Κατά τη διάρκεια της περασμένης εβδομάδος το Εργατικό Κόμμα εισέπραξε το αρνητικό τίμημα της στείρας αντιπολίτευσής του στην αύξηση ή μη του ανώτατου ορίου του κρατικού χρέους (increase or not of debt ceiling). Η κυβέρνηση Abbott πέτυχε, μετά από επιτυχή διαπραγμάτευση με τους Πρασίνους, την κατάργηση του ανώτατου ορίου κρατικού χρέους και ξεκινά τον τριετή οικονομικό σχεδιασμό της με εφεδρικό κεφάλαιο 70 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η έγκριση από τη Γερουσία της κατάργησης του ανώτατου ορίου κρατικού χρέους είναι η πρώτη ήττα του Bill Shorten και της αξιωματικής αντιπολίτευσης και θέτει σε κρίση τη δυνατότητα του κ. Shorten και του άμεσου περιβάλλοντός του να χειριστούν αποτελεσματικά, μείζονα οικονομικά και πολιτικά θέματα.
Η αξιωματική αντιπολίτευση αποφάσισε –προφανώς χωρίς να εκτιμήσει τους κινδύνους– να αντισταθεί στην πρόθεση της κυβέρνησης Abbott να αποφασίζει η ίδια πότε και πόσα κεφάλαια θα δανείζεται για τις ανάγκες της χώρας. Λησμόνησαν οι της αντιπολίτευσης, ότι ως κυβέρνηση το Εργατικό Κόμμα δανειζόταν –για τις ανάγκες της χώρας– κατά την κρίση του. Χωρίς να ζητά την έγκριση του αντιπολιτευόμενου Συνασπισμού.
Το 2008, που ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, η Εργατική κυβέρνηση Rudd δανείστηκε 75 δις δολάρια για να αποτρέψει την ολίσθηση της εθνικής οικονομίας σε ύφεση. Το 2009 και μεσούσης της οικονομικής κρίσης το χρέος της χώρας ανέβηκε στα 200 δις. Το 2011 –μήνες μετά την ανατροπή του Kevin Rudd από την Julia Gillard– ο «τσάρος» της εθνικής οικονομίας, Wayne Swan, χωρίς να λογοδοτήσει στην αντιπολίτευση ανέβασε το όριο του κρατικού χρέους στα 250 δις –επίσης για τις ανάγκες της χώρας– και το 2013, έτος εθνικών εκλογών, η κυβέρνηση Gillard ανέβασε το όριο στα 300 δις δολάρια.
Οι Εργατικές κυβερνήσεις δανείζονταν άφοβα και χαμηλότοκα, διότι η οικονομία –κόντρα στην παγκόσμια τάση– αναπτυσσόταν ικανοποιητικά και η χώρα είχε άριστη (ΑΑΑ) πιστοληπτική φερεγγυότητα –η Αυστραλία είναι και σήμερα μία από τις οκτώ χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου με πιστοληπτική φερεγγυότητα 3ΑΑ– και δαπανούσαν για «τις ανάγκες της χώρας».
Η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση Abbott καταγγέλλει, ότι οι Εργατικές κυβερνήσεις Gillard-Rudd «υπερδανείστηκαν» –υπερέβησαν το όριο του χρέους που είχαν καθορίσει οι ίδιες– με αποτέλεσμα το κρατικό χρέος να ξεπερνά τα 300 δις δολάρια. Σύμφωνα με τις προεκλογικές εκτιμήσεις της κατάστασης και της προοπτικής της εθνικής οικονομίας από το κοινοπολιτειακό θησαυροφυλάκιο, το οικονομικό χρέος της χώρας θα ανέλθει –στο τέλος του χρόνου– στα 370 εκ. δολάρια, δηλαδή 30 δις χαμηλότερα από τα 400 δις δολάρια, που ενέκριναν συμβιβαστικά το Εργατικό Κόμμα και οι Πράσινοι.
Το θησαυροφυλάκιο εκτίμησε, προεκλογικά, ότι η κυβέρνηση που θα προέκυπτε από τις εκλογές της 7ης Σεπτεμβρίου θα έπρεπε να έχει ένα δανειακό απόθεμα μεταξύ 40 και 60 δις δολαρίων για ην αντιμετώπιση έξτρα αναγκών.
Βάσει των εκτιμήσεων του θησαυροφυλακίου, η κυβέρνηση Abbott απαίτησε αύξηση του χρέους στα 500 δις δολάρια, για να μην υποχρεωθεί να διακόψει τη λειτουργία του κράτους λόγω έλλειψης χρημάτων, όπως υποχρεώθηκε να κάνει η αμερικανική κυβέρνηση, κατά τη διάρκεια της διαμάχης των Δημοκρατικών με τους Ρεπουμπλικάνους για το ύψος του κρατικού χρέους.
Το Εργατικό Κόμμα και οι Πράσινοι σχημάτισαν κοινό μέτωπο κατά της αύξησης του χρέους από 300 δις σε 500 δις. Συμβιβαστικά, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δέχονταν να αυξηθεί το χρέος σε 400 εκ. δολάρια για να καλυφθούν οι δανειακές και άλλες υποχρεώσεις του κράτους. Την ενδεκάτη ώρα οι Πράσινοι αναδιπλώθηκαν, αποσχίσθηκαν από τη χαλαρή συμμαχία με το Εργατικό Κόμμα και συμφώνησαν να ανταλλάξουν την έγκριση των 500 δις με περισσότερη «διαφάνεια» σχετικά με το κρατικό χρέος.
«Πρόβλημα ουδέν» διαβεβαίωνε, περιχαρής, ο θησαυροφύλακας, Joe Hockey, τους Πρασίνους κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. «Περισσότερη διαφάνεια ζητάτε, περισσότερη διαφάνεια θα έχετε». Και πέτυχε το στόχο του, πήρε την ψήφο «των αδαών» οικονομικά –κατά τον πρωθυπουργό– Πρασίνων στη Γερουσία, με τυπικά ανταλλάγματα, και τα χειροκροτήματα όσων επέκριναν την άρνηση των Εργατικών να στηρίξουν το δικό τους πολιτικό εφεύρημα.
Η υπεράσπιση του ανώτατου ορίου κρατικού χρέους από το Εργατικό Κόμμα ήταν απόλυτα ερασιτεχνική και η ήττα του απόλυτα δικαιολογημένη. Ο κ. Shorten και οι συνεργάτες του θα είχαν αποφύγει τη σημαδιακή ήττα, αν είχαν ζητήσει τα φώτα του οικονομικού συμβούλου των πρώην Εργατικών κυβερνήσεων, καθηγητή Ross Garnaut, ο οποίος ενέκρινε την περασμένη εβδομάδα «την κατάργηση του ανώτατου ορίου κρατικού χρέους και την αντικατάστασή του με δεσμευτική υποχρέωση κάθε κυβέρνησης να αιτιολογεί κάθε αύξηση του κρατικού χρέους, τις πιθανότητες μελλοντικής αύξησης του χρέους και τους λόγους για τους οποίους αυξηθεί».
Το Εργατικό Κόμμα φάνηκε κατώτερο της περίστασης. Επικέντρωσε στο δέντρο –την αξιοπιστία της κυβέρνησης Abbott– και έχασε το δάσος, την ανέλιξη των Πρασίνων σε ρυθμιστική δύναμη.
Η αξιωματική αντιπολίτευση πρέπει να έμαθε από το πάθημά της, ότι ο Tony Abbott είναι διατεθειμένος «να συμμαχήσει και με το διάβολο» –που θα έλεγε ο Χαρίλαος Φλωράκης– για να επιτύχει τους πολιτικούς στόχους του – και ότι οι Πράσινοι δεν πιάνονται φίλοι.