανάκη ήταν η συντονίστρια του σταθμού, που μαζί με άλλα παιδιά, συμφοιτητές, με το σύνθημα Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία, μπόρεσαν να περάσουν το μήνυμα του αγώνα τους σε όλη την Αθήνα, μέχρι εκεί που έφτανε το σήμα του ραδιοφωνικού τους σταθμού.
Από την επόμενη ημέρα αρχίζουν να μαζεύεται πολύ κόσμος, κυρίως πολλή νεολαία, κλείνουν σχεδόν οι δρόμοι γύρω από το Πολυτεχνείο. Θυμάμαι στις 6.00μμ της Πέμπτης, 15 Νοέμβρη ήλθαν οι Κώστας Καζάκος και Τζένη Καρέζη, έφεραν δε και σοκολάτες.

Έμεινα μέσα στο Πολυτεχνείο μέχρις το βράδυ 8.00μμ της ίδιας μέρας. Έφυγα και πήγα σπίτι μου, στο Περιστέρι, στα Άσπρα Χώματα.
Την επόμενη ημέρα Παρασκευή, 16 Νοέμβρη κατέβηκα ξανά στην Αθήνα και πήγα στο Πολυτεχνείο. Δεν με άφησαν να περάσω μέσα, διότι η επιτροπή κατάληψης, έκλεισε τις πόρτες γύρω στις 8.30μμ το βράδυ της προηγούμενης ημέρας, και είχε βάλει τρεις-τέσσαρις φοιτητές/φοιτήτριες και ζητούσαν από όποιον ήθελε να μπει μέσα στο Πολυτεχνείο, φοιτητική κάρτα. Ο λόγος ήταν, από ό,τι έμαθα, ότι είχαν προσχωρήσει μέσα και άνθρωποι της χούντας (προβοκάτορες), με σκοπό τη διάβρωση του αγώνα.
Το απόγευμα της Παρασκευής αρχίζει η γύρω περιοχή να γεμίζει με περισσότερο κόσμο, καθώς όλοι οι εργαζόμενοι μετά από το τέλος της δουλειάς τους έρχονταν προς το Πολυτεχνείο.

Η οδός Πατησίων και όλα τα γύρω στενά, δονούνται από τα αντιαμερικανικά και αντιχουντικά συνθήματα. Η αστυνομία κάνει αισθητή την παρουσία της, είτε με στολή είτε όχι. Το απόγευμα γίνονται οι πρώτες συγκρούσεις διαδηλωτών με την αστυνομία, με πολλές συλλήψεις και πολλούς τραυματίες.
Οι πληροφορίες από στόμα σε στόμα αναφέρουν και για νεκρούς στην ευρύτερη περιοχή, από ελεύθερους σκοπευτές. Η κατάσταση έχει πάρει την παλλαϊκή αναγνώριση. Παντού υπάρχουν ομάδες πολιτών που συζητούν για την επόμενη κίνηση των συνταγματαρχών.
Πράγματι, η εξέγερση των φοιτητών έχει πάρει τον παλλαϊκό χαρακτήρα που χρειάζεται για την επικράτησή της, δεν την σταματά τίποτε. Ή μαζί θα νικήσουμε ή μαζί θα πεθάνουμε. Αυτό ήταν το γενικό αίσθημα.

Στις 10.00μμ περίπου, μετά από τα πολλά δακρυγόνα που είχε ρίξει η αστυνομία από τις 9.30μμ, πήρα την απόφαση να φύγω από το μέρος που ήμουν, απέναντι από το Πολυτεχνείο, για αρκετές ώρες, με πολλούς άλλους διαδηλωτές. Η πρώτη μου σκέψη ήταν πού έπρεπε να πάω. Όλος ο χώρος από την πλατεία της Ομονοίας μέχρι την πλατεία Αμερικής, τη λεωφόρο Αλεξάνδρας και τα γύρω στενά, ήσαν κλειστός για την κυκλοφορία, από την αστυνομία και το στρατό. Παίρνω την πάροδο Μαρίας Κοτοπούλη, και βγαίνω δειλά-δειλά στην πλατεία Ομονοίας, εκεί ήταν το στόμα του λύκου. Αστυνομία και στρατός σε μεγάλες ομάδες έκαναν τα πάντα άνω-κάτω για να τρομοκρατήσουν το λαό.

Ευτυχώς, λίγο ποιο κάτω ήταν ένας κινηματογράφος, δεν θυμάμαι το όνομά του τώρα, άρχιζε η δεύτερη παράσταση γύρω στις 10.30μμ. Έβγαλα εισιτήριο, για να παρακολουθήσω το έργο. Έπρεπε να μη με συλλάβουν, διότι σε τέτοια περίπτωση, δεν υπήρχε έλεος σωτηρίας.

Αφού τελείωσε το πρόγραμμα του Κινηματογράφου, με πολλές προφυλάξεις, πήρα το τελευταίο λεωφορείο για το σπίτι μου. Ήταν το τελευταίο δρομολόγιο της βάρδιας.
Μόλις κατέβηκα από το λεωφορείο στο τέρμα της γραμμής και κατευθυνόμουν προς το σπίτι μου, που απείχε περίπου από το τέρμα της γραμμής 200-300 μέτρα, έπεσα επάνω σε στρατιωτική περίπολο. (Κοντά στο σπίτι μου, ήταν το στρατόπεδο εκπαίδευσης του Πεζικού).

Μετά από την τυπική αναγνώριση, από τον περιπολάρχη, και σε ερώτησή του πώς βρέθηκα εκείνη την ώρα σε εκείνο το σημείο, δίδοντάς του κάποιες εξηγήσεις ότι σχόλασα από την εργασία μου εκείνη περίπου την ώρα, διότι δούλευα απογευματινή βάρδια, εκείνη τη βδομάδα στην ΕΤΜΑ, με άφησε να φύγω, συνιστώντας μου να μην γυρίσω να κοιτάξω πίσω σε καμία περίπτωση.

Την άλλη ημέρα το πρωί σηκώθηκα, με τον εθνικό μας ύμνο να παίζει σε όλα τα γνωστά τότε ραδιοφωνικά μέσα (μαζικής) ενημέρωσης. Η αλλαγή φρουράς της δικτατορίας είχε γίνει.

Ο Ιωαννίδης είχε, αντικαταστήσει τον Παπαδόπουλο με τις ευλογίες της Αμερικής.
Από ό,τι έγινε μετά γνωστό (έμαθα), λίγο μετά τα μεσάνυχτα τα πρώτα τανκς, έκαναν την εμφάνισή τους. Οι φοιτητές τοποθέτησαν ένα αυτοκίνητο πίσω από την κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου για εμπόδιο, τραγουδούν τον Εθνικό Ύμνο και από τα μεγάφωνα ακούγονταν, που έλεγαν «Αδέρφια φαντάροι, ήμαστε αδέρφια σας, μην γίνεστε δολοφόνοι».

Στις 2.50πμ της 17 Νοέμβρη, ξημερώνοντας Σάββατο, δίνεται η εντολή από τον επικεφαλής αξιωματικό να ξεκινήσει το τανκ. Η πόρτα πέφτει και το τανκ συνέχισε την πορεία του μέχρι τις πρώτες σκάλες του κτιρίου. Μπήκαν μέσα στο Πολυτεχνείο, η αστυνομία και ο στρατός, αρχίζοντας να πυροβολούν στα τυφλά. Οι φοιτητές φώναζαν «Αδέλφια φαντάροι, μην μας πυροβολείτε, ήμαστε αδέρφια σας».

 Υπήρξαν και φαντάροι, που βοήθησαν πολλούς από τους φοιτητές, να φύγουν προς διάφορες κατευθύνσεις, για να σωθούν. Αλλά στις εξόδους, τους περίμεναν αστυνομικοί με πολιτικά που τους συλλάμβαναν. Στις 3.20πμ του Σαββάτου, 17 Νοέμβρη 1973, δεν υπήρχε κανείς μέσα στο Πολυτεχνείο. Όλα είχαν τελειώσει.

Αυτά, τα γεγονότα, σε γενικές γραμμές γνωρίζω, από τη δική μου εμπειρία-συμμετοχή, και από τεκμηριωμένες πληροφορίες που έχω, από πολλές πηγές (με διασταύρωση) για το Πολυτεχνείο. Υπάρχει και κατάλογος που αναφέρει ποιοι ήσαν στο Πολυτεχνείο και ποιοι το αντάλλαξαν με αξιώματα… Από «συντρόφους» της Ν.Δ του ΠΑΣΟΚ και, γενικά, αριστερών «συντρόφων», με την εγκυκλοπαιδική ερμηνεία, για όλους αυτούς τους κυρίους, όμως.