Καραμπινάτα κρούσματα κοινοβουλευτικού φασισμού η άρνηση της κυβέρνησης Abbott να ενημερώσει τη βουλή και τον αυστραλιανό λαό για το επίμαχο θέμα των προσφύγων και η απόφαση του προέδρου της βουλής της Βικτωρίας να αναστείλει τις εργασίες του σώματος μέχρι το τέλος του μηνός, με τη συναίνεση της κλονιζόμενης κυβέρνησης Napthine.

Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, οι συντηρητικές κυβερνήσεις των Tony Abbott και Denis Napthine προσέβαλαν βάναυσα τον κορυφαίο δημοκρατικό θεσμό, τη βουλή, με αποφάσεις που παραπέμπουν σε φασιστικά καθεστώτα.

Η κυβέρνηση Abbott αρνήθηκε ετσιθελικά να ενημερώσει τη βουλή –και μέσω αυτής τον αυστραλιανό λαό– για την κίνηση των σαπιοκάραβων στην περιοχή μας, για τον αριθμό των πλοιαρίων που η Αυστραλία «έστειλε πίσω» στην Ινδονησία, πόσα από αυτά έγιναν δεκτά από την Ινδονησία και σε ποια φάση βρίσκονται οι φημολογούμενες διαπραγματεύσεις της Καμπέρας με την Τζακάρτα για την ανταλλαγή προσφύγων, που έθεσε επανειλημμένα απαντώντας η αξιωματική αντιπολίτευση.
Δημοσιεύματα εφημερίδων της Τζακάρτας διέψευσαν στις αρχές της εβδομάδας, τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης Αbbott ότι «επέστρεψαν» στην Ινδονησία σαπιοκάραβα με πρόσφυγες που αναχαίτισαν, καθώς τη φήμη ότι οι κυβερνήσεις της Καμπέρας και της Τζακάρτας διαπραγματεύονται συμφωνία για ανταλλαγή προσφύγων, όμοια με εκείνη που είχε συνάψει η κυβέρνηση Gillard με τη Μαλαισία.

Μάταια η προσπάθεια της αντιπολίτευσης να αποσπάσει από την κυβέρνηση τις πληροφορίες που δικαιούται το σώμα και μέσω του σώματος ο αυστραλιανός λαός. Ο υπουργός Μετανάστευσης, Scott Morrison, αρνήθηκε, με φασιστικό τρόπο, να απαντήσει στις ερωτήσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Με γελοία επιχειρήματα του είδους «δεν εκδίδουμε δελτία ενημέρωσης των διακινητών προσφύγων για την τύχη των πελατών τους», μήτε προβαίνουμε σε ανακοινώσεις για «επιχειρησιακά θέματα» ο υπουργός Μετανάστευσης έφραξε τη συζήτηση για την υπόθεση που, σε συνδυασμό με το CarbonTax επανέφεραν τη συντηρητική παράταξη στην εξουσία με ενισχυμένη πλειοψηφία.

Η κυβέρνηση φροντίζει επιμελώς να φιμώνει και τον υπαρχηγό του αυστραλιανού στρατού, αντιστράτηγο AngusCampbell, υπεύθυνο για την υλοποίηση του κυβερνητικού σχεδίου προστασίας των εθνικών συνόρων (OperationSovereignBorders), που έθεσε σε εφαρμογή την επομένη των εκλογών. Στις εβδομαδιαίες «ενημερωτικές» εμφανίσεις του υπουργού Μετανάστευσης ο αντιστράτηγος είναι βουβός παραστάτης του κ. Morrison. Περιορίζεται, μόνο, στο σχόλιο, ότι δεν μπορεί να κάνει δηλώσεις για «επιχειρησιακά θέματα».

Αλήθεια, βρισκόμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση; Με ποιόν; Ποιος επιχειρεί εναντίον ποίων, πού και γιατί; Το κλισέ, δεν σχολιάζουμε «επιχειρησιακά θέματα» είναι εφεύρημα του Συνασπισμού των συντηρητικών κομμάτων, που τους προστατεύει από την «ανάκριση» από τα ΜΜΕ, την αξιωματική αντιπολίτευση και τα άλλα πολιτικά κόμματα. Προεκλογικά ο Συνασπισμός ταύτισε το θέμα των προσφύγων με την προστασία των εθνικών συνόρων, του έδωσαν τον αβανταδόρικο τίτλο «national emergency” (εθνική ανάγκη) και μετεκλογικά έβαλαν προσχηματικά επικεφαλής της ομάδας υλοποίησης του σχεδίου τους έναν ανώτατο αξιωματικό του στρατού για παίζει βουβό θέατρο.

Το ίδιο ακριβώς είχε κάνει και ο «μέντορας» του Tony Abbott, πρώην πρωθυπoυργός, John Howard, και κέρδισε τις εκλογές του 2001 με αυξημένη πλειοψηφία. Μεθοδικότεροι, ο Τζον Χάουαρντ και οι στενοί συνεργάτες του, υπουργός Μετανάστευσης Philip Ruddock και Άμυνας Peter Reith, είχαν μπλέξει το Πολεμικό Ναυτικό στο φιάσκο «childrenoverboard», τη «μαγειρεμένη» από την κυβέρνηση Χάουαρντ ιστορία, ότι «πρόσφυγες πετούσαν τα παιδιά τους στη θάλασσα, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη μεταφορά τους σε αυστραλιανό έδαφος».

 Φασιστικά, λοιπόν, η κυβέρνηση Abbott αρνείται να ενημερώσει τη βουλή και το λαό για την εξέλιξη «του πολέμου» με τους διακινητές προσφύγων και την πορεία των σχέσεών μας με την Ινδονησία. Η κυβέρνηση έχει τους αριθμούς στη βουλή και δεν φοβάται.

Όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά στη γερουσία, όπου το Εργατικό και οι Πράσινοι έχουν τη δυνατότητα να στριμώξουν την κυβέρνηση και να σπάσουν τη σιωπή της. Προχθές Πέμπτη η Γερουσία ψήφισε πρόταση, η οποία καλεί την κυβέρνηση να ενημερώσει το κοινοβούλιο μέχρι τη Δευτέρα για τα πρώτα, απτά αποτελέσματα της υλοποίησης του σχεδίου αναχαίτισης των προσφύγων, πέρα των συνθημάτων περί μείωσης των πλοιαρίων, που μπήκαν στα χωρικά μας ύδατα μετά τις εκλογές. Θα απαντήσει η κυβέρνηση ή θα εμμείνεις την πολιτική της διαφάνειας;
 Θα μάθουμε οσονούπω.

Εξ ίσου προσβλητική για την κοινοβουλευτική δημοκρατία της Αυστραλίας και η απόφαση του προέδρου της βουλής της Βικτωρίας, Ken Smith, να αναστείλει τις εργασίες του σώματος μέχρι τις 26 Νοεμβρίου, για να συνετίσει την «απείθαρχη», «ανεύθυνη» αξιωματική αντιπολίτευση.
Η «κακή» συμπεριφορά της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν η αφορμή, που επιζητούσε ο κ. Smith, μετά την υπονόμευση της εξουσίας του από τον ανεξάρτητο βουλευτή Frankston Geoff Shaw.

H σύμπραξη του κ. Shaw με το Εργατικό Κόμμα κατά του κ. Smith ήταν κυριολεκτικό άδειασμα του πρόεδρου της βουλής που, σαν την κυβέρνηση Baillieu/Napthine, ανέβηκε στον προεδρικό θώκο ελέω μίας ψήφου. Όταν ο Geoff Shaw ανακοίνωσε στη βουλή, ότι δεν έχει πλέον εμπιστοσύνη στον κ. Smith ο πρόεδρος της βουλής αντί να πράξει το αυτονόητο, να παραιτηθεί για να προστατεύσει τη βουλή, τον κορυφαίο θεσμό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, αποφάσισε να αναστείλει τη λειτουργία της για 15 ημέρες.

 Βολεύει και την κυβέρνηση Napthine η μεθόδευση αυτή –και γι’ αυτό συναίνεσε– διότι της δίνει χρόνο να πείσει τον κ. Smith να παραιτηθεί από το αξίωμά του, για να ηρεμήσει ο κ. Shaw και να συνεχίσει να στηρίζει την κυβέρνηση μέχρι τις πολιτειακές εκλογές του 2014.
Οι κανονισμοί της βουλής δίνουν στον πρόεδρο του σώματος τη δυνατότητα να αναστείλει τη λειτουργία της βουλής κατά την κρίση του. Όμως, ό,τι είναι νόμιμο δεν είναι και ηθικό. Η επίκληση του σχετικού κανονισμού της λειτουργίας της βουλής καλύπτει τον κ. Smith τεχνικά, δεν τον καλύπτει ηθικά.